Παρά τούτο, η βιταμίνη D ασκεί μια σημαντική «μη κλασσική επίδραση» στο ανοσοποιητικό σύστημα (ανοσοτροποποιητική δράση), τροποποιώντας το έμφυτο και το επίκτητο σύστημα της ανοσίας, επηρεάζοντας την παραγωγή σημαντικών ενδογενών αντιμικροβιακών πεπτιδίων, όπως η καθελισιδίνη (cathelicidin) και ρυθμίζοντας τον καταρράκτη της
φλεγμονής [1].ιΈχει επιδειχτεί σε πολλές επιδημιολογικές μελέτες, επί ενηλίκων και παιδιών, ότι η έλλειψη βιταμίνης D σχετίζεται με την αύξηση του κινδύνου πρόκλησης λοιμώξεων και πρόκλησης λοιμώξεων μεγαλύτερης σοβαρότητας, ιδιαίτερα του αναπνευστικού συστήματος. βιταμίνηξ D3.
Οι ακριβείς μηχανισμοί, μέσω των οποίων η βιταμίνη D μπορεί να βελτιώσει τις ανοσοαποκρίσεις στις λοιμώξεις βρίσκονται κάτω από κλινική έρευνα.
Οι έρευνες περιλαμβάνουν τη συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D3 με στόχο την πρόληψη των λοιμώξεων και τη συμπληρωματική θεραπεία, παράλληλα με την κλασσική θεραπεία της λοίμωξης.
Επηρεάζοντας το ανοσοποιητικό σύστημα και τον καταρράκτη της φλεγμονής, η βιταμίνη D μπορεί να παίξει στο μέλλον ένα σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και τη θεραπεία των λοιμώξεων [1].
Η υποβιταμίνωση D και η προδιάθεση στις λοιμώξεις
Η βιταμίνη D σχετίζεται με τη σύνθεση των αντιβακτηριδιακών πεπτιδίων και την αυτοφαγία. Διάφορες μελέτες έδειξαν από τη μια μεριά ότι, η υποβιταίνωση D σχετίζεται με την προδιάθεση και τη σοβαρότητα των λοιμώξεων και από την άλλη μεριά, με τη μη ευνοϊκή εξέλιξη μερικών χρονίων λοιμώξεων, όπως η λοίμωξη HIV.
Η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D3 βελτιώνει την ανταπόκριση προς την αντιική θεραπεία μερικών ιογενών λοιμώξεων, όπως η χρόνια ηπατίτιδα C ή βακτηριακές λοιμώξεις, όπως η πνευμονική φυματίωση [2].
Τα επίπεδα των συγκεντρώσεων της βιταμίνης D3 και η κλινική πορεία των λοιμώξεων
Η βιταμίνη D3, όπως προελέγχθηκε, επηρεάζει την έμφυτη και την επίκτητη ανοσία.
Οι επιδημιολογικές έρευνες έχουν επιβεβαιώσει ότι η έλλειψη βιταμίνης D3 (επίπεδα συγκεντρώσεων του κύριου μεταβολιτη της βιταμίνης D3, της 25-υδροξυβιταμίνης D3 ή 25(OH)D3: 0-20ng/ml) παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση της φυματίωσης και της ιογενούς γρίπης, καθώς και στην προδιάθεση εκδήλωσης ενεργής φυματίωσης.
Τα επίπεδα των συγκεντρώσεων της βιταμίνης D3 σχετίζονται επίσης και με την κλινική πορεία της λοίμωξης και των αλληλεπιδράσεων με τα αντι-ρετροϊικά φάρμακα [3].
Λόγω των ενδογενών αντιμικροβιακών πεπτιδίων που παράγονται από τη βιταμίνη D3, η βιταμίνη D3 έχει συνδεθεί με την εποχιακή επιδημική γρίπη [4].
Tα παιδιά με έλλειψη ή ανεπάρκεια της βιταμίνης D3 βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο εκδήλωσης καθ’υποτροπήν οξείας μέσης ωτίτιδας.
Αναφέρεται ότι τα παιδιά που πάσχουν από καθ’υποτροπήν οξεία μέση ωτίτιδα μπορεί να έχουν έλλειψη βιταμίνης D3 (επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3: 0-20ng/ml) ή ανεπάρκεια βιταμίνης D3 (επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3 από 21-29ng/ml).
Το γεγονός αυτό δικαιολογεί τη συμπληρωματική συγχορήγηση βιταμίνης D3 μαζί με την κλασσική θεραπεία των λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος , όπως η οξεία μέση ωτίτιδα [5].
Η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D3 στα παιδιά, περιορίζει τον κίνδυνο εκδήλωσης οξείας μέσης ωτίτιδας
Ο Marchisio P, και οι συνεργάτες ερεύνησαν παιδιά με ελλειπή ή ανεπαρκή επίπεδα βιταμίνης D3 και καθ’υποτροπήν μέσες ωτίτιδες και επέδειξαν ότι η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D3 περιορίζει τον κίνδυνο εκδήλωσης της νόσου [6].
