Οι εμβοές ορίζονται ως η αντίληψη του ήχου που προκύπτει εξ ολοκλήρου από δραστηριότητα εντός του νευρικού συστήματος χωρίς αντίστοιχη μηχανική, δονητική δραστηριότητα μέσα στον κοχλία του εσωτερικού αυτιού και που δεν σχετίζεται με οποιουδήποτε είδους εξωτερική διέγερση[1, 34]. Ενώ τις περισσότερες φορές oι εμβοές περιγράφονται ως κουδούνισμα στα αυτιά, μπορεί επίσης να είναι αντιληπτές ως μια μορφή άλλων ήχων, όπως σφύριγμα, βουητό, θρόισμα, βρυχηθμός ή βουητό.
Η συνηθέστερη αιτία πρόκλησης εμβοών είναι η μακροχρόνια έκθεση σε θόρυβο, είτε επαγγελματική είτε ψυχαγωγική. Επίσης μπορεί να προκληθούν εμβοές μετά από αιφνίδια έκθεση σε εκκωφαντικό θόρυβο, π.χ. πυροβολισμός ή η χρήση πολύ θορυβώδους μηχανήματος. Οι επαγγελματίες μουσικοί, αλλά και άλλοι επαγγελματίες που εκτίθενται σε έντονους θορύβους διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν απώλεια ακοής και άλλα ακουολογικά συμπτώματα όπως οι εμβοές, η υπερακουσία και η δίπλακουσία[2].
Εμβοές μπορεί να εκδηλωθούν και ξαφνικά στις περιπτώσεις αιφνίδιας βαρηκοΐας. H λοίμωξη από Covid-19 μπορεί, μεταξύ των άλλων συμπτωμάτων της, να προκαλέσει αιφνίδια βαρηκοΐα και εμβοές[3].
Επίσης, υπάρχουν oι εμβοές, οι οποίες συνήθως συνδέονται με απώλεια ακοής που σχετίζεται με την ηλικία (πρεσβυακοΐα), μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τη συναισθηματική ευεξία και τις γνωστικές ικανότητες στους ηλικιωμένους[4].
Oι παραπάνω περιπτώσεις εμβοών μπορεί να συνοδεύονται και με απώλεια ακουστικής ικανότητας, ποικίλου βαθμού, που ανιχνεύεται και καταγράφεται με το ακοογράφημα, στο οποίο καταγράφεται σε ποιες συχνότητες ήχου έχει μειωθεί η ακοή.
Όμως υπάρχουν άτομα με χρόνια παρουσία εμβοών, αλλά με φυσιολογικά ακοογραφήματα, δηλαδή καταγράφεται στο ακοογράφημα ότι οι εμβοές τους δεν έχουν επηρεάσει την ακουστική τους ικανότητα[5, 6, 7].
Το ποσοστό των ατόμων με εμβοές, αλλά με φυσιολογική απόδοση στην ακοομετρία καθαρού τόνου (φυσιολογικό ακοογράφημα) είναι περίπου 8-27,5%. Τα άτομα αυτά, ενώ έχουν εμβοές το ακοογράφημά τους είναι φυσιολογικό[8, 9, 10].
Αυτό σημαίνει ότι η φυσιολογική ακοομετρία δεν υποδηλώνει απαραίτητα και την ύπαρξη φυσιολογικής κοχλιακής λειτουργίας.
Πρόσφατη έρευνα πρότεινε ότι οι εμβοές με φυσιολογικά κατώφλια ακοής (φυσιολογικό ακοογράφημα) μπορεί να εξηγηθούν από την προκαλούμενη από θόρυβο κοχλιακή συναπτοπάθεια, η οποία είναι απώλεια των συνάψεων μεταξύ των εσωτερικών τριχωτών κυττάρων (inner hair cells) και των ινών του ακουστικού νεύρου μετά από υπερβολική έκθεση στο θόρυβο[11].
Συχνές αιτίες απώλειας ακοής στους ανθρώπους είναι η έκθεση σε δυνατό θόρυβο ή λήψη ωτοτοξικών φαρμάκων και γήρανση του οργανισμού. Αυτές οι αιτίες συχνά βλάπτουν τα αισθητήρια τριχωτά κύτταρα, που αντικατοπτρίζονται ως αυξημένοι ουδοί στο κλινικό ακοογράφημα. Πρόσφατες μελέτες σε ζωικά μοντέλα υποδεικνύουν, ωστόσο, ότι πολύ πριν εμφανιστεί αυτή η έκδηλη απώλεια ακοής, λαμβάνει χώρα μια πιο ύπουλη, αλλά πιθανώς πιο συνήθης, διαδικασία που διακόπτει οριστικά τη συναπτική επικοινωνία μεταξύ των αισθητήριων εσωτερικών τριχωτών κυττάρων και των υποομάδων των κοχλιακών νευρικών ινών. Η σίγαση των προσβεβλημένων νευρώνων μεταβάλλει την επεξεργασία της ακουστικής πληροφορίας, είτε συνοδεύεται από ανυψώσεις του ουδού ή κατωφλίου ακοής, είτε όχι, και πιθανώς συμβάλλει σε μια ποικιλία αντιληπτικών ανωμαλιών, συμπεριλαμβανομένων δυσκολιών ομιλίας σε θόρυβο, των εμβοών και υπερακουσίας[12].
Πώς αξιολογείται η ακοή των ατόμων με εμβοές;
Στα άτομα που πάσχουν από χρόνιες εμβοές πρέπει να γίνεται προσεκτικός κλινικός έλεγχος του ΩΡΛ συστήματος. Αξιολογείται η ακουστική ικανότητα με ένα απλό ακοογράφημα, τυμπανογράφημα και καταγραφή των ακουστικών αντανακλαστικών. Η πλειοψηφία των ασθενών με εμβοές υποφέρει από απώλεια ακοής. Αλλά μια υποομάδα ασθενών με εμβοές εμφανίζει φυσιολογικά όρια ακοής (φυσιολογικό ακοογράφημα) στη συμβατική ακοομετρία καθαρού τόνου (125 Hz–8 kHz).
Ο ωτορινολαρυγγολόγος, αν διαγνώσει κάποια παθολογική αιτία της βαρηκοΐας και των εμβοών θα δώσει οδηγία θεραπείας της. Όμως υπάρχουν άτομα με εμβοές και απώλεια ακουστικής ικανότητας ποικίλου βαθμού που διακρίνεται στο ακοογράφημα και άτομα με εμβοές με φυσιολογικό ακοογράφημα. Η εξέταση μπορεί να ολοκληρωθεί με μια εργαστηριακή εξέταση ελέγχου των ωτοακουστικών εκπομπών.
Με την δοκιμασία ελέγχου του καθαρού τόνου, δηλαδή το απλό ακοογράφημα, αξιολογείται η ακουστική ικανότητα του πάσχοντος. Κατά τη λήψη του ακοογραφήματος ο ασθενής φοράει ακουστικά και ακούει ηχητικό σήμα που του στέλνει ο εξεταστής αρχικά στο ένα αυτί και στη συνέχεια στο δεύτερο αυτί. Το ακουόμενο σήμα μέσω των ακουστικών αρχικά είναι έντονο, αλλά σταδιακά μειώνεται η έντασή του. Μόλις πει ο ασθενής ότι δεν ακούει τίποτε, τότε αυτό σημειώνεται στο χαρτί καταγραφής σε ποια συχνότητα και ποια ένταση σήματος άκουσε τελευταία το ηχητικό σήμα.
Ο ορισμός της φυσιολογικής ακοής
Εξ αιτίας της συνεχούς έκθεσης του σύγχρονου ανθρώπου σε δυνατούς θορύβους με την πάροδο της ηλικίας, επιδεινώνεται η ακουστική ικανότητα. Το «φυσιολογικό» εύρος συχνοτήτων ακοής ενός υγιούς νεαρού ατόμου είναι περίπου 20 έως 20.000 Hz . Αν και ένα «φυσιολογικό» ακουστικό εύρος για την ένταση του ήχου είναι από 0 έως 180dB , οτιδήποτε μεγαλύτερο από 85dB θεωρείται επιβλαβές. Γιαυτό τα ακοόμετρα κατασκευάζονται ώστε μα μη στέλνονται σήματα ήχου μεγαλύτερης έντασης από τα 85dB.
