Το κοινό κρυολόγημα και η γρίπη εκδηλώνονται μια ορισμένη εποχή του έτους. Χωρίς αμφιβολία οι ιοί που μεταδίδουν το κοινό κρυολόγημα και τη γρίπη υπάρχουν κατά τη διάρκεια όλων των εποχών του έτους. Βλέπε: Κοινό κρυολόγημα και γρίπη
Είναι γνωστό στους πάντες ότι, οι κλινικές οντότητες του κοινού κρυολογήματος εκδηλώνονται κυρίως τους χειμερινούς μήνες. Στο ερώτημα, γιατί ενώ υπάρχουν στο περιβάλλον και στους ανθρώπους αυτοί οι παθογόνοι ιοί το κοινό κρυολόγημα και η γρίπη προκαλούνται μια ορισμένη εποχή του χρόνου, τώρα αρχίζει να δίδεται σαφής απάντηση. Μέχρι τώρα το φαινόμενο αυτό είχε αποδοθεί:
Α. Σε περιβαλλοντικούς παράγοντες που επιτρέπουν την επιβίωση και μετάδοση των παθογόνων ιών.
Β. Στην αλλαγή των ατμοσφαιρικών συνθηκών.
Γ. Στον τρόπο ζωής των ανθρώπων την εποχή που εμφανίζεται το κοινό κρυολόγημα και η γρίπη [1].
Η παραμονή σε κλειστούς χώρους με συνωστισμένο πλήθος ανθρώπων υποτίθεται ότι συμβάλλει στην εξάπλωση μια επιδημίας κοινού κρυολογήματος ή γρίπης, που παρατηρείται τους χειμερινούς μήνες στις περιοχές της γης με εύκρατο κλίμα.
Tα παραπάνω ισχύουν, αλλά δεν αρκούν να ερμηνεύσουν το φαινόμενο της χειμερινής εκδήλωσης των αναπνευστικών λοιμώξεων.
Επίσης, όλοι γνωρίζουμε ότι τους θερινούς μήνες ποτέ δεν προκαλείται επιδημία γρίπης. Οι ιοί της γρίπης και του κοινού κρυολογήματος υπάρχουν όλες τις εποχές του έτους σε όλους τους χώρους και σε όλους τους ανθρώπους.
Παρά τούτο οι άνθρωποι αρρωσταίνουν κυρίως τη χειμερινή περίοδο. Ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων αρρωσταίνει, όταν βρεθεί σε συνθήκες συνωστισμού σε κλειστό χώρο το χειμώνα. Οι άνθρωποι που συνωστίζονται στους ίδιου κλειστούς χώρους το καλοκαίρι δεν παθαίνουν κρυολόγημα ή γρίπη και χωρίς να είναι ανοσοποιημένοι κατά των παθογόνων ιών του κρυολογήματος ή της γρίπης.[2].
Επίσης είναι γνωστό ότι οι επιδημίες της γρίπης εκδηλώνονται την ίδια χρονική περίοδο του χειμώνα, ταυτόχρονα, σε χώρες που βρίσκονται κατά μήκος των ίδιων γεωγραφικών πλατών της υδρογείου σφαίρας, π.χ. της Ευρώπης και Β. Αμερικής. Αυτό θα μπορούσε να το αποδώσει κανείς στα σύγχρονα συγκοινωνιακά μέσα, που επιτρέπουν τις ταχείες μετακινήσεις πληθυσμών (π.χ. αεροπλάνα).
Όμως, επιδημίες γρίπης συνέβαιναν ταυτόχρονα στις χώρες του ίδιου γεωγραφικού πλάτους και τον περασμένο αιώνα, που ήταν αδύνατη η ταχεία μεταφορά ατόμων από ηπείρου σε ήπειρο. Έτσι σε διάστημα λίγων εβδομάδων μια επιδημία γρίπης εξαπλωνόταν και εξαπλώνεται ταυτόχρονα στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, χωρίς να έχουν ταξιδέψει πάσχοντες από τη μία ήπειρο στην άλλη [3].
Σήμερα το φαινόμενο της εξάπλωσης των επιδημιών μια ορισμένη εποχή του έτους στις χώρες που ανήκουν στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος αποδίδεται και στο γεγονός ότι το χειμώνα κυρίως οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν χαμηλές συγκεντρώσεις βιταμίνης D στο σώμα τους, πράγμα που περιορίζει την αμυντική ικανότητα του οργανισμού να αντιμετωπίσει αυτές τις λοιμώξεις.