Στην έρευνα αυτή περιέλαβαν παιδιά με καθ’υποτροπήν οξεία μέση ωτίτιδα, τα οποία έπαιρναν ημερησίως 1000 IU βιταμίνης D3, καθώς και τυχαία παιδιά, τα οποία έπαιρναν εικονικό φάρμακο.
Τα παιδιά με καθ’υποτροπήν οξεία μέση ωτίτιδα εμφάνισαν σημαντικά μικρότερο κίνδυνο εκδήλωσης ενός ή περισσοτέρων επεισοδίων οξείας μέσης ωτίτιδας (26 περιπτώσεις έναντι 38 περιπτώσεων στα παιδιά που πήραν εικονικό φάρμακο,P=0.03). Επίσης παρατηρήθηκε σημαντικά μικρότερος κίνδυνος πρόκλησης μη επιπλεγμένης οξείας μέσης ωτίτιδας στα παιδιά που έπειρναν συμπληρωματικά βιταμίνη D3 (P<0.001),
Στην καθημερινή παιδιατρική και ΩΡΛ πρακτική αυτό σημαίνει ότι σε όλα τα παιδιά με καθ’υποτροπήν οξεία μέση ωτίτιδα πρέπει να μετρώνται τα επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3 [6].
Σύμφωνα με τις πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής συνιστάται η χορήγηση της κατάλληλης αντιμικροβιακής θεραπείας των παιδιών ηλικίας 6 μηνών έως 2 ετών με οξεία μέση ωτίτιδα με μια εξαίρεση μόνον: εξαιρούνται τα παιδιά στα οποία η νόσος έχει εκδηλωθεί από το ένα αυτί, καθώς επίσης στα παιδιά , στα οποία η νόσος δεν συνοδεύεται από σοβαρά συμπτώματα και σημεία. Οι οδηγίες συστείνουν ως επιθυμητή επιλογή την παρακολούθηση του πάσχοντος παιδιού, χωρίς αρχική χορήγηση αντιβιοτικού [7].
Παρά τούτο, αυτή η σύσταση βασίστηκε σε μελέτες που χρησιμοποίησαν διαγνωστικά κριτήρια λιγότερον αυστηρά, από αυτά που ισχύουν σήμερα, ανοίγοντας την πιθανότητα, ότι μερικά από τα παιδιά που θεραπεύονται δεν έπασχαν στην πραγματικότητα από οξεία μέση ωτίτιδα [8].
Η τυχαιοποιημένη έρευνα του Marchisio P,και των συνεργατών (2013) σε 116 παιδιά με ιστορικό καθ’υποτροπήν μέσης ωτίτιδας (≥3 επεισόδια τους έξη προηγηθέντες μήνες ή ≥4 επεισόδια τους 12 προηγηθέντες μήνες) ήσαν προοπτικά και τυφλά τυχαιοποιημένα να πάρουν από το στόμα βιταμίνη D3 σε δόση 1,000 IU/ημερησίως ή εικονικό φάρμακο επί 4 μήνες και των οποίων τα επεισόδια οξείας μέσης ωτίτιδας καταγράφονταν επί 6 μήνες [6].
Πενήντα οκτώ παιδιά πήραν εικονικό φάρμακο και 58 παιδιά με όμοια χαρακτηριστικά θεραπεύτηκαν με βιταμίνη D3. Η μέση ηλικία των ερευνηθέντων παιδιών που πήραν εικονικό φάρμακο ήταν οι 33.4 μήνες και αυτών των παιδιών που πήραν βιταμίνη Dήταν οι 34.3 μήνες.
Τα πλείστα από τα παιδιά ανήκαν στη λευκή φυλή (98.3% και 100%, αντίστοίχως) και εγαλουχούντο επί 3 ή περισσότερους μήνες (72.4% και 84.1%). Όλα τα παιδιά είχαν εμβολιαστεί με αντιγριπικό εμβόλιο και η πλειοψηφία και των δύο ομάδων είχε κάνει το επταδύναμο πνευμονοκοκκικό εμβόλιο (82.8% και στις δύο ομάδες).
Οι μέσες συγκεντρώσεις της 25-υδροξυβιταμίνης D3 στο αίμα των παιδιών ήταν 25.8 ng/mLκαι 26.5 ng/mL, αντιστοίχως. Τα επίπεδα αυτά ήσαν κατώτερα από τα επιθυμητά επίπεδα των >30 ng/mL.
Ο μέσος όρος του αριθμού των επεισοδίων της οξείας μέσης ωτίτιδας για 12 μήνες πριν από τη διενέργεια της μελέτης και στις δύο ομάδες των ερευνηθέντων παιδιών ήταν χονδρικά πέντε επεισόδια (πέντε έναντι 4.97). Χονδρικά το ένα τρίτο όλων των περιπτώσεων ήσαν επιπλεγμένες με διάτρηση του τυμπάνου (36.2% και στις δύο ομάδς).
Ο αριθμός των παιδιών με ≥1 επεισόδιο οξείας μέσης ωτίτιδας κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας ήταν σημαντικά μικρότερος στα παιδιά της ομάδας που έπαιορνε θεραπεία (26 vs 38; p=0.03). Υπήρξε σημαντική διαφορά στον αριθμό των παιδιών που ανέπτυξαν μη επιπλεγμένη οξεία μέση ωτίτιδα (p<0.001), αλ΄λά δεν παρατηρήθηκε διαφορά στον αριθμό των παιδιών με ≥1 επεισόδιο αυτόματης ωτόρροιας.
Η πιθανότητα εκδήλωσης οξείας μέσης ωτίτιδας ήταν σημαντικά περιορισμένη στους ασθενείς των οποίων οι συγκεντρώσεις της 25-υδροξυβιταμίνης D3 ήσαν ≥30 ng/mL.
Μετά από παρακολούθηση 6 μηνών, τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στο αίμα ήσαν σημαντικά υψηλότερα σε όσα παιδιά πήραν συμπληρωματικά βιταμίνη D3 , σε σύγκριση με τα παιδιά που πήραν εικονικό φάρμακο (36.2 ng/mLέναντι 18.7 ng/mL, P<0.001).
Επιπροσθέτως υπήρξαν σημαντικώς λιγότερα παιδιά που εκδήλωσαν ένα ή περισσότερα επεισόδια οξείας μέσης ωτίτιδας της ομάδας που θεραπεύτηκε με συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D3, ιδιαίτερα μεταξύ των παιδιών με μη επιπλεγμένη νόσο. (10 versus 29, P<0.001).
Δεν υπήρξε σημαντική διαφορά μεταξύ των ομάδων για τα παιδιά. στα οποία η νόσος ήταν επιπλεγμένη με διάτρηση.
Η χορήγηση βιταμίνης D3 ήταν ανεκτή από τα παιδιά και ο αριθμός των των ανεπιθύμητων ενεργειών μεταξύ των δύο ομάδων υπήρξε ασήμαντος (πέντε συμβάματα στην ομάδα με το εικονικό φάρμακο και 6 με τη βιταμίνη D3,P=0.75) [6].
Ο απλούστερος και ασφαλέστερος τρόπος χορήγησης βιταμίνης D3 σε ένα παιδί επιτυγχάνεται με τη χορήγηση ενός σκευάσματος που περιέχει φυσική και όχι συνθετική βιταμίνη D3 [χοληκαλσιφερόλη] σε βιολογικό εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο [D3-Gkelin drops]. Κάθε σταγόνα του D3-Gkelin drops περιέχει 1000 IU [Διεθνείς Μονάδες] βιταμίνης D3.
Παρά τούτο, το επίπεδο της 25-υδροξυβιταμίνης D3 ή 25(OH)D3 που χρειάζεται για την πρόληψη μιας λοίμωξης από ποικίλα ανθρώπινα παθογόνα δεν έχει καθοριστεί. Ενόψει της αύξησης της βακτηριδιακής αντίστασης και της εμφάνισης νέων παθογόνων πρέπει να συνεχιστεί η έρευνα της σχέσης μεταξύ των επιπέδων των συγκεντρώσεων της 25(OH)D3, των λοιμώξεων και άλλων διατροφικών παραγόντων [8].
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση
1. Gunville CF, Mourani PM, Ginde AA. The role of vitamin D in prevention and treatment of infection. Inflamm Allergy Drug Targets. 2013 Aug;12(4):239-45.
2. Ghosn J, Viard JP. Vitamin D and infectious diseases. Presse Med. 2013 Sep 16. pii: S0755-4982(13)00674-X. doi: 10.1016/j.lpm.2013.07.009.
3. Khoo AL, Chai L, Koenen H, Joosten I, Netea M, van der Ven A. Translating the role of vitamin D3 in infectious diseases. Crit Rev Microbiol. 2012 May;38(2):122-35. doi: 10.3109/1040841X.2011.622716. Epub 2012 Feb 5.
4. Linday LA, Shindledecker RD, Dolitsky JN, Chen TC, Holick MF. Plasma 25-hydroxyvitamin D levels in young children undergoing placement of tympanostomy tubes. Ann Otol Rhinol Laryngol. 2008 Oct;117(10):740-4.
5. Cayir A, Turan MI, Ozkan O, Cayir Y, Kaya A, Davutoglu S, Ozkan B. Serum vitamin D levels in children with recurrent otitis media. Eur Arch Otorhinolaryngol. 2013 Mar 30.
6. Marchisio P, Consonni D, Baggi E, Zampiero A, Bianchini S, Terranova L, Tirelli S, Esposito S, Principi N. Vitamin D Supplementation Reduces the Risk of Acute Otitis Media in Otitis-Prone Children. Pediatr Infect Dis J. 2013 May 20. [Epub ahead of print]
7. Tunkel DE. The diagnosis and management of acute otitis media. Pediatrics. 2013 Mar;131(3):e964-99. doi: 10.1542/peds.2012-3488. Epub 2013 Feb 25.
8. Lieberthal AS, Carroll AE, Chonmaitree T, Ganiats TG, Hoberman A, Jackson MA, Joffe MD, Miller DT, Rosenfeld RM, Sevilla XD, Schwartz RH, Thomas PA,
Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.
Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση, παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.