Διαταραχές άγχους και αντιμετώπισή τους©

Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης (MD, ORL,DDS, PhD), Aικατερίνη Γκέλη (MD, Radiologist)

Ορισμός του άγχους 

Το άγχος είναι μια ψυχολογική κατάσταση υπερβολικής, ανεξέλεγκτης ανησυχίας, νευρικότητας ή δυσφορίας, αβεβαιότητας και συναισθήματος ελογχεύοντος κακού για μια ποικιλία θεμάτων, χωρίς να υπάρχουν αντίστοιχα ερεθίσματα ή υπάρχει συναισθηματική αντίδραση  με τρόπο δυσανάλογο προς το ερέθισμα. H διαφορά του άγχους από το φόβο είναι ότι στο φόβο υπάρχει συγκεκριμένο αντιληπτό φοβογόνο ερέθισμα[1].

Ο επιπολασμός των κοινών ψυχικών διαταραχών στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα, το 14% του πληθυσμού  (Άνδρες: 11%, Γυναίκες  17%) έχει βρεθεί ότι πάσχουν κλινικά  από σημαντική ψυχιατρική νοσηρότητα. Ο επιπολασμός (τις τελευταίες επτά ημέρες) συγκεκριμένων κοινών ψυχικών διαταραχών ήταν ως εξής: Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή: 4,10%,  Κατάθλιψη: 2,90%,  Διαταραχή Πανικού: 1,88%,  Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή: 1,69,  Όλες οι φοβίες: 2,79%,  Μικτό άγχος-κατάθλιψη: 2,67%.  Επιβλαβής χρήση αλκοόλ αναφέρθηκε από το 12,69% του πληθυσμού. Τακτικό κάπνισμα αναφέρθηκε από το 39,60% του πληθυσμού,  ενώ χρήση κάνναβης (τουλάχιστον μία φορά τον τελευταίο μήνα) το 2,06%.

Η κλινικά σημαντική ψυχιατρική νοσηρότητα συσχετίστηκε θετικά με τις ακόλουθες μεταβλητές: γυναικείο φύλο, οικογενειακή κατάσταση διαζευγμένου ή χήρου, χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και ανεργία. Η χρήση όλων των ουσιών ήταν πιο συχνή στους άνδρες σε σύγκριση με τις γυναίκες. Οι συνήθεις ψυχικές διαταραχές ήταν συχνά συννοσηρότητες με άλλα νοσήματα,  υποθεραπευμένες και σχετίζονταν με χαμηλότερη ποιότητα ζωής[2].

Οι αγχώδεις διαταραχές είναι ο πιο κοινός τύπος ψυχικής νόσου στην Ευρώπη, με 12μηνη επικράτηση 14% μεταξύ ατόμων ηλικίας 14 έως 65 ετών. Η έναρξή τους είναι συνήθως στην εφηβεία ή στην πρώιμη ενήλικη ζωή. Οι πάσχοντες από παθολογικό άγχος ασθενείς συχνά αναπτύσσουν περαιτέρω ψυχικές ή σωματικές ασθένειες (διαδοχική συννοσηρότητα)[3].

Tα άτομα που πάσχουν από διάφορες συστηματικές νόσους συχνότατα πάσχουν και από έντονο άγχος και κατάθλιψη. Σύμφωνα με την Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία περισσότεροι από έναν στους τέσσερις (26%) ανέφεραν ότι περίμεναν να βιώσουν περισσότερο άγχος στις αρχές του 2023, από έναν στους πέντε (20%) που ήταν πέρυσι (2023 American Psychiatric Association).

Οι κύριες αιτίες πρόκλησης παθολογικού άγχους

Οι αγχώδεις διαταραχές είναι ιδιαίτερα διαδεδομένες ψυχιατρικές διαταραχές που συχνά συνυπάρχουν με την κατάθλιψη και την κατάχρηση ουσιών. Οι μελέτες που έγιναν σε διδύμους έχουν δείξει ότι οι αγχώδεις διαταραχές είναι μέτρια κληρονομικές. Ωστόσο, οι μελέτες συσχέτισης σε όλο το γονιδίωμα (GWASs) απέτυχαν να προσδιορίσουν γονίδια που σχετίζονται σημαντικά με τη διάγνωση, υποδηλώνοντας ισχυρό ρόλο για τους περιβαλλοντικούς παράγοντες και το επιγονιδίωμα.