Σχέση της εποχιακής εκδήλωσης του κοινού κρυολογήματος και της γρίπης με τις εποχιακές διακυμάνσεις των επιπέδων της βιταμίνης D
Τα επίπεδα της βιταμίνης D παρουσιάζουν διακυμάνσεις τις διάφορες εποχές του χρόνου. Αυτό έχει αποδειχτεί με τις μετρήσεις των συγκεντρώσεων επιπέδων του κύριου μεταβολίτη της βιταμίνης D, της 25-υδροξυβιταμίνης D [25(ΟΗ)D], τα οποία παρουσιάζουν εποχιακές διακυμάνσεις. Το καλοκαίρι είναι ανεβασμένα και το χειμώνα ελαττωμένα [4, 5].
Επίσης είναι καλά τεκμηριωμένη η γνώση ότι τα επίπεδα των συγκεντρώσεων της 25-υδροξυβιταμίνης D είναι διαφορετικά σε περιοχές της γης με διαφορετικό γεωγραφικό πλάτος.
Αυτές οι διακυμάνσεις των επιπέδων της βιταμίνης D οφείλονται στις διακυμάνσεις της υπεριώδους ακτινοβολίας Β του ηλιόφωτος, που υπάρχουν στα διάφορα γεωγραφικά πλάτη της γης, ανάλογα με την εποχή του έτους.
Το γεωγραφικό πλάτος της γης και η εποχή λοιπόν επηρεάζουν, τόσο την ποιότητα, όσο και την ποσότητα της ηλιακής ακτινοβολίας που φθάνει στην επιφάνεια της γης και ιδιαίτερα την υπεριώδη ακτινοβολία Β που ευθύνεται για τη φωτοσύνθεση της βιταμίνης D στο δέρμα [6, 7].
Οι ανοσοτροποποιητικές ιδιότητες της βιταμίνης D
Σήμερα επίσης είναι γνωστό ότι, η βιταμίνη D εκτός από την οστεοπροστατευτική δράση της, δρα και σε άλλους ιστούς του σώματος, που διαθέτουν υποδοχείς της.
Η βιταμίνη D είναι σημαντικός ανοσοτροποποιητικός παράγοντας. Μεταξύ των άλλων, η βιταμίνη D ενισχύει την παραγωγή των φυσικών αντιμικροβιακών πεπτιδίων της καθελκιδίνης, που παράγονται από τα μακροφάγα και των β-ντεφενσινών, που παράγονται από τα ενδοθηλιακά κύτταρα [7]. Τα παραπάνω πεπτίδια συμμετέχουν στην άμεση αδρανοποίηση των ιών [8].
Η έλλειψη της βιταμίνης D ευνοεί την εκδήλωση των λοιμώξεων
Η επάρκεια της βιταμίνης D μπορεί να τροποποιήσει την παραγωγή των κυτταροκινών, να περιορίσει τη φλεγμονή και να περιορίσει τη σοβαρότητα της ιογενούς πνευμονίας [9].
Η σχέση μεταξύ της έλλειψης βιταμίνης D [vitamin D deficiency] και της προδιάθεσης στις λοιμώξεις έχει γίνει αντιληπτή εδώ και πολλά χρόνια, χωρίς όμως να έχει ακόμη οριστικά αποδειχτεί.
Είναι γνωστός ο πνεύμονας των ραχιτικών παιδιών, που ήταν το προϊόν των συνεχών αναπνευστικών λοιμώξεων αυτών των παιδιών [10].
Στην προ των αντιβιοτικών εποχή χορηγούσαν στη φυματίωση ως θεραπεία το μουρουνέλαιο, που είναι πλούσιο σε βιταμίνη D.
Σήμερα η βιταμίνη D χορηγείται συμπληρωματικά μαζί με τα λοιπά αντιφυματικά φάρμακα στη θεραπεία της φυματίωσης [11].
Οι επιδημιολογικές μελέτες που έχουν γίνει μέχρι τώρα δείχνουν να υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των χαμηλών συγκεντρώσεων της βιταμίνης D και της συχνότητας των αναπνευστικών λοιμώξεων περιλαμβανομένης και της γρίπης [12, 13, 14].
Ο Sabetta JR,και οι συνεργάτες του (2010) ερεύνησαν σε 198 υγιείς ενήλικες, αν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της συχνότητας των οξέων ιογενών αναπνευστικών λοιμώξεων και των συγκεντρώσεων της βιταμίνης D στον ορό τους. Γιαυτό το λόγο μέτρησαν τα επίπεδα της από τις 10 Σεπτεμβρίου του 2009 μέχρι τις 10 Ιανουαρίου του 2010 (φθινόπωρο-χειμώνας) σε υγιείς ενηλίκους που ζούσαν ή εργάζονταν κοντά στο Greenwich, CT, USA (Γεωγραφικό πλάτος 41.038N, Γεωγραφικό μήκος 73.614W).
Στόχος της έρευνας ήταν να διαπιστωθεί αν, με την πτώση των επιπέδων της βιταμίνης D το φθινόπωρο και το χειμώνα, θα αυξανόταν η επίπτωση των αναπνευστικών ιογενών λοιμώξεων, όπως η γρίπη [15].