Με την πάροδο της ηλικίας χάνεται η ικανότητα ακοής των ανώτερων συχνοτήτων. Έτσι, μέχρι να φτάσει κανείς στη μέση ηλικία, μπορεί να περιμένουμε να ακούσει έως και περίπου 14.000 Hz. Η σχετιζόμενη με την ηλικία απώλεια ακοής (ή πρεσβυκουσία) αναπτύσσεται φυσικά καθώς επέρχεται το γήρας, οπόταν και η ακουστική ικανότητα μπορεί να αρχίσει να μειώνεται, ως αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένου του θορυβώδους περιβάλλοντος και των υπαρχουσών ιατρικών καταστάσεων, που συνήθως εκδηλώνονται στην τρίτη ηλικία.
Το κανονικό εύρος της ακουστικής ικανότητας ακοής είναι από 0 dBHL (Decibel Hearing Level), που είναι το ακοομετρικό μηδέν, έως 20 dBHL . Οποιοδήποτε όριο, σε οποιαδήποτε συχνότητα, που είναι πάνω από 20 dBHL αναγνωρίζεται ως απώλεια ακοής.
Τα υψηλά επίπεδα ήχου που μπορούν να βλάψουν μόνιμα τα αυτιά παρατηρούνται όχι μόνο σε εργοστάσια και εμπόλεμες ζώνες, αλλά και σε αίθουσες συναυλιών, νυχτερινά κέντρα, αθλητικά στάδια και πολλά άλλα περιβάλλοντα αναψυχής. Η δυνατή μουσική και άλλες μορφές «θορύβου αναψυχής» είναι συνηθισμένες αιτίες απώλειας ακοής που προκαλείται από το θόρυβο, εμβοών και υπερακουσίας, ακόμα κι αν τα ακοομετρικά κατώφλια παραμένουν αρχικά εντός κλινικά φυσιολογικών ορίων. Εξ αιτίας της απώλεας ακοής που προκαλείται από έκθεση σε θορύβους θα πρέπει να υιοθετηθούν σε πολύ ευρύτερο φάσμα ρυθμίσεων και η εκπαίδευση για την προώθηση της διατήρησης της ακοής θα πρέπει να αποτελεί υψηλότερη προτεραιότητα για τη δημόσια υγεία[30].
Εάν το κατώφλι ή ουδός ακουστικής ικανότητας πέσει εντός των καθορισμένων φυσιολογικών ορίων, η ακοή ταξινομείται ως φυσιολογική. Αυτό το εύρος είναι σχετικά μεγάλο, έτσι πολλοί άνθρωποι με εμβοές μπορεί να έχουν ακόμα τεχνικά φυσιολογική ικανότητα ακοής. Ο ωτορινολαρυγγολόγος που εξετάζει για πρώτη φορά την ακουστική ικανότητα ενός ασθενούς δεν έχει μέτρο σύγκρισης της τωρινής ακουστικής ικανότητας με αυτή των παρελθόντων ετών. Εάν τα όρια της ακουστικής ικανότητας έχουν μετατοπιστεί, αλλά παραμένουν εντός του εύρους των ορίων της «φυσιολογικής ευαισθησίας ακοής», ο ή η ΩΡΛ δεν θα έχει κανέναν τρόπο να το γνωρίζει.
Αντιμετώπιση των ατόμων με εμβοές, αλλά με φυσιολογική ακοή
Συνήθως, όταν ο ή η γιατρός αποκαλύψει στον ασθενή με χρόνιες εμβοές ότι το ακοoγράφημά του είναι φυσιολογικό, ο ασθενής αντιμετωπίζει αμήχανα τον ή την γιατρό του. Μερικοί ασθενείς πίστευαν, χωρίς να είναι βέβαιοι ότι οι χρόνιες υποκειμενικές εμβοές τους προκαλούνται από κάποια απώλεια της ακοής τους. Άλλοι ασθενείς είχαν παρατηρήσει κάποια πτώση της ακουστικής τους ικανότητας μαζί με τις εμβοές τους. Οι απόψεις αυτές των ασθενών λαμβάνονται μεν υπόψη, διότι και οι δύο είναι ορθές. Παρά τούτο ο ή η γιατρός θα τους επιδείξει ότι το ακοογράφημα τους είναι φυσιολογικό. Όμως ένα φυσιολογικό ακοογράφημα, δεν σημαίνει πάντοτε ότι τα εσωτερικά αυτιά δεν έχουν κάποια βλάβη.
Αιτίες που κάποια ακουστική απώλεια μπορεί να μην ανιχνευτεί.
Πολλοί ασθενείς με εμβοές με φυσιολογικά ακοογραφήματα μπορεί να υποκρύπτουν μια μερική βλάβη της ακουστικής τους ικανότητας. Αυτή η βλάβη μπορεί να είναι ήπια και να μην είναι ακόμη αρκετά έντονη ώστε να αλλάξει τα όρια ακοής ή να επιτευχθεί διάγνωση κάποιας απώλειας της ακοής στο κλασικό ακοογράφημα.
Πάντοτε αναζητεί ο ή η ΩΡΛ στο ιστορικό του ασθενούς κάποια έκθεση σε θόρυβο
Στο εσωτερικό αυτί, τα αισθητήρια τριχωτά κύτταρα και τα γαγγλιακά νευρωνικά κύτταρα είναι οι βασικοί υποστηρικτές του μηχανισμού ακοής. Βλάβη σε αυτά τα κύτταρα μπορεί να προκληθεί από μακροχρόνια έκθεση σε υπερβολικό θόρυβο, λήψη ωτοτοξικών φαρμάκων (αμινογλυκοσίδες), όγκους των αυτιών, λοιμώξεις, κληρονομικότητα και γήρανση. Δεδομένου ότι τα κοχλιακά τριχωτά κύτταρα των θηλαστικών δεν αναγεννώνται φυσικά, ενδέχεται να απαιτηθούν ορισμένες θεραπευτικές παρεμβάσεις για την αντικατάσταση των κατεστραμμένων ή χαμένων κυττάρων. Τα κοχλιακά εμφυτεύματα και τα ακουστικά βαρηκοΐας είναι οι προσωρινές λύσεις για άτομα που πάσχουν από σοβαρή απώλεια ακοής[31].
Μια πιθανή αιτία απώλειας της ακουστικής ικανότητας είναι μια έκθεση του ασθενούς σε θορύβους εκουσίως ή ακουσίως. Μπορεί ένα άτομο να έχει εκτεθεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα σε ήχους υψηλής έντασης, όπως π.χ. η δυνατή μουσική ή θορυβώδη μηχανήματα ή σε κάποιον αιφνίδιο, εξαιρετικά έντονο ήχο, π.χ. πυροβολισμός ή έκρηξη. Η έκθεση σε δυνατούς θορύβους μπορεί να προκαλέσει βλάβη του εσωτερικού αυτιού, που ονομάζεται κοχλίας. Η βλάβη του κοχλία συμβαίνει όταν τα ηχητικά κύματα υψηλής έντασης βλάπτουν ή καταστρέφουν τα έσωτερικά μικροσκοπικά, λεπτά τριχωτά κύτταρα στον κοχλία.
Tα εσωτερικά τριχωτά κύτταρα μετατρέπουν τις ηχητικές δονήσεις από το υγρό στον κοχλία σε ηλεκτρικά σήματα που περνούν μέσω των ακουστικών νεύρων προς τον εγκέφαλο. Από την άλλη πλευρά, τα εξωτερικά τριχωτά κύτταρα εντείνουν τους ήχους που είναι χαμηλού επιπέδου και εισχωρούν μηχανικά στα υγρά του κοχλία[33].
Τα εξωτερικά τριχωτά κύτταρα στον κοχλία συνεργάζονται με τα εσωτερικά τριχωτά κύτταρα για να μεταδώσουν τις ηχητικές πληροφορίες στις νευρικές ίνες του ακουστικού νεύρου. Τα εξωτερικά τριχωτά κύτταρα του κοχλία των θηλαστικών συμπεριφέρονται σαν ενεργοποιητές: Tροφοδοτούν ενέργεια στο κοχλιακό διαμέρισμα και καθορίζουν τη συνολική μηχανική της ακοής[32]. Ο κοχλίας του εσωτερικού αυτιού έχει χιλιάδες εξωτερικά και εσωτερικά τριχωτά κύτταρα, τα οποία όμως με την πάροδο του χρόνου μειώνονται σε αριθμό ή βλάπτονται ή καταστρέφονται και συνεπώς μειώνεται η αποτελεσματικότητά τους. Αυτή η μείωση οφείλεται στη φυσιολογική γήρανση του οργανισμού, αλλά και στην έκθεση του σύγχρονου ανθρώπου σε θορύβους, κατά τη διάρκεια της ζωής του, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω.