Ένας αριθμός υποτύπων αγχωδών διαταραχών θεωρούνται «σχετιζόμενες με το στρες». Μια μεγάλη εστίαση της έρευνας έχει επικεντρωθεί στις επιγενετικές και τα  συμπεριφορικά επακόλουθα του στρες, που μοιάζουν με άγχος. Ζωικά μοντέλα διαταραχών που σχετίζονται με το άγχος έχουν παράσχει ισχυρές ενδείξεις για το ρόλο του στρες στον επιγενετικό έλεγχο του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων (HPA) και των περιοχών του εγκεφάλου που ανταποκρίνονται στο στρες. Η νευροεπιγενετική μπορεί να συνεχίσει να εξηγεί την ατομική ποικιλότητα στην ευαισθησία σε περιβαλλοντικές διαταραχές και κατά συνέπεια στην αγχώδη συμπεριφορά[28].

Ο πρώτος περιβαλλοντικός παράγοντας πρόκλησης παθολογικού άγχους που τεκμηριώνεται είναι τα αρνητικά γεγονότα της ζωής. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι η εμφάνιση ενός ή περισσότερων αρνητικών γεγονότων της ζωής που είναι σημαντικά και εμφανίζονται με απροσδόκητο τρόπο συσχετίστηκαν με αύξηση του κινδύνου ανάπτυξης γενικευμένης διαταραχής άγχους π.χ. οικογενειακά προβλήματα (π.χ. συγκρούσεις, κακοποιήσεις), καταστάσεις,  που θεωρούνται ότι οφείλονται στη χρόνια επίδραση του στρες, έχουν επίσης προταθεί ως αιτιολογικός παράγοντας της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής. Μεταξύ των άλλων περιβαλλοντικών παραγόντων που εντοπίστηκαν είναι ο χωρισμός από τους γονείς κατά την παιδική ηλικία, η αντιστροφή ρόλων κατά την παιδική ηλικία, η έλλειψη κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, η πτωχή ικανοποίηση από τη ζωή, και η μοντελοποίηση κάποιου συγγενούς με αγχώδη διαταραχή.

Η γνωστική και συμπεριφορική προσέγγιση έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως τις τελευταίες δύο δεκαετίες για την ακριβή αιτιολογία της γενικευμένης διαταραχής άγχους. Πρώτα απ ‘όλα, ορισμένες μελέτες έχουν επισημάνει τη λειτουργία της ανησυχίας, η οποία παράγεται για την  καταστολή εικόνων που σχετίζονται με αρνητικές σκέψεις (π.χ. Έτσι, οι ασθενείς με γενικευμένη διαταραχή άγχους φαίνεται να αναπτύσσουν υπερβολικές ανησυχίες για να αποτρέψουν περισσότερο αρνητικό συναίσθημα που σχετίζεται με τις εικόνες μιας σκέψης.

 Άλλοι συγγραφείς πρότειναν ότι το έλλειμμα προσοχής μπορεί να ευθύνεται για την υπερβολική ανησυχία. Τέλος, ορισμένες γνωστικές μεταβλητές όπως η δυσανεξία στην αβεβαιότητα, οι ψευδείς πεποιθήσεις για ανησυχία, ο αρνητικός προσανατολισμός στο πρόβλημα και η γνωστική αποφυγή έχουν προταθεί ότι παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη και διατήρηση της γενικευμένης διαταραχής άγχους.

Προκειμένου να επαναληφθούν τα εμπειρικά ευρήματα που είναι διαθέσιμα στη βιβλιογραφία, προτείνεται ένα αιτιολογικό μοντέλο που συγκεντρώνει τους γνωστικούς, συμπεριφορικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες που εμπλέκονται στη γενικευμένη διαταραχή άγχους. Αυτό το μοντέλο υποδηλώνει ότι η γενικευμένη διαταραχή άγχους είναι το αποτέλεσμα μιας ψυχολογικής ευπάθειας που ενεργοποιείται από μια ένταση που προκύπτει από ένα αρνητικό γεγονός[4].

TΥΠΟΙ ΑΓΧΩΔΟΥΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗΣ

 Διαταραχή Πανικού

Η διαταραχή πανικού εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως συγκεκριμένη διαγνωστική οντότητα το 1980, στην τρίτη Έκδοση του «Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου Ψυχικών Διαταραχών» (DSM III). Η κλασική αγχώδης νεύρωση χωρίστηκε σε δύο ξεχωριστές οντότητες: τη διαταραχή πανικού και τη γενικευμένη αγχώδη διαταραχή, των οποίων τα κύρια κριτήρια διάκρισης βασίστηκαν, με απλοποιημένο τρόπο, στην παρουσία ή απουσία κρίσεων πανικού στο ιστορικό του ασθενούς.