Η έρευνα αποκάλυψε ότι τα άτομα που διατηρούσαν επίπεδα 25-υδροξυβιταμίνης D στο αίμα τους από 38ng/ml [ nanograms ανά millilitre] ή περισσότερο είχαν μικρότερη πιθανότητα να προσβληθούν από ιογενείς λοιμώξεις, όπως η γρίπη, σε σύγκριση με εκείνα τα άτομα, τα οποία στο αίμα τους βρέθηκαν χαμηλότερα επίπεδα από τα 38ng/ml. Από τα 198 άτομα που παρακολουθήθηκαν, τα 18 , που διατήρησαν αυτά τα υψηλά επίπεδα καθ’ όλη τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος της μελέτης, μόνο τα τρία ανέπτυξαν ιογενείς λοιμώξεις.
Στα υπόλοιπα 180 άτομα, στα οποία βρέθηκαν χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα τους, τα 81, δηλαδή το 45%, έπαθε ιογενείς λοιμώξεις. Τα τρία άτομα στα οποία βρέθηκαν στο αίμα τους υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης D, αλλά αρρώστησαν, η ασθένειά τους διήρκεσε λιγότερες ημέρες, από το συνηθισμένο.
Με την παραπάνω έρευνα αποδεικνύεται όταν υπάρχουν 38ng/ml της 25(OH)D στον ορό του αίματος περιορίζεται ο κίνδυνος να πάθει κανείς ιογενή αναπνευστική λοίμωξη κατά 50%.
Πολλοί άνθρωποι δεν έχουν επαρκή επίπεδα 25(OH)D3 στον ορό του αίματός τους [< 32ng/ml], ενώ υπάρχουν δισεκατομμύρια άνθρωποι στη γη με ελλιπή ή ανεπαρκή επίπεδα [< 20ng/ml].
Το να έχει κανείς 38ng/ml θα πρέπει να έχει εκτεθεί με λογικό τρόπο στον ήλιο το καλοκαίρι, στο μέσο της ημέρας, γυμνός, για 10-15 λεπτά καθημερινά , να καταναλώνει τρόφιμα πλούσια σε βιταμίνη D [σαρδέλες, σκουμπρί, τόνος, σολομός] και τροφές εμπλουτισμένες με βιταμίνη D3.
Αν τα παραπάνω δεν είναι εύκολο να τηρηθούν , τότε αρκεί η συμπληρωματική , καθημερινή χορήγηση φυσικής και όχι συνθετικής βιταμίνης D3, που φέρεται μέσα σε βιολογικό εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο [D3 Gkelin drops] από το στόμα, κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου, χειμώνα και άνοιξης [Βλέπε παρακάτω δοσολογία βιταμίνης D3].
Ο Sabetta JR, και οι συνεργάτες του κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ελάττωση των επιπέδων της βιταμίνης D3 το χειμώνα στις περιοχές της γης με εύκρατο κλίμα συμβάλουν στην αύξηση της επίπτωσης της γρίπης τους ψυχρότερους μήνες του έτους[15].
Αυτά τα ευρήματα έχουν μεγάλη σημασία για τη διατήρηση της δημόσιας υγείας και την πρόληψη ή τον περιορισμό της επιδημίας μια γρίπης, ενώ μπορούν να εξηγήσουν την εποχικότητα που εκδηλώνονται ορισμένες λοιμώξεις. Επίσης, αυτά τα ευρήματα εξηγούν την υψηλότερη νοσηρότητα και θνησιμότητα, εξ αιτίας των αναπνευστικών λοιμώξεων στα άτομα, που στον ορό του αίματός τους υπάρχουν χαμηλές συγκεντρώσεις 25-υδροξυβιταμίνης D3.
Δεδομένης της ανοσοτροποποιητικής ικανότητας της βιταμίνης D3, τα συπεράσματα της έρευνας του Sabetta και των συνεργατών του ενισχύουν την άποψη ότι, υπάρχει σχέση μεταξύ της έλλειψης της βιταμίνης D3 και της προδιάθεσης για τις λοιμώξεις της αναπνευστικής οδού [15].
Γιαυτό το λόγο οι ενήλικες και τα παιδιά στο τέλος του Σεπτεμβρίου-μέσον Οκτωβρίου πρέπει να μετρούν τα επίπεδα της βιταμίνης D3 και αν αυτά βρίσκονται κάτω των 30-32ng/ml θα πρέπει οι ενήλικες να παίρνουν καθημερινά 1000-4000 IU [Διεθνείς Μονάδες] βιταμίνης D3 [D3-Gkelin drops]. Στα παιδιά και τις εγκύους η δοσολογία καθορίζεται από τους παιδιάτρους και τους γυναικολόγους.