Για να ανιχνευτεί μια απώλεια ακοής με το ακοογράφημα πρέπει αυτή η απώλεια να έχει ξεπεράσει τα φυσιολογικά όρια της ακουστικής ικανότητας και αυτό συμβαίνει όταν έχει προκληθεί σημαντική απώλεια τριχωτών κυττάρων.
Επειδή η βλάβη ή η καταστροφή των τριχωτών κυττάρων από έκθεση σε θορύβους μπορεί να γίνεται σταδιακά, η ακουστική απώλεια που προκαλείται από την έκθεση σε θορύβους μπορεί να παραμείνει απαρατήρητη για αρκετό καιρό. Τα τριχωτά κύτταρα, αν καταστραφούν, δεν αναγεννώνται.
Δεδομένου ότι τα κοχλιακά τριχωτά κύτταρα των θηλαστικών δεν αναγεννώνται φυσικά, ενδέχεται να απαιτηθούν ορισμένες θεραπευτικές παρεμβάσεις για την αντικατάσταση των κατεστραμμένων ή χαμένων κυττάρων. Τα κοχλιακά εμφυτεύματα και τα ακουστικά βαρηκοΐας είναι οι προσωρινές λύσεις για άτομα που πάσχουν από σοβαρή απώλεια ακοής. Οι τρέχουσες ανακαλύψεις στη γονιδιακή θεραπεία μπορεί να παρέχουν μια βαθύτερη κατανόηση των βασικών γονιδίων για την αναγέννηση του εσωτερικού αυτιού[36]. Γιαυτό το λόγο επιβάλλεται, όσα άτομα είναι υποχρεωμένα για λόγους επαγγελματικούς να εκτίθενται σε θορύβους, να εφαρμόζουν έγκαιρα , μεθοδικά και συνεχώς μέτρα ακοοπροστασίας. Με αυτό τον τρόπο μπορούν να προλάβουν μια πρώιμη μόνιμη απώλεια της ακοής τους
Συνεπώς τα άτομα που εκτίθενται σε δυνατούς θορύβους σε τακτική βάση, πρέπει να χρησιμοποιούν επιμελώς κάθε επιστημονικά αποδεδειγμένο μέσο ηχοπροστασίας, για να αποφύγουν πρώιμη εμφάνιση μόνιμης απώλειας ακοής ή και εμβοών.
Διερεύνηση των εμβοών με τη χρήση ωτοακουστικών εκπομπών
Όπως προαναφέρθηκε, η διαγνωστική διερεύνηση των ατόμων με χρόνιες εμβοές με ή χωρίς βαρηκοΐα περιλαμβάνει εκτός από τη λήψη ενός πλήρους ακουολογικού ιστορικού, την ωτοσκοπική εξέταση, τη βασική αξιολόγηση της ακοής με ακοόγραμμα, τυμπανομετρία, και την καταγραφή των ωτοακουστικών εκπομπών.
Το ανθρώπινο αυτί αποτελείται από τρία μέρη —το εξωτερικό, το μεσαίο και το εσωτερικό αυτί. Το τεστ των ωτοακουστικών εκπομπών χρησιμοποιείται για να διαπιστωθεί πόσο καλά λειτουργεί το εσωτερικό αυτί ή ο κοχλίας του εσωτερικού αυτιού. Οι ωτοακουστικές εκπομπές είναι ήχοι χαμηλού επιπέδου, που εκπέμπονται από την δραστηριότητα των εξωτερικών τριχωτών κυττάρων του κοχλία του εσωτερικού αυτιού, όταν φτάνει σ΄αυτόν ένας εξωτερικός ήχος. Οι ήχοι αυτοί μεταβιβάζονται δια μέσου του μέσου ωτός και του έξω ακουστικού πόρου, όπου μπορούν να ανιχνευτούν, χρησιμοποιώντας ένα ευαίσθητο μικρόφωνο. Αυτό το γεγονός συμβαίνει διότι στον κοχλία υπάρχουν τα έξωτερικά τριχωτά κύτταρα που ανταποκρίνονται στον ήχο που φτάνει σε αυτά με δόνηση. Ο ήχος των ωτοακουστικών εκπομπών που προσλαμβάνεται από το μικρόφωνο που προσαρμόζεται στον έξω ακουστικό πόρο του αυτιού καταγράφεται[52].
Υπάρχουν τρεις τύποι ωτοακουστικών εκπομπών: Α) Αυτόματες προκλητές ωτοακουστικές εκπομπές. Β. Παροδικές αυτόματες ωτοακουστικές εκπομπές. Γ. Ωτοακουστικές εκπομπές, που είναι προϊόντος παραμόρφωσης
Εάν ένα άτομο έχει φυσιολογική ακοή, θα παράγει ωτοακουστικές εκπομπές. Εάν όμως ένα άτομο έχει απώλεια ακοής, που είναι μεγαλύτερη από 25–30 ντεσιμπέλ (dB), δεν θα παράγει αυτούς τους πολύ απαλούς ήχους[52].
Αυτή η εξέταση μπορεί επίσης να δείξει εάν υπάρχει απόφραξη στο εξωτερικό ή το μέσο αυτί. Εάν υπάρχει απόφραξη, κανένας ήχος δεν θα μπορεί να περάσει στο εσωτερικό αυτί. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα υπάρχει δόνηση ή ήχοι που θα επανέλθουν προς τα πίσω.
Η εξέταση των ωτοακουστικών εκπομπών, που είναι προϊόντος παραμόρφωσης [distortion product otoacoustic emissions (DPOAEs)], περιλαμβάνει το γράφημα του προϊόντος παραμόρφωσης (DP-gram) και τις λειτουργίες εισόδου/εξόδου των DPOAEs [DPOAEs input/output functions][35].
Όπως απέδειξαν ο Alshabory HF και οι συνεργάτες (2021) οι ασθενείς με εμβοές και φυσιολογικό ακοογράφημα μπορεί να έχουν νευρική δυσλειτουργία, είτε στο επίπεδο του κοχλία, όπως φαίνεται στα μειωμένα επίπεδα DPOAE, και στις αλλαγές της φυσιολογικής λειτουργίας του προϊόντος παραμόρφωσης εισόδου/εξόδου (DP-I/O) που καταγράφηκαν στην έρευνα 50 ασθενών τους με εμβοές και φυσιολογικό ακοόγραμμα[13].
Η εξέταση των ωτοακουστικών εκπομπών είναι πιο ευαίσθητη στην ανίχνευση μιας κοχλιακής βλάβης που έχει προκληθεί από έκθεση του πάσχοντος σε θόρυβο, συγκριτικά από την εξέταση του ασθενούς με ένα κλασσικό ακοόγραμμα. Με τη δοκιμασία των ωτοακουστικών εκπομπών μετράται συγκεκριμένα η λειτουργία των τριχωτών κυττάρων, που υπάρχουν μέσα στον κοχλία. Η συσκευή καταγραφής των ωτοακουστικών εκπομπών χρησιμοποιεί έναν απαλό κλικ θόρυβο και ένα εξειδικευμένο μικρόφωνο μετρά τις εκπομπές που παράγονται από τον κοχλία ως απόκριση.