Η εγκυρότητα της έννοιας της διαταραχής πανικού ως κλινικής και αυτόνομης οντότητας είναι πλέον ευρέως αποδεκτή. Βασίζεται σε πολυάριθμες επιδημιολογικές, φαινομενολογικές, βιολογικές, γενετικές και θεραπευτικές μελέτες που έχουν αποδείξει ότι η διαταραχή πανικού μπορεί να διακρίνεται σαφώς από άλλες διαταραχές άγχους και ψυχικής διάθεσης. Ωστόσο, αυτή η διαταραχή εξακολουθεί να έχει άγνωστη αιτιολογία και τα κριτήρια ορισμού παραμένουν αμιγώς κλινικά.

Οι διαφωνίες σχετικά με την εγκυρότητα των διαγνωστικών κριτηρίων για τις διαταραχές πανικού μπορεί να εξηγούν τους διαδοχικούς ορισμούς του στο DSM III-R και μετά στο DSM IV. Μάλιστα, σε αντίθεση με τον ορισμό των κρίσεων πανικού που έχει παραμείνει πρακτικά σταθερός, η διαταραχή πανικού αρχικά ορίστηκε από την επανεμφάνιση των κρίσεων πανικού. Θεωρείται πλέον από τους συγγραφείς του DSM IV ως μια διαταραχή που χαρακτηρίζεται από χρόνιο άγχος, εστιασμένη στον κίνδυνο για κρίσεις πανικού που εμφανίζουν συμπτώματα που υποδηλώνουν αυτόνομη δυσρύθμιση. Στο DSM IV, η κρίση πανικού θεωρείται πλέον ως σύνδρομο που δεν είναι ειδικό για τη διαταραχή πανικού. Η διαταραχή πανικού μπορεί να διαγνωστεί σε έναν ασθενή που έχει υποφέρει από επαναλαμβανόμενες κρίσεις πανικού, υπό τον όρο ότι τουλάχιστον ένα από τα τελευταία έχει συσχετιστεί με ένα από τα ακόλουθα συμπτώματα: επίμονος φόβος από άλλες κρίσεις πανικού. ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές συνέπειες των κρίσεων πανικού ή τις συνέπειές τους· σημαντικές αλλαγές συμπεριφοράς που σχετίζονται με τις κρίσεις πανικού.

Οι εξελισσόμενες θέσεις των διαδοχικών συγγραφέων του DSM έρχονται σε αντίθεση με τις πιο συντηρητικές στάσεις των συντακτών του CIM 10, οι οποίοι εξακολουθούν να θεωρούν την αγοραφοβία ως βασικό σύμπτωμα. Όποια και αν είναι τα ζητήματα αυτών των ορισμών, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η διαταραχή πανικού είναι ένα σοβαρό σύνδρομο και οδηγεί σε σοβαρή ταλαιπωρία και σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των ασθενών καθώς και της κοινωνικής ζωής και των διαπροσωπικών τους σχέσεων. Η συννοσηρότητα με καταθλιπτικές και εθιστικές διαταραχές είναι συχνή και η διαταραχή πανικού θεωρείται από πολλούς συγγραφείς ως παράγοντας κινδύνου για αυτοκτονία[5].

Σε αντίθεση με το άγχος, το οποίο συχνά έχει ξεκάθαρα ερεθίσματα, οι κρίσεις πανικού συμβαίνουν ξαφνικά και απροσδόκητα και συνήθως διαρκούν μόνο λίγα λεπτά . Όσοι βιώνουν κρίσεις πανικού έχουν αναφέρει ζαλάδα, εφίδρωση, τρόμο, πόνο στο στήθος, εξάψεις, ρίγη και δυσφορία στο στομάχι.

Τα πιο συχνά μεταξύ των συμπτωμάτων και των συνδρόμων, που μπορεί να συνυπάρχουν με τη διαταραχή πανικού, είναι οι διαταραχές ύπνου, κυρίως η αϋπνία, που επιμένει στο 60-80% των ασθενών αυτής της κατηγορίας. Η διαταραχή πανικού και η αϋπνία έχουν διμερείς σχέσεις. Από τη μία πλευρά, υπάρχει σαφής συσχέτιση μεταξύ της σοβαρότητας της νόσου και των συνοδών διαταραχών ύπνου. Από την άλλη, έχει αποδειχθεί η συνθήκη των διαταραχών ύπνου με παθολογικό άγχος[6].

Tα άτομα με διαταραχές πανικού μπορεί να υποφέρουν και από  λειτουργικές γαστρεντερικές διαταραχές (FGID), οι οποίες  χαρακτηρίζονται από υποτροπιάζουσα γαστρεντερική δυσφορία,  για τις οποίες δεν μπορεί να βρεθεί καμία δομική ή βιοχημική αιτία. Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (ΣΕΕ) είναι μια λειτουργική γαστρεντερρική διαταραχή,  που εκτιμάται ότι επηρεάζει το 10% έως 25% του πληθυσμού των Ηνωμένων Πολιτειών. Πάνω από το 40% των ατόμων με διαταραχή πανικού εμφανίζουν  σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Από την άλλη πλευρά, τα άτομα με σύνδρομο ευερεθίστου εντέρου  έχουν διαταραχή πανικού σε ποσοστό  25% έως 30%, γεγονός που έχει οδηγήσει σε εικασίες για πιθανή κοινή παθοφυσιολογία μεταξύ των δύο[7].

Η κρίση πανικού είναι σε θέση να μιμηθεί την κλινική παρουσίαση ενός οξέος στεφανιαίου συνδρόμου (ACS), σε σημείο που να είναι κλινικά δυσδιάκριτη, χωρίς κατάλληλες έρευνες. Ωστόσο, η βιβλιογραφία δείχνει στην πραγματικότητα ότι οι 2 καταστάσεις σχετίζονται περισσότερο από το να είναι απλώς αιτίες διαφορικές διαγνώσεις.  Μέσω της ενεργοποίησης του συμπαθητικού συστήματος από διαφορετικούς ανάντη μηχανισμούς, οι 2 συνθήκες έχουν παρόμοιες παρουσιάσεις. Η διαταραχή πανικού, μια ψυχιατρική κατάσταση με επαναλαμβανόμενες κρίσεις πανικού, έχει βρεθεί ότι είναι ένας ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για επακόλουθα στεφανιαία συμβάματα. Αυτό έχει προγνωστική απόδοση και υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας.  Μια άλλη ψυχιατρική διαφορική διάγνωση θα ήταν αυτή της ακαθησίας, ως αρνητική επίδραση στα αντικαταθλιπτικά φάρμακα[8].

Το κάπνισμα αυξάνει τον κίνδυνο διαταραχής πανικού με ή χωρίς την εμφάνιση αγοραφοβίας. Ο πανικός και το κάπνισμα τσιγάρων φαίνεται ότι το καθένα έχει την ικανότητα να χρησιμεύει ως αιτιολογικός παράγοντας/διευκολυντής στην ανάπτυξη του άλλου. Παρόλο που το χρονικό μοτίβο και οι παθογενετικές ερμηνείες μιας τέτοιας συν-εμφάνισης εξακολουθούν να συζητούνται, το κάπνισμα τείνει να προηγείται της έναρξης του πανικού και να προάγει τον ίδιο τον πανικό[9].Παρά τον υψηλό επιπολασμό των διαταραχών πανικού αυτή η κατάσταση συχνά υπο-αναγνωρίζεται και υποθεραπεύεται.

Ακόμα κι αν η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία είναι η καλύτερα μελετημένη ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, έχουν επίσης περιγραφεί αρκετές αποτελεσματικές ψυχοδυναμικές ψυχοθεραπείες. Οι βενζοδιαζεπίνες υψηλής ισχύος παρέχουν ταχεία αποτελεσματικότητα με ευεργετικά αποτελέσματα κατά τις πρώτες ημέρες της θεραπείας. Ωστόσο, οι βενζοδιαζεπίνες θα πρέπει να αποφεύγονται μακροπρόθεσμα, λόγω της ανάπτυξης ανοχής και εξάρτησης. Τα αντικαταθλιπτικά (SSRI, βενλαφαξίνη) μπορεί να είναι αποτελεσματικά στην πρόληψη των κρίσεων πανικού[10].

Κοινωνική αγχώδης διαταραχή (Social Anxiety Disorder)

Η κοινωνική αγχώδης διαταραχή χαρακτηρίζεται από έναν έντονο φόβο για κοινωνικές καταστάσεις στις οποίες ένα άτομο προσδοκά ότι θα αξιολογηθεί αρνητικά. Αυτό σημαίνει ότι όταν κάποιος ταράσσεται έντονα όταν εκτίθεται δημόσια, π.χ. όταν υποχρεώνεται να μιλήσει ενώπιον κοινού. Η σκέψη ότι θα απορριφθεί ή ότι θα γελάσουν ή θα τον κατακρίνουν τον πλημμυρίζει με έντονα συμπτώματα άγχους.

Η κοινωνική αγχώδης διαταραχή είναι γνωστή