Η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D3 παίρνει μεγαλύτερη σημασία σήμερα, μετά από την απαξίωση των αντιγριππικών εμβολίων τα τελευταία δύο χρόνια από μερίδα κοινού και σημαντικό αριθμό γιατρών και νοσηλευτών των νοσοκομείων, διεθνώς [16].
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες μελέτες ο αντιγριπικός εμβολιασμός περιόρισε τη χειμερινή θνησιμότητα των ηλικιωμένων μόνο κατά 50% [16].
Αυτό, όμως δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να γίνονται εμβολιασμοί κατά των ιών τις γρίπης από άτομα ευπαθών ομάδων, υπό απόλυτη ιατρική κάλυψη και ευθύνη.
H εκδήλωση μιας πανδημίας γρίπης δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί και επιπλέον δεν είναι δυνατόν να υπάρχει επαρκής εφοδιασμός αντιικών φαρμάκων και αντιγριπικών εμβολίων, όταν ξεκινάει μια πανδημία [17].
Στρατηγικές πρόληψης της γρίπης και του κρυολογήματος με φυσικούς τρόπους
Διατήρηση της ισορροπίας του ανοσοποιητικού συστήματος:
Οι λοιμώξεις οποιασδήποτε αιτιολογίας εμφανίζονται όταν εξασθενούν οι αμυντικοί μηχανισμοί του οργανισμού.
Συνιστάται:
Συχνό πλύσιμο των χεριών
Η αποφυγή της υπερβολικής κατανάλωσης ζάχαρης και φρουκτόζης
Αντιγριπικά εμβόλια: Το εμβόλιο κατά του ιού της γρίπης H1N1 δεν έγινε αποδεκτό γενικώς τα προηγούμενα χρόνια, λόγω των πιθανών παρενεργειών του, την περιορισμένη αναποτελεσματικότητά του και τον ήπιο χαρακτήρα της νόσου. Εξάλλου, παρά το γεγονός ότι το ιατρικό και το νοσηλευτικό προσωπικό των νοσοκομείων ερχόταν σε επαφή με ασθενείς που έπασχαν από λοίμωξη με ιό Η1Ν1 ή σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο, εν τούτοις μια μερίδα τους δεν πείστηκαν να εμβολιασθούν [18].
Παρά τούτο, τα άτομα τα οποία βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο να πάθουν αναπνευστικές λοιμώξεις το χειμώνα, οι έγκυες και τα παιδιά θα πρέπει πρώτα να παίρνουν τη γνώμη του προσωπικού τους γιατρού, ο οποίος θα κρίνει την ανάγκη του αντιγριπικού εμβολιασμού τους.
Χορήγηση βιταμίνης D3: Ηπαρουσία επαρκών επιπέδων βιταμίνης D3 στον οργανισμό [≤ 30ng/ml ή ≤ 75nmol/l] θεωρείται προστατευτική κατά των χειμερινών ιογενών λοιμώξεων του αναπνευστικού συστήματος.
H έλλειψη (deficiency) [<20ng/ml ή 50nmol/l]ή ανεπάρκεια (insufficiency) βιταμίνης D [21-29ng/ml ή 50-70 nmol/l] επηρεάζουν αρνητικά τους αμυντικούς μηχανισμούς και καθιστούν το σώμα ευάλωτο στους ιούς της γρίπης , του κοινού κρυολογήματος και άλλους μικροοργανισμούς που προσβάλουν το αναπνευστικό σύστημα.
Στη μεγαλύτερη και αντιπροσωπευτικότερη μελέτη που έγινε πρόσφατα από τον Ginde AA, και τους συνεργάτες του (2009) στο Emergency Medicine Network, Massachusetts General Hospital, Boston, USA., αποδείχτηκε ότι τα άτομα με πολύ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D ανέφεραν ότι είχαν σημαντικά πολύ περισσότερα κρυολογήματα σε σύγκριση με άτομα που είχαν επαρκή επίπεδα [19].
Το 2010 στο Division of Molecular Epidemiology, Jikei University School of Medicine, Tokyo, Japan, ο Urashima M. Με τους συνεργάτες του ανακοίνωσαν τα αποτελέσματα της διπλής-τυφλής, τυχαιοποιημένης μελέτης καθημερινής χορήγησης βιταμίνης D3, σε δόση 1200 IU, σε παιδιά της σχολικής ηλικίας, που συγκρίθηκε με αντίστοιχη ομάδα παιδιών που πήραν εικονικό φάρμακο, με στόχο την πρόληψη εκδήλωσης γρίπης τύπου Α.
Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας έδειξαν ότι γρίπη τύπου Α εκδήλωσε μόνο το 10.8% της ομάδας των παιδιών που έπαιρναν βιταμίνη D3, ενώ τα παιδιά της ομάδας που έπαιρναν εικονικό φάρμακο εκδήλωσε γρίπη τύπου Α σε ποσοστό 18.6% [20].
Υπάρχουν επίσης μελέτες που δείχνουν ότι όσο πιο χαμηλά είναι τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στο αίμα, τόσο συχνότερα και βαρύτερα εκδηλώνονται οι λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος [21].
Τα παραπάνω δεδομένα δεν μας εκπλήσσουν, αφού είναι γνωστό ότι η βιταμίνη D3 είναι υπεύθυνη για την παραγωγή 200-300 αντιμικροβιακών πεπτιδίων [22, 23].
Τα πεπτίδια αυτά μπορεί να προστατεύσουν τον οργανισμό από 200-300 διαφορετικές λοιμώξεις του ανώτερου και κατώτερου αναπνευστικού συστήματος, καθώς μπορούν να φονεύσουν ιούς, βακτηρίδια και μύκητες.
Ουσιαστικά η βιταμίνη D3 λειτουργεί ως ένα ευρυτάτου φάσματος αντιικός και αντιβακτηριδιακός παράγοντας. Γίνεται αντιληπτό ότι, ένα αντιγριπικό εμβόλιο προστατεύει τον οργανισμό μόνο από ορισμένα στελέχη ιών. Γιαυτό, ακόμη και αν κάποιο άτομο εμβολιαστεί κατά της γρίπης θα είναι ασφαλέστερο, αν παίρνει συμπληρωματικά και βιταμίνη D3.
Τρόποι αύξησης των επιπέδων της βιταμίνης D3.
Αύξηση των επιπέδων της βιταμίνης D3 τους καλοκαιρινούς μήνες
Συνιστάται ή λογική έκθεση του γυμνού σώματος στην ηλιακή ακτινοβολία στο μέσο της ημέρα και μεταξύ των ωρών 12-1μμ για 10-15 λεπτά, καθημερινώς το καλοκαίρι και όσες ημέρες είναι δυνατόν να εκτεθεί κανείς τις ηλιόλουστες ημέρες του τέλους της άνοιξης και των αρχών του φθινοπώρου.
Όμως, επειδή δεν μπορεί να είναι απόλυτα αξιόπιστη μέθοδος παραγωγής βιταμίνης D3 για το κάθε άτομο ξεχωριστά είναι αναγκαίο να μετρώνται τα επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3 στο τέλος Σεπτεμβρίου και στο τέλος Απριλίου.
Στόχος του κάθε υγιούς ατόμου είναι να έχει τις επαρκείς συγκεντρώσεις 25-υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό του αίματός του [≤ 30ng/ml ή ≤ 75nmol/l], καθόλη τη διάρκεια του χρόνου. Αναφέρεται πλέον ότι τα νοσοπροστατευτικά επίπεδα της 25 υδροξυβιταμίνης D3 είναι τα 60-80ng/ml. Δεν συνιστάται η χρησιμοποίηση συσκευών τεχνητής υπεριώδους ακτινοβολίας Β, διότι δεν θεωρείται αξιόπιστη και ασφαλής μέθοδος αύξησης των επιπέδων της βιταμίνης D3 [24].
Η σύντομη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία με στόχο την παραγωγή βιταμίνης D3 είναι ασφαλής, όταν μετά την έκθεση δεν δημιουργείται ηλιακό έγκαυμα, που συμβάλλει στη δερματική καρκινογένεση [25].
Παρά τούτο, εφόσον είναι ανέφικτη η έκθεση του γυμνού σώματος στην ολιγόλεπτη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, τότε οι ημερήσιες ανάγκες σε βιταμίνη D3 μπορεί να καλυφθούν, χορηγώντας συμπληρωματικά τη φυσική και όχι συνθετική βιταμίνη D3 (χοληκαλσιφερόλη), που φέρεται μέσα σε βιολογικό εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, χωρίς χημικά συντηρητικά [D3-Gkelin drops], αφού πρώτα ελεγχθούν τα επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό του αίματος..
Δοσολογία της βιταμίνης D3 ή χοληκαλσιφερόλης [D3-Gkelin drops]
Υπάρχουν δύο μορφές βιταμίνης D, που χορηγούνται συμπληρωματικά.
1. Η εργοκαλσιφερόλη ή βιταμίνη D2 και η χοληκαλσιφερόλη ή βιταμίνη D3 [D3-Gkelin drops]. Προτιμάται η χορήγηση της βιταμίνης D3 [D3-Gkelin drops] διότι είναι παρόμοια χημικά με τη μορφή της βιταμίνης D3, που φωτοσυντίθεται στο δέρμα υπό την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας B .