Για κάποιον που έχει εκτεθεί σε πολύ θόρυβο, είναι πολύ συνηθισμένο να υπάρχουν αλλαγές ή μειώσεις στη λειτουργία των εξωτερικών τριχωτών κυττάρων του εσωτερικού αυτιού. Το τεστ ωτοακουστικών εκπομπών είναι πολύ ευαίσθητο, επομένως μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την έγκαιρη ανίχνευση της βλάβης της ακοής λόγω έκθεσης σε θόρυβο σε ασθενείς με εμβοές των οποίων η απώλεια ακοής δεν είναι ακόμη εμφανής στο τεστ καθαρού τόνου (ακοoγράφημα). Σε αυτούς τους ασθενείς, τα κοχλιακά εξωτερικά τριχωτά κύτταρα δεν είναι φυσιολογικά, που σημαίνει ότι δεν είναι τόσο λειτουργικά, όσο ήταν κάποτε στο παρελθόν.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα ερευνητών των ωτοακουστικών εκπομπών σε ασθενείς με εμβοές έχει βρεθεί σημαντική διαφορά στα αποτελέσματα των ωτοακουστικών εμβοών μεταξύ της ομάδας ατόμων που έπασχαν από εμβοές και των ατόμων ομάδας ελέγχου. Τα ευρήματα έδειξαν ότι πάνω από το 90% των ασθενών που έχουν εμβοές και φυσιολογική ακοή στο τεστ καθαρού τόνου (ακοογράφημα) εμφανίζουν μειωμένη λειτουργία στο τεστ των ωτοακουστικών εκπομπών [14].
Ήπιες αλλαγές της ακουστικής ικανότητας που σχετίζονται με την ηλικία
Η σχετιζόμενη με την ηλικία απώλεια ακοής (ΗΑΑ) και οι εμβοές που τις συνοδεύουν είναι το πιο διαδεδομένο αισθητηριακό έλλειμμα στους ηλικιωμένους. Αυτή η προοδευτική παθολογία έχει συχνά ψυχολογικές και ιατρικές συννοσηρότητες, όπως η κοινωνική απομόνωση, η κατάθλιψη και η γνωστική έκπτωση. Παρά τον τεράστιο κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο της ΗΑA, δεν υπάρχουν θεραπείες για την πρόληψη ή την επιβράδυνση της εξέλιξής της. Η απώλεια των συνάψεων μεταξύ των εσωτερικών τριχωτών κυττάρων και των νευρώνων του σπειροειδούς γαγγλίου, γνωστή και ως συναπτοπάθεια των εσωτερικών τριχωτών κυττάρων, είναι ένα πρώιμο συμβάν στη γήρανση του κοχλία, που προηγείται της απώλειας νευρωνικών και τριχωτών κυττάρων[15].
Η σχετιζόμενη με την ηλικία απώλεια ακοής ή πρεσβυακοΐα αλλάζει κατά τη διάρκεια της ζωής και τείνει να γίνεται πιο έντονη μετά το 65ο έτος και σχετίζεται με δύο βασικά συμπτώματα: Απώλεια ευαισθησίας στον ήχο, ειδικά για ήχους υψηλών συχνοτήτων, και μειωμένη ικανότητα κατανόησης της ομιλίας σε θορυβώδες περιβάλλον. Αυτό το φαινόμενο αφορά τόσο τις περιφερειακές δομές του εσωτερικού αυτιού, όσο και τις κεντρικές νευρικές ακουστικές οδούς. Αρκετοί μηχανισμοί έχουν αναγνωριστεί ως προ-γήρανση στον ανθρώπινο κοχλία. Το κυριότερο είναι το οξειδωτικό στρες. Ο φυσιολογικός εκφυλισμός του εσωτερικού αυτιού μπορεί να επηρεαστεί τόσο από εγγενείς καταστάσεις, όπως η γενετική προδιάθεση, όσο και από εξωγενείς, όπως η έκθεση στον θόρυβο. Το μέγεθος της νευρωνικής απώλειας προηγείται και υπερβαίνει αυτό της απώλειας των εσωτερικών τριχωτών κυττάρων, η οποία είναι επίσης λιγότερο σημαντική από την απώλεια των εξωτερικών τριχωτών κυττάρων.
Οι ασθενείς με απώλεια ακοής συχνά αναπτύσσουν ατροφία του κροταφικού λοβού (ακουστικός φλοιός του εγκεφάλου) και γλοίωση του εγκεφάλου, που μπορεί να συμβάλουν στην ανάπτυξη κεντρικής απώλειας της ακοής. Η παρουσία υπερεντάσεων της λευκής ουσίας στη μαγνητική τομογραφία, η οποία είναι η ακτινολογική αναπαράσταση της γλοίωσης του εγκεφάλου, μπορεί να δικαιολογήσει μια κεντρική απώλεια της ακοής λόγω απομυελίνωσης των νευρώνων των ανώτερων ακουστικών οδών.
Πρόσφατα, η παρουσία των υπερεντάσεων της λευκής ουσίας στη μαγνητική τομογραφία έχει συσχετιστεί με την αδυναμία σωστής κατανόησης των λέξεων σε ηλικιωμένους με φυσιολογικά κατώφλια ακουστικής ικανότητας[16].
Οι παραπάνω αλλαγές δεν γίνονται όλες μετά την ηλικία των 65 ετών. Πρόσφατη έρευνα έχει αποκαλύψει φυσιολογικές ενδείξεις αλλαγών στο ακουστικό σύστημα, οι οποίες αρχίζουν να λαμβάνουν χώρα σε πολύ μικρότερη ηλικία. Για πολλούς ανθρώπους, αυτές οι αλλαγές ξεκινούν στα 50 ή και στα 40 τους. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε έκθεση σε θόρυβο κατά τη διάρκεια της ζωής ή σε μέρος της διαδικασίας γήρανσης.
Πολλοί άνθρωποι στα 40 και στα 50 τους αρχίζουν να παρατηρούν δυσκολία στην κατανόηση της ομιλίας, όταν βρίσκονται σε πολυσύχναστα μέρη, όπως εστιατόρια, κοσμικές συγκεντρώσεις, κλπ. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί οι άνθρωποι να μιλούν πιο δυνατά από τον θόρυβο του περιβάλλοντος για να το καταλάβουν τι λέει ο συνομιλητής τους. Αυτή η σχέση μεταξύ ομιλίας και θορύβου ονομάζεται λόγος σήματος προς θόρυβο. Η ανάγκη για υψηλότερο λόγο σήματος προς θόρυβο είναι ένα άλλο σημάδι ενός προβλήματος ακουστικής επεξεργασίας που σχετίζεται με αυτό που ονομάζεται «κρυφή απώλεια ακοής».
Κρυφή απώλεια ακοής (Κοχλιακή Συναπτοπάθεια)
Η κρυφή απώλεια ακοής που συχνά ονομάζεται κοχλιακή συναπτοπάθεια επηρεάζει τις προσαγωγές συνάψεις των εσωτερικών τριχωτών κυττάρων. Αυτή η περιγραφή έρχεται σε αντίθεση με τα παραδοσιακά μοντέλα απώλειας ακοής, η οποία επηρεάζει κυρίως τα ακουστικά νευρικά κύτταρα. Στην κρυφή απώλεια ακοής έχουν υποστεί σοβαρή βλάβη οι συνάψεις των νευρικών ινών με αργό ρυθμό αυτόματης πυροδότησης, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για τον εντοπισμό του ήχου σε περιβάλλον με θόρυβο. Επιπλέον, πρόσφατη έρευνα υποδηλώνει ότι η κρυφή απώλεια ακοής μπορεί επίσης να σχετίζεται με την απομυελίνωση του κοχλιακού νεύρου. Η έκθεση στο θόρυβο προκαλεί απώλεια του πάχους του περιβλήματος της μυελίνης. Ο όρος «κρυφή απώλεια ακοής» αναφέρεται σε διάφορες αλλαγές στο ακουστικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένης της ακουστικής περιφέρειας, των ακουστικών νευρικών ινών, του ακουστικού εγκεφαλικού στελέχους και του κεντρικού ακουστικού συστήματος. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα στην αντίληψη της ομιλίας[17] και σε χρόνιες εμβοές, ακόμα κι αν το άτομο έχει φυσιολογική ακοή σύμφωνα με το ακοόγραμμά του. Σε άτομα με κρυφή απώλεια ακοής, οι ωτοακουστικές εκπομπές μπορεί να αποκαλύψουν αισθητή μείωση του όγκου ή της ισχύος των κοχλιακών εκπομπών.
Η κρυφή απώλεια ακοής (HHL), μια πρόσφατα περιγραφείσα ακουστική διαταραχή, έχει προταθεί ότι επηρεάζει την ακουστική νευρική επεξεργασία και την ακουστική οξύτητα σε άτομα με φυσιολογικά ακοομετρικά όρια, ιδιαίτερα σε θορυβώδη περιβάλλοντα[18].
Σε αντίθεση με τις διαταραχές της κεντρικής ακουστικής επεξεργασίας, η κρυφή απώλεια ακοής προκαλείται από ελαττώματα στον κοχλία, το περιφερικό ακουστικό όργανο. Η έκθεση στο θόρυβο, η γήρανση, τα ωτοτοξικά φάρμακα και οι περιφερικές νευροπάθειες είναι μερικοί από τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου για κρυφή απώλεια ακοής[19].
Η κρυφή βαρηκοΐα (HHL) είναι μια πρόσφατα περιγραφείσα ακουστική νευροπάθεια που πιστεύεται ότι συμβάλλει στηn ικανότητα διάκρισης της ομιλίας και στα ελλείμματα κατανόησης της ακουόμενης ομιλίας σε άτομα με φυσιολογικές ακοοολογικές εργαστηριακές εξετάσεις. Τα ζώα και οι άνθρωποι με κρυφή βαρηκοΐα έχουν φυσιολογικά ακουστικά κατώφλια, αλλά ελαττωματική κοχλιακή νευροδιαβίβαση, δηλαδή μειωμένο υπερουδικό πλάτος του δυναμικού δράσης της ένωσης ακουστικού νεύρου που προκαλείται από τον ήχο.
Επί του παρόντος, ο μόνος κυτταρικός μηχανισμός που είναι γνωστός για την κρυφή βαρηκοΐα είναι η απώλεια των συνάψεων των εσωτερικών τριχωτών κυττάρων (συναπτοπάθεια). Η παροδική απώλεια των κοχλιακών κυττάρων του Schwann έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μόνιμων ακουστικών ελλειμμάτων, που είναι χαρακτηριστικά της κρυφής βαρηκοΐας. Αυτή η ακουστική νευροπάθεια δεν σχετίζεται με συναπτική απώλεια, αλλά μάλλον με διαταραχή των πρώτων ημίκομβων στο περιφερικό άκρο του ακουστικού νεύρου. Αυτός είναι ένας νέος μηχανισμός για την κρυφή βαρηκοΐα, που ρίχνει φως στα επακόλουθα της παροδικής απώλειας κυττάρου του Schwann στην ακοή και μπορεί να εμβαθύνει στις αιτίες των ακουστικών ελλειμμάτων που αναφέρονται σε ασθενείς που ανανήπτουν από οξείες απομυελινωτικές νόσους, όπως το σύνδρομο Guillain-Barré[20].
Η διάγνωση της κρυφής απώλειας ακοής μπορεί να γίνει με την ειδική εξέταση που ονομάζεται ακουστική απόκριση εγκεφαλικού στελέχους, μετρώντας τα προκλητά ακουστικά δυναμικά (auditory evoked potentials). Αυτή η εξέταση βοηθά στον εντοπισμό προβλημάτων ακοής χρησιμοποιώντας ηλεκτρόδια, ενώ οι ήχοι αναπαράγονται στα αυτιά. Αυτή η δοκιμασία βοηθά στην αξιολόγηση του ακουστικού συστήματος ξεκινώντας από το ακουστικό νεύρο μέχρι το κεντρικό ακουστικό σύστημα, εξετάζοντας την ηλεκτρική δραστηριότητα που παράγεται από αυτές τις δομές. Αυτές οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση της συναπτικής δραστηριότητας μεταξύ των εσωτερικών τριχωτών κυττάρων και του ακουστικού νεύρου[21]. Μετρώντας τα προκλητά ακουστικά δυναμικά σε ασθενείς με εμβοές και φυσιολογικά ακοογραφήματα εμφανίζεται σημαντικά μειωμένο εύρος του δυναμικού κύματος Ι στην ακουστική απόκριση του εγκεφαλικού στελέχους [25], υποδηλώνοντας βλάβη των τριχωτών κυττάρων και/ή των ακουστικών νευρικών ινών ήδη σε φυσιολογικά ακοομετρικά κατώφλια. Συνολικά, αυτές οι μελέτες υποστηρίζουν τη θεωρία της «κρυφής απώλειας ακοής» σε ασθενείς με εμβοές.
Η μείωση της ακουστικής ευαισθησίας στις υψηλές συχνότητες ως αιτία των εμβοών με φυσιολογικό ακοογράφημα
Μια άλλη πιθανή εξήγηση της ύπαρξης εμβοών σε άτομα με φυσιολογικό ακοόγραμμα μπορεί να είναι η μείωση της ακουστικής ευαισθησίας τους στις υψηλές συχνότητες. Αυτοί οι ήχοι υψηλής συχνότητας είναι συνήθως οι πρώτες συχνότητες που επηρεάζονται από την απώλεια ακοής που σχετίζεται με την ηλικία και διερευνώνται με την εκτεταμένη ακοομετρία υψηλής συχνότητας (>8 kHz) , η οποια όμως δεν είναι συνήθως μια εξέταση ρουτίνας ελέγχου της ακοής. Γιαυτό το λόγο ορισμένα άτομα μπορεί να μη διαγνωστούν ότι έχουν μειωμένη ευαισθησία ακοής υψηλής συχνότητας[22, 24].
Η βλάβη των τριχωτών κυττάρων που κωδικοποιούν συχνότητες μεταξύ των ελεγχόμενων συχνοτήτων ή άνω των 8 kHz δεν ανιχνεύεται από τη συμβατική ακοομετρία. Αντίστοιχα, οι ασθενείς με εμβοές με φυσιολογικά ακοογράμματα είχαν πιο συχνά κοχλιακές νεκρές περιοχές [23] και βλάβη των εξωτερικών τριχωτών κυττάρων και εξασθενημένα όρια ακοής στην εκτεταμένη περιοχή υψηλής συχνότητας [24] σε σύγκριση με ομάδες ελέγχου[24, 25].
Επιπλέον, ορισμένες αξιολογήσεις ακοής ενδέχεται να μην περιλαμβάνουν όλες τις συχνότητες που είναι διαθέσιμες για εξέταση, όπως οι συχνότητες μεταξύ οκτάβων (δηλαδή τα 1500, 3000 και 6000Ηz). Η εξέταση που περιλαμβάνει συχνότητες μεταξύ οκτάβων μπορεί να είναι η πιο ακριβής. Η απώλεια ακοής ενός ατόμου μπορεί να υπάρχει μόνο σε μια συγκεκριμένη ενδιάμεση συχνότητα και αυτό ενδέχεται να παραβλεφθεί, κάνοντας ένα τυπικό ακοογράφημα ρουτίνας. Βάσει των παραπάνω όταν γίνεται ακοολογική έρευνα ατόμων με εμβοές πρέπει να γίνεται και η ακοομετρία υψηλής συχνότητας και ο έλεγχος των ενδιάμεσων οκτάβων. Όσον αφορά την ακοομετρία υψηλής συχνότητας, δεδομένου ότι οι περισσότερες εμβοές είναι ήχοι υψηλού κουδουνίσματος, αυτή η εξέταση συχνά αποκαλύπτει ότι το ύψος των εμβοών (η ακουστική συχνότητα) ταιριάζει με το εύρος συχνοτήτων της απώλειας ακοής[25, 26, 28].
Θεραπεία για τις εμβοές σε ασθενείς με φυσιολογική ακοή
Ανεξάρτητα από τις αιτίες των εμβοών, τα άτομα με φυσιολογικά όρια ακοής που έχουν ενοχλητικές χρόνιες εμβοές θα πρέπει να ακολουθήσουν θεραπεία για τις εμβοές. Παντοτε πρέπει να προηγείται ένας πλήρης ακοολογικός έλεγχος και λεπτομερής λήψη του ιατρικού ιστορικού του ατόμου με χρόνιες εμβοές. Το επόμενο βήμα είναι η εφαρμογή ενός προγράμματος θεραπείας εμβοών, όπως η θεραπεία επανεκπαίδευσης εμβοών [28].
Η θεραπεία επανεκπαίδευσης εμβοών (TRT) είναι μια επαναστατική, αλλά αμφιλεγόμενη προσέγγιση των ασθενών με χρόνιες εμβοές, που συνδυάζει τη δύναμη του ήχου και την παροχή συμβουλών για να μειώσει την αντίληψή του ασθενούς για τις εμβοές. Αυτή η τεχνική αιχμής διδάσκει τον εγκέφαλό του πάσχοντος ατόμου να αγνοεί τους παρεμβαλόμενους θορύβους, εμποδίζοντάς τους τελικά να προκαλούν ενόχληση ή να αποσπούν την προσοχή του πάσχοντος. Η θεραπεία επανεκπαίδευσης εμβοών (TRT) είναι ένα διεθνώς αναγνωρισμένο, αλλά αμφιλεγόμενο, πρωτόκολλο αβέβαιης αποτελεσματικότητας που χρησιμοποιεί ειδική εκπαιδευτική συμβουλευτική για τις εμβοές και ηχοθεραπεία και της επίγνωσής του για τις εμβοές[29].
Αν ο ή η ωτορινολαρυγγολόγος αποκλείσει ως αιτία των εμβοών κάποια υποκείμενη πάθηση και τα αποτελεσματα της ακοομέτρησης, της τυμπανομετρίας και των ακουστικών αντανακλαστικών είναι φυσιολογικά, τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το πάσχον από εμβοές άτομο να έχει κρυφή απώλεια ακοής. Στα άτομα αυτά θα μπορούσε να υπάρχει κάποιου βαθμού βλάβη, όπως μια πτώση της ακοής στις συχνότητες μετά τα 8000Hz ή σε κάποια από τις ενδιάμεσες συχνότητες, που παρεμβάλλονται μεταξύ των κλασικών συχνοτήτων του τυπικού ακοογραφήματος/ Αν πράγματι αυτό συμβαίνει , τότε αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν αλλαγές στα έσω τριχωτά κύτταρα του κοχλία και σε αυτό το γεγονός οφείλονται οι εμβοές.
Όταν ο κοχλίας είναι κατεστραμμένος, προκαλεί έναν καταρράκτη γεγονότων όπου ένα ατελές ή παραμορφωμένο ηχητικό σήμα στέλνεται στον εγκέφαλο. Ελλείψει πλήρους ακουστικής αντίληψης, ο εγκέφαλός του πάσχοντος ατόμου αντισταθμστικά στέλνει το σήμα , που γίνεται αντιληπτό ως εμβοές.
Η αντίληψη των εμβοών μπορεί να οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο σχηματισμού αρνητικών σκέψεων και συνηθειών γύρω από τις εμβοές. Αυτό μπορεί στη συνέχεια να δημιουργήσει πρόσθετα προβλήματα όπως άγχος, επιδείνωση της ψυχικής υγείας και μειωμένη ποιότητα ζωής. Μέχρι τώρα δεν υπάρχει φάρμακο που να εξουδετρώνει τις εμβοές σε άτομα με φυσιολογικό ακοογράφημα. Την τελευταία δεκαετία πολλοί ωτορινολαρυγγολόγοι στην προσπάθειά τους να βοηθήσουν τους ασθενείς τους να ανακουφιστούν από τις εμβοές και την κατάθλιψη και το άγχος , που σε πολλά άτομα δημιουργούν, τους χορηγούν τα κλασικά ηρεμιστικά ή αντικαταθλιπτικά φάρμακα, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, αλλά και με τον κίνδυνο οι πάσχοντες να υποστούν τις συνέπειες των παρενεργειών αυτών των φαρμάκων και τον κίνδυνο της εξάρτησης από τα ηρεμιστικά.
Σήμερα που έχουν γίνει γνωστοί οι μηχανισμοί της κρυφής βαρηκοΐας, η διαταραχή των μεταβιβαστών μεταξύ των έξω τριχωτών κυττάρων του κοχλία και των νευρικών ινών του ακουστικού νεύρου, η διαταραχή της μικροκυκλοφορίας στον κοχλία και η εκφύλιση της μυελίνης των νευρικών κυττάρων που συμμετέχουν στη μεταβίβαση του ακουστικού ερεθίσματος στον εγκέφαλο χορηγούνται μη φαρμακευτικές ουσίες, που δεν έχουν παρενέργειες, όπως το Accougkel, το οποίο περιέχει σε κάθε κάψουλά του τα ακόλουθα συστατικά::
Βιταμίνες Β6, Β9, Β12: η βιταμίνες Β6, Β9, Β12 διευκολύνουν τη μικροκυκλοφορία στον κοχλία, η δε βιταμίνη Β12 δρα νευροπροστατευτικά και συμβάλλει στην προστασία της μυελίνης των νεύρων (η έλλειψη βιταμίνης Β12 μπορεί να προκαλέσει συγκεκριμένα απομυελίνωση στον ακουστικό φλοιό του εγκεφάλου, επηρεάζοντας το κοχλιακό νεύρο, προκαλώντας συμπτώματα όπως εμβοές ή ακόμα και απώλεια ακοής)[37, 38].
Η βιταμίνη Β6 έχει αντιοξειδωτικές ιδιότητες και συμμετέχει στη σύνθεση των νευρομεταβιβαστών μεταξύ των έξω τριχωτών κυττάρων και του ακουστικού νεύρου, αλλά και των εγκεφαλικών νευρώνων[39].
Η βιταμίνη Β9 (φυλλικό οξύ), όταν λείπει από τον οργανισμό προκαλεί πρόωρη απώλεια ακοής μέσω μηχανισμών που περιλαμβάνουν κοχλιακό οξειδωτικό στρες και διαταραχή του μεταβολισμού της ομοκυστεΐνης[40].
Κιτρικό μαγνήσιο: Το κιτρικό μαγνήσιο μπορεί να μειώσει τη σοβαρότητα των χρόνιων ιδιοπαθών εμβοών, δρώντας ανταγωνιστικά προς το ασβέστιο, προκαλώντας αγγειοδιαστολή των αγγείων του κοχλία. Έχει επίσης αντιοξειδωτικές και αντι-NMDA (Anti-N-methyl-D-aspartate receptor) ιδιότητες[41, 42, 43].
Πικολινικός ψευδάργυρος: Ο πικολινικός ψευδάργυρος μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τις εμβοές από έκθεση σε θόρυβο, χωρίς όμως να βελτιώσει την ακουστική ικανότητα[44].
Μελατονίνη: Η μελατονίνη ευνοεί την έλευση και ομαλοποίηση του ύπνου και εξουδετερώνει την αντίληψη των εμβοών σημαντικά. Η μελατονίνη προστατεύει τον κοχλία του εσωτερικού αυτιού από βλάβες, που οφείλονται σε ακουστικό τραύμα και ωτοτοξικούς παράγοντες, καθώς και ελαχιστοποιεί τη σοβαρότητα των εμβοών[45].
L-θεανίνη: Η L-θεανίνη είναι παράγωγο του πράσινου τσαγιού, επιδεικνύει αντιστρές και αγχοκατασταλτική δράση χωρίς να προκαλεί υπνηλία την επομένη ημέρα και δρα ευεργετικά στα άτομα με χρόνιες εμβοές των αυτιών, τα οποία έτσι αποφεύγουν τα συμβατικά ηρεμιστικά ή τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα και τις παρενέργειές τους[46, 47].
Ginkgo Biloba: Το Ginkgo Biloba είναι δένδρο του οποίου το εκχύλισμα των φύλλων του έχει ισχυρή νοοτροπική δράση και χρησιμοποιείται για τη βελτίωση της μνήμης , την εγκεφαλική ανεπάρκεια, κατάθλιψη, ζάλη, εμβοές, πονοκέφαλο, διαταραχές της λειτουργίας του έσω ωτός, του εγκεφάλου, του αμφιβληστροειδούς χιτώνα, κλπ.
Το Ginkgo Biloba πιστεύεται ότι, αυξάνει τη μικροκυκλοφορία στο εσωτερικό αυτί και μπορεί να βοηθήσει στη σταθεροποίηση της απώλειας της ακοής και τη μείωση των εμβοών [48].
Οι σύγχρονες έρευνες αναφέρουν ότι το εκχύλισαμα του Ginkgo Biloba, όταν χορηγείται μόνο του ή όταν χορηγείται με άλλα αντιοξειδωτικά δρα αποτελεσματικά κατά των εμβοών[49]. Το εκχύλισμα του Ginkgo Biloba, εκτός από τα άτομα με εμβοές συνήθως χορηγείται σε ασθενείς που πάσχουν από νόσο του Alzheimer σε πρώιμο στάδιο, αγγειακή άνοια, περιφερική χωλότητα και τις εμβοές των αυτιών αγγειακής προέλευσης. Έχει αποδειχτεί σε πειραματόζωα, στα οποία προκλήθηκε τεχνητή υποξία ότι το Ginkgo Biloba προκαλεί αύξηση της ροής του αίματος στον κοχλία του έσω ωτός[50].
Bacopa monnieri: Το φυτό Bacopa monnieri, ασκεί ισχυρή νοοτροπική δράση, δηλαδή βελτιώνει τη γνωστική λειτουργία του εγκεφάλου και προκαλεί ευεργετική χαλάρωση του νευρικού συστήματος, χωρίς να προκαλεί υπνηλία. Το Bacopa monnieri μπορεί να εξομαλύνει τη λειτουργία του έσωτερικού αυτιού, ενισχύοντας την ακουστική ικανότητα και μειώνοντας την ένταση και τη συχνότητα εκδήλωσης των εμβοών με την ισχυρή αντιοξειδωτική και αντιφλεγμονώδη δράση του. Συνέπεια αυτής της δράσης είναι η ανάσχεση μιας εξελισσόμενης βαρηκοΐας και των εμβοών των αυτιών σε σημαντικό ποσοστό ασθενών[51].
Το Bacopa monnieri μέσω της νευροπροστατευτικής και νευροτονωτικής δράσης του, της επίδρασής του στις νευρικές συνάψεις και καταστέλλοντας το άγχος, την κατάθλιψη μπορεί να συμβάλλει στη μείωση ή την εξάλειψη των εμβοών. Το Gingko Biloba και Bacopa monnieri, τα οποια ασκούν ισχυρή νοοτροπική δράση, δηλαδή βελτιώνουν τη γνωστική λειτουργία του εγκεφάλου και προκαλούν ευεργετική χαλάρωση του νευρικού συστήματος, χωρίς να προκαλούν υπνηλία. Συνέπεια αυτής της δράσης είναι η ανάσχεση μιας εξελισσόμενης βαρηκοΐας και των εμβοών των αυτιών σε σημαντικό ποσοστό ασθενών[51],
Αν και οι εμβοές προκαλούνται συνήθως από βλάβες του ακουστικού συστήματος, ο ρόλος των συναισθηματικών και ψυχολογικών παραγόντων που προκαλούν και διατηρούν την ενόχληση έχει αποδειχθεί σε μελέτες των εμβοών[48].
Η νευροπροστατευτική, νευροτονωτική, αντιφλεγμονώδης, αντιοξειδωτική και εξισορροποιητική δράση των νευρομεταβιβαστών από το Bacopa monnieri ενισχύεται και επαυξάνεται όταν συγχορηγείται μαζί με όλες τις αντιοξειδωτικές και νευροπροστατευτικές ουσίες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Όλα αυτά τα δραστικά συστατικά, υπό ειδική αναλογία περιέχονται σε μία κάψουλα του ακοοπροστατευτικού και νευροπροστατευτικού συμπληρώματος διατροφής Acougkel.
Η δοσολογία του Acougkel για τις χρόνιες εμβοές και τη νευραισθητήρια βαρηκοία είναι μια κάψουλα πρωί και βράδυ για τρεις μήνες.
Oοι έρευνες που έχουν γίνει in vitro και in vivo έδειξαν ότι τουλάχιστον στις εμβοές που οφείλονται στη χρήση ασπιρίνης μπορεί να μειωθούν με τη λήψη συμπληρώματος που περιέχει ρεσβερατρόλη. Πλούσιο σε ρεσβερατρόλη είναι το βιολογικό, γλυκό κόκκινο Αγιωργίτικο κρασί νεμέας, Gkelanto. Tα άτομα με εμβοές μπορεί να καταναλώνουν δύο κουταλιές της σούπας κάθε βράδυ , προ του ύπνου.
Σε περίπτωση που αντενδείκνυται η χρήση οινοπνεύματος μπορεί να παίρνει κανείς τις κάψουλες του συμπληρώματος διατροφής, Vinogkelin. Oοι κάψουλες vinogkelin περιέχουν σκόνη αποξηραμένων σπόρων, φλουδών και μίσχων του βιολογικού κόκκινου Αγιωργίτικου σταφυλιού Νεμέας, από το βιολογικό αμπελώνα “Γκέλικος”. Για τις εμβοές μπορεί να καταναλώνει κανείς μια κάψουλα Vinogkelin πρωί μεσημέρι βράδυ επί τρεις μήνες.
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση
1.Berthold Langguth, Peter M Kreuzer, Tobias Kleinjung, Dirk De Ridder. Tinnitus: causes and clinical management. Lancet Neurol. 2013 Sep;12(9):920-930.
2.Di Stadio A, Dipietro L, Ricci G, Della Volpe A, Minni A, Greco A, de Vincentiis M, Ralli M. Hearing Loss, Tinnitus, Hyperacusis, and Diplacusis in Professional Musicians: A Systematic Review. Int J Environ Res Public Health. 2018 Sep 26;15(10):2120.
3.Meng X, Wang J, Sun J, Zhu K. COVID-19 and Sudden Sensorineural Hearing Loss: A Systematic Review. Front Neurol. 2022 Apr 28;13:883749
4.Malesci R, Brigato F, Di Cesare T, Del Vecchio V, Laria C, De Corso E, Fetoni AR. Tinnitus and Neuropsychological Dysfunction in the Elderly: A Systematic Review on Possible Links. J Clin Med. 2021 Apr 27;10(9):1881.
5.Jastreboff P. J.. (1990). Phantom auditory perception (tinnitus): mechanisms of generation and perception. Neurosci. Res. 8, 221–254. 10.1016/0168-0102(90)90031-9
6.Rauschecker J. P., Leaver A. M., Mühlau M. (2010). Tuning out the noise: limbic-auditory interactions in tinnitus. Neuron 66, 819–826. 10.1016/j.neuron.2010.04.032
7.Roberts L. E., Eggermont J. J., Caspary D. M., Shore S. E., Melcher J. R., Kaltenbach J. A. (2010). Ringing ears: the neuroscience of tinnitus. J. Neurosci. 30, 14972–14979. 10.1523/JNEUROSCI.4028-10.2010
8.Sanchez T. G., Medeiros I. R. T. d., Levy C. P. D., Ramalho J. d. R. O., Bento R. F. (2005). Tinnitus in normally hearing patients: clinical aspects and repercussions. Brazil. J. Otorhinolaryngol. 71, 427–431. 10.1016/S1808-8694(15)31194-0
9.Zhao F., Manchaiah V. K. C., French D., Price S. M. (2010). Music exposure and hearing disorders: an overview. Int. J. Audiol. 49, 54–64. 10.3109/14992020903202520
10.Sheldrake J., Diehl P. U., Schaette R. (2015). Audiometric characteristics of hyperacusis patients. Front. Neurol. 6:105. 10.3389/fneur.2015.00105
11.Liberman MC, Kujawa SG. Cochlear synaptopathy in acquired sensorineural hearing loss: Manifestations and mechanisms. Hear Res. 2017 Jun;349:138-147.
12.Liberman MC, Kujawa SG. Cochlear synaptopathy in acquired sensorineural hearing loss: Manifestations and mechanisms. Hear Res. 2017 Jun;349:138-147.
13.Alshabory HF, Gabr TA, Kotait MA. Distortion Product Otoacoustic Emissions (DPOAEs) In Tinnitus Patients. Int Arch Otorhinolaryngol. 2021 Mar 29;26(1):e046-e057.
14.LePrell C, Hensley BN, Campbell KCM, Halll JW III & Guire K. (2011). Evidence of hearing loss in a “normally-hearing” college-student population. International Journal of Audiology, 50 Supplement 1, S21-23
15.Cassinotti LR, Ji L, Borges BC, Cass ND, Desai AS, Kohrman DC, Liberman MC, Corfas G. Cochlear Neurotrophin-3 overexpression at mid-life prevents age-related inner hair cell synaptopathy and slows age-related hearing loss. .Aging Cell. 2022 Oct;21(10):e13708.
16.Guerrieri M, Di Mauro R, Di Girolamo S, Di Stadio A. Hearing and Ageing. Subcell Biochem. 2023;103:279-290
17.Roland Schaette 1, David McAlpineTinnitus with a normal audiogram: physiological evidence for hidden hearing loss and computational model. J Neurosci. 2011 Sep 21;31(38):13452-7.
18.Fernandez KA, Guo D, Micucci S, De Gruttola V, Liberman MC, Kujawa SG. Noise-induced Cochlear Synaptopathy with and Without Sensory Cell Loss. Neuroscience. 2020 Feb 10;427:43-57.
19.David C Kohrman, Guoqiang Wan, Luis Cassinotti , Gabriel Corfas. Hidden Hearing Loss: A Disorder with Multiple Etiologies and Mechanisms. Cold Spring Harb Perspect Med. 2020 Jan 2;10(1):a035493.
20.Guoqiang Wan, Gabriel Corfas . Transient auditory nerve demyelination as a new mechanism for hidden hearing loss. Nat Commun. 2017 Feb 17;8:14487.
21.Liberman MC, Epstein MJ, Cleveland SS, Wang H, Maison SF. Toward a Differential Diagnosis of Hidden Hearing Loss in Humans. PLoS One. 2016 Sep 12;11(9):e0162726
22.Veronika Vielsmeier, Astrid Lehner, Jürgen Strutz, Thomas Steffens, Peter M Kreuzer, Martin Schecklmann, Michael Landgrebe, Berthold Langguth, Tobias Kleinjung. The Relevance of the High Frequency Audiometry in Tinnitus Patients with Normal Hearing in Conventional Pure-Tone Audiometry. Biomed Res Int. 2015;2015:302515.
23.Weisz N., Müller S., Schlee W., Dohrmann K., Hartmann T., Elbert T. The neural code of auditory phantom perception. The Journal of Neuroscience. 2007;27(6):1479–1484.
24.Fabijańska A., Smurzyński J., Hatzopoulos S., et al. The relationship between distortion product otoacoustic emissions and extended high-frequency audiometry in tinnitus patients. Part 1: normally hearing patients with unilateral tinnitus. Medical Science Monitor. 2012;18(12):CR765–CR770.
25.Schaette R., McAlpine D. Tinnitus with a normal audiogram: physiological evidence for hidden hearing loss and computational model. The Journal of Neuroscience. 2011;31(38):13452–13457.
26.Xiong B, Liu Z, Liu Q, et al. Missed hearing loss in tinnitus patients with normal audiograms. Hear Res 2019 Dec 1;384:107826.
27.Brandon T. Paul. Tinnitus with a Normal Audiogram. Is Hearing Damage Missed by Conventional Testing?
28.Brandon T Paul, Ian C Bruce, Larry E Roberts. Hear Res. 2017 Feb;344:170-182. Evidence that hidden hearing loss underlies amplitude modulation encoding deficits in individuals with and without tinnitus.
29.Jastreboff PJ. Tinnitus retraining therapy. Prog Brain Res. 2007;166:415-23.
30.Pienkowski M. Loud Music and Leisure Noise Is a Common Cause of Chronic Hearing Loss, Tinnitus and Hyperacusis. Int J Environ Res Public Health. 2021 Apr 16;18(8):4236
31.Maharajan N, Cho GW, Jang CH. Therapeutic Application of Mesenchymal Stem Cells for Cochlear Regeneration. In Vivo. 2021 Jan-Feb;35(1):13-22.
32.Jonathan Ashmore. Outer Hair Cells and Electromotility. Cold Spring Harb Perspect Med. 2019 Jul 1;9(7):a033522.
33.Wang Zheng, Jeffrey R Holt. The Mechanosensory Transduction Machinery in Inner Ear Hair Cells. Annu Rev Biophys. 2021 May 6;50:31-51.
34.Shubham Dadoo , Rohit Sharma, Vineet Sharma.Oto-acoustic emissions and brainstem evoked response audiometry in patients of tinnitus with normal hearing. Int Tinnitus J. 2019 Jan 1;23(1):17-25.
35.Eyyup Kara , Kübra Aydın, A Alperen Akbulut , Sare Nur Karakol , Serkan Durmaz, H Murat Yener, E Deniz Gözen, Halide Kara. Assessment of Hidden Hearing Loss in Normal Hearing Individuals with and Without Tinnitus. J Int Adv Otol. 2020 Apr;16(1):87-92.
36.Kujawa S. G., Liberman M. C. (2009). Adding insult to injury: cochlear nerve degeneration after “temporary” noise-induced hearing loss. J. Neurosci. 29, 14077–14085. 10.1523/JNEUROSCI.2845-09.2009
37.Singh C, Kawatra R, Gupta J, Awasthi V, Dungana H.Therapeutic role of Vitamin B12 in patients of chronic tinnitus: A pilot study. Noise Health. 2016 Mar-Apr;18(81):93-7.
38.Charu Singh, Rahul Kawatra, Jaya Gupta, Vishnu Awasthi, and Homnath Dungana. Therapeutic role of Vitamin B12 in patients of chronic tinnitus: A pilot study. Noise Health. 2016 Mar-Apr; 18(81): 93–97.
39.Dakshinamurti S, Dakshinamurti K. Antihypertensive and neuroprotective actions of pyridoxine and its derivatives.Can J Physiol Pharmacol. 2015 Dec;93(12):1083-90.
40.Raquel Martínez-Vega, Francisco Garrido, Teresa Partearroyo, Rafael Cediel, Steven H. Zeisel, Concepción Martínez-Álvarez, Gregorio Varela-Moreiras, Isabel Varela-Nieto, and María A. Pajares. Folic acid deficiency induces premature hearing loss through mechanisms involving cochlear oxidative stress and impairment of homocysteine metabolism.FASEB J. 2015 Feb; 29(2): 418–432.
41.I Sendowski. Μagnesium therapy in acoustic trauma Magnes Res. 2006 Dec;19(4):244-54.
42.Arie Gordin, David Goldenberg, Avishay Golz, Aviram Netzer, Henry Zvi Joachims Magnesium: a new therapy for idiopathic sudden sensorineural hearing loss. Otol Neurotol. 2002 Jul;23(4):447-51.
43.Michael J Cevette, David M Barrs, Alpen Patel, Kelly P Conroy, Sarah Sydlowski, Brie N Noble, Gregory A Nelson, Jan Stepanek. Phase 2 study examining magnesium-dependent tinnitus. Int Tinnitus J. 2011;16(2):168-73.
44.Yeh CW, Tseng LH, Yang CH, Hwang CF. Effects of oral zinc supplementation on patients with noise-induced hearing loss associated tinnitus: A clinical trial. Biomed J. 2019 Feb;42(1):46-52.
45.Hosseinzadeh A, Kamrava SK, Moore BCJ, Reiter RJ, Ghaznavi H, Kamali M, Mehrzadi S. Molecular Aspects of Melatonin Treatment in Tinnitus: A Review. Curr Drug Targets. 2019;20(11):1112-1128.
46.Juneja LR, Chu DC, Okubo T, Nagato Y, Yokogoshi H. L-theanine–a unique amino acid of green tea and its relaxation effect in humans. Trends Food Sci Technol. 1999;10:199–204.
47.Gomez-Ramirez M, Higgins BA, Rycroft JA, Owen GN, Mahoney J, Shpaner M, Foxe JJ. The deployment of intersensory selective attention: a high-density electrical mapping study of the effects of theanine. Clin Neuropharmacol. 2007;30:25–38.
48.Heinecke K., Weise C., Schwarz K., Rief W. Physiological and psychological stress reactivity in chronic tinnitus. J. Behav. Med. 2008;31(3):179–188
49.Chauhan B, Arya S, Chauhan K. Ginkgo biloba Administered Singly and Combined With Antioxidants in Tinnitus Patients.J Audiol Otol. 2023 Jan;27(1):37-44.
50.A Didier, M T Droy-Lefaix, C Aurousseau, Y Cazals.Effects of Ginkgo biloba extract (EGb 761) on cochlear vasculature in the guinea pig: morphometric measurements and laser Doppler flowmetry. Eur Arch Otorhinolaryngol. 1996;253(1-2):25-30.
51.Kujawa S. G., Liberman M. C. (2009). Adding insult to injury: cochlear nerve degeneration after “temporary” noise-induced hearing loss. J. Neurosci. 29, 14077–14085. 10.1523/JNEUROSCI.2845-09.2009
52. Kemp DT. Stimulated acoustic emissions from within the human auditory system. J Acoust Soc Am. 1978 Nov;64(5):1386-91
Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.
Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση, παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.