Η βιταμίνη D3[D3-Gkelin drops] είναι αποτελεσματικότερη από τη βιταμίνη D2 στην ανύψωση των επιπέδων των συγκεντρώσεων της βιταμίνης D στον οργανισμό[26].
Στο εμπόριο κυκλοφορούν δισκία, κάψουλες και διαλύματα βιταμίνης D3, τα οποία δεν είναι πάντοτε ευαπορρόφητα και πρέπει να προσλαμβάνονται μετά από το γεύμα, το οποίο πρέπει να περιέχει κάποια ποσότητα λιπαρών.
Υπενθυμίζεται ότι η βιταμίνη D3 είναι λιποδιαλυτή και για να απορροφηθεί από το έντερο πρέπει να βρεθεί σε περιβάλλον λίπους. Η βιταμίνη D3 [D3-Gkelin drops] έχει το πλεονέκτημα της υψηλής απορροφητικότητας διότι φέρεται μέσα σε βιολογικό εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, το όποιο εξασφαλίζει την εύκολη απορρόφησή της.
Όσον αφορά τη δοσολογία της βιταμίνης D3 [D3-Gkelin drops], θα πρέπει να αναφερθεί ότι ιστορικά για την καλύτερη υγεία συνιστούσαν τη λήψη 400 ΙU (10ng) βιταμίνης D3 , που αντιστοιχεί στο ποσό της βιταμίνης D3 που περιέχει ένα κουταλάκι του τσαγιού μουρουνέλαιο. Παρά τούτο η δόση των 1000 ΙU μπορεί να αποκαταστήσει ευκολότερα τα κανονικά επίπεδα εκείνα της βιταμίνης D3.
Σε μερικές χώρες η βιταμίνη D3 μετράται σε μικρογραμμάρια (mcg ή ng) και οι αντιστοιχίες τους σε Διεθνείς Μονάδες είναι οι εξής:
2.5 mcg ή μg (micrograms) = 100 IU.
5 mcg ή μg = 200 IU.
10 mcg ή μg = 400 IU.
15 mcg ή μg = 600 IU.
20 mcg ή μg = 800 IU.
25 mcg ή μg = 1000 IU.
Oι ανάγκες ενός ατόμου σε βιταμίνη D3 μπορούν να καθοριστούν ασφαλώς μετρώντας τα επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3 σε δείγμα του ορού του. Το να πάρει κάποιος μόνος του βιταμίνη D3 σε τυχαία δόση (μικρή ή πολύ μεγάλη), χωρίς να έχουν μετρηθεί πρώτα τα επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3 είναι μια αυθαίρετη πράξη, η οποία δεν συμβάλλει στην επίτευξη επιθυμητών συγκεντρώσεων της βιταμίνης D3 στον οργανισμό, που θα συμβάλουν στη διατήρηση της υγείας.
Υπενθυμίζεται ότι γενικά οι 100 IU (Διεθνείς Μονάδες) ή 2.5 mcg μg βιταμίνης D3, όταν χορηγούνται ημερησίως μπορεί να ανεβάσουν τις συγκεντρώσεις της βιταμίνης D3 στον ορό κατά 1 ng/mL ή μόλις 2.5 nmol/l μετά από 2-3 μήνες.
Το πόση βιταμίνη D3 χρειάζεται ημερησίως ένα άτομο για να φτάσει τα κανονικά επίπεδα της βιταμίνης στον ορό του αίματός του υπολογίζεται ως εξής:
100 IU (2.5 mcg)ημερησίως αυξάνουν τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στο αίμα κατά 1 ng/ml (2.5 nmol/L).
200 IU (5 mcg) ημερησίως αυξάνουν τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στο αίμα κατά 2 ng/ml (5 nmol/L).
400 IU (10 mcg) ημερησίως αυξάνουν τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στο αίμα κατά 4 ng/ml (10 nmol/L).
500 IU (12.5 mcg) ημερησίως αυξάνουν τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στο αίμα κατά 5 ng/ml (12.5 nmol/L).
800 IU (20 mcg) ημερησίως αυξάνουν τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στο αίμα κατά 8 ng/ml (20 nmol/L).
1000 IU (25 mcg) ημερησίως αυξάνουν τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στο αίμα κατά 10 ng/ml (25 nmol/L).
2000 IU (50 mcg) ημερησίως αυξάνουν τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στο αίμα κατά 20 ng/ml (50 nmol/L).
Παραδείγματος χάριν, αν στον ορό του αίματος βρεθούν επίπεδα συγκεντρώσεων 25-υδροξυβιταμίνης D3 30 ng/ml (75 nmol/L) και είναι επιθυμητό το ανέβασμά τους στα 40 ng/ml (100 nmol/L) , τότε θα πρέπει να χορηγηθούν 1.000 IU (25 mcg ή μg) βιταμίνης D3 [μία σταγόνα D3-Gkelin drops] ημερησίως για αρκετούς μήνες, προκειμένου να επιτευχθούν τα επιθυμητά επίπεδα των 40 ng/ml (100 nmol/L) 25-υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό.
Αφου επιτευχθούν αυτά τα επίπεδα, τα περισσότερα άτομα μπορεί να διατηρήσουν αυτά τα επίπεδα, παίρνοντας ημερησίως 1,000 IU βιταμίνης D3 [μία σταγόνα D3-Gkelin drops]. Η επίτευξη αυτού του στόχου χρειάζεται τη συνεργασία ασθενούς ιατρού. Αν τούτο είναι ανέφικτο για ποικίλους λόγους ή δεν είναι εφικτή η μέτρηση των επιπέδων της 25-υδροξυβιταμίνης D3 , τότε η καθημερινή λήψη από τους ενήλικες των 1.000-4.000 IU [μία-τέσσερις ες D3-Gkelin drops] καλύπτει τις ανάγκες των περισσοτέρων ενηλίκων ατόμων [26].
Αν και η χορήγηση μέχρι 10,000 IU βιταμίνης D3 ημερησίως δεν προκαλεί τοξικότητα, γενικά δεν συνιστάται να παίρνει κανείς περισσότερες από 2,000-4000 IU βιταμίνης D3 χωρίς τη συμβουλή γιατρού [27].
Τα άτομα με υψηλό κίνδυνο έλλειψης βιταμίνης D3 θα πρέπει πρώτα να μετρούν τα επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό τους και εφόσον αυτά είναι ελλιπή , τότε ίσως μια δοσολογία 3.000-4.000 IU ημερησίως μπορεί να δημιουργήσει τα επιθυμητά επίπεδα.
Εκτός από την αποκατάσταση των επιπέδων της βιταμίνης D3 στον οργανισμό και την αποχή από τη ζάχαρη και τη φρουκτόζη (ή το σημαντικό περιορισμό τους), για την ομαλή λειτουργία του αμυντικού του συστήματος συνιστάται να κοιμάται κανείς κανονικά τη νύχτα και αν είναι δυνατόν και τις μεταμεσημβρινές ώρες (αρκούν 30-60 λεπτά), να ασκείται σωματικά (τουλάχιστον 30 λεπτά μέτριας ταχύτητας βάδισμα ημερησίως) και να χρησιμοποιεί διάφορες τεχνικές καταστολής του συναισθηματικού στρες και των παρατεταμένων δυσάρεστων συγκινήσεων, που απορρυθμίζουν το ανοσοποιητικό σύστημα.
Βιβλιογραφία
1. Dowell SF. Seasonal variation in host susceptibility and cycles of certain infectious diseases. Emerg Infect Dis. 2001 May-Jun;7(3):369-74.
2. Thacker SB.The persistence of influenza A in human populations. Epidemiol Rev. 1986;8:129-42.
3. Hope-Simpson RE. The role of season in the epidemiology of influenza. J Hyg (Lond). 1981 Feb;86(1):35-47.
4. McLaughlin M, Raggatt PR, Fairney A, Brown DJ, Lester E, Wills MR. Seasonal variations in serum 25-hydroxycholecalciferol in healthy people. Lancet. 1974 Mar 30;1(7857):536-8.
5. Maxwell JD. Seasonal variation in vitamin D. Proc Nutr Soc. 1994 Nov;53(3):533-43.
6. Holick MF. Vitamin D deficiency. N Engl J Med. 2007 Jul 19;357(3):266-81.
7. Webb AR, Kline L, Holick MF. Influence of season and latitude on the cutaneous synthesis of vitamin D3: exposure to winter sunlight in Boston and Edmonton will not promote vitamin D3 synthesis in human skin. J Clin Endocrinol Metab. 1988 Aug;67(2):373-8.
7. Wang TT, Nestel FP, Bourdeau V, Nagai Y, Wang Q, Liao J, Tavera-Mendoza L, Lin R, Hanrahan JW, Mader S, White JH. Cutting edge: 1,25-dihydroxyvitamin D3 is a direct inducer of antimicrobial peptide gene expression. J Immunol. 2004 Sep 1;173(5):2909-12.
8. Gropp R, Frye M, Wagner TO, Bargon J. Epithelial defensins impair adenoviral infection: implication for adenovirus-mediated gene therapy. Hum Gene Ther. 1999 Apr 10;10(6):957-64.
9. Cantorna MT, Yu S, Bruce D. The paradoxical effects of vitamin D on type 1 mediated immunity.
10. Khajavi A, Amirhakimi GH. The rachitic lung. Pulmonary findings in 30 infants and children with malnutritional rickets. Clin Pediatr. 1977;16:36–38.
11. Martineau AR, Honecker FU, Wilkinson RJ, Griffiths CJ. Vitamin D in the treatment of pulmonary tuberculosis. J Steroid Biochem Mol Biol. 2007 Mar;103(3-5):793-8. Epub 2007 Jan 12.
12. Grant WB.Variations in vitamin D production could possibly explain the seasonality of childhood respiratory infections in Hawaii. Pediatr Infect Dis J. 2008 Sep;27(9):853.
13. Ginde AA, Mansbach JM, Camargo CA Jr. Association between serum 25-hydroxyvitamin D level and upper respiratory tract infection in the Third National Health and Nutrition Examination Survey. Arch Intern Med. 2009 Feb 23;169(4):384-90.
14. Cannell JJ, Vieth R, Umhau JC, Holick MF, Grant WB, et al. Epidemic influenza and vitamin D. Epidemiol Infect. 2006;134:1129–1140.
15. Sabetta JR, DePetrillo P, Cipriani RJ, Smardin J, Burns LA, Landry ML. Serum 25-hydroxyvitamin d and the incidence of acute viral respiratory tract infections in healthy adults. PLoS One. 2010 Jun 14;5(6):e11088.
16. To KW, Lee S, Chan TO, Lee SS. Exploring determinants of acceptance of the pandemic influenza A (H1N1) 2009 vaccination in nurses. Am J Infect Control. 2010 Oct;38(8):623-30. Epub 2010 Jun 20.
17. Nuño M, Reichert TA, Chowell G, Gumel AB. Protecting residential care facilities from pandemic influenza. Proc Natl Acad Sci U S A. 2008 Jul 29;105(30):10625-30. Epub 2008 Jul 22.
18. To KW, Lee S, Chan TO, Lee SS. Exploring determinants of acceptance of the pandemic influenza A (H1N1) 2009 vaccination in nurses. Am J Infect Control. 2010 Oct;38(8):623-30. Epub 2010 Jun 20.
19. Ginde AA, Mansbach JM, Camargo CA Jr. Association between serum 25-hydroxyvitamin D level and upper respiratory tract infection in the Third National Health and Nutrition Examination Survey. Arch Intern Med. 2009 Feb 23;169(4):384-90.
20. Urashima M, Segawa T, Okazaki M, Kurihara M, Wada Y, Ida H. Randomized trial of vitamin D supplementation to prevent seasonal influenza A in schoolchildren. Am J Clin Nutr. 2010 May;91(5):1255-60. Epub 2010 Mar 10.
21. Inamo Y, Hasegawa M, Saito K, Hayashi R, Ishikawa T, Yoshino Y, Hashimoto K, Fuchigami T. Serum vitamin D concentrations and associated severity of acute lower respiratory tract infections in Japanese hospitalized children. Pediatr Int. 2011 Apr;53(2):199-201.
22. White JH. Vitamin D metabolism and signaling in the immune system. Rev Endocr Metab Disord. 2011 Aug 16. [Epub ahead of print]
23. Watkins RR, Yamshchikov AV, Lemonovich TL, Salata RA. The role of vitamin D deficiency in sepsis and potential therapeutic implicationsJ Infect. 2011 Nov;63(5):321-6. Epub 2011 Jul 13.
24. Barysch MJ, Hofbauer GF, Dummer R. Vitamin D, ultraviolet exposure, and skin cancer in the elderly. Gerontology. 2010 Jun;56(4):410-3. Epub 2010 May 21.
25. Axelson M. The cholecalciferol sulphate system in mammals. J Steroid Biochem. 1987 Mar;26(3):369-73.
26. Moyad MA. Vitamin D: a rapid review: dosage of vitamin D needed to achieve 35 to 40 ng/ml (90–100 nmol/L). www.medscape.com. Accessed August 4, 2010.
27. The Nutrition Source. Ask the expert: vitamin D and chronic disease. www.hsph.harvard.edu/nutritionsource. Accessed August 4, 2010.
Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος, Διδάκτωρ της Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ: ΩΡΛ Ογκολογία, Ακοολογία, Βαρηκοία, Αλλεργική ρινίτιδα, Ρινοκολπίτιδες, Φωνιατρική, Παιδική ωτορινολαρυγγολογία, Περιβαλλοντική Ιατρική, Ιατρική διατροφολογία, Συμπληρωματική Ιατρική, Aντιγήρανση, Εναλλακτικές θεραπείες, Ιατρική εμψύχωση. Ιατρείο : Δαμασκηνού 46, Κόρινθος 20100, τηλ 2741026631, 6944280764, ΦΑΞ. 2741085030, e-mail: pharmage@otenet.gr www.gelis.gr, www.pharmagel.gr, www.orlpedia.gr, www.allergopedia.gr, www.gkelanto.gr www.zinc.gr www.curcumin.gr www.gkelikosagiorgitiko.gr
Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.
Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση, παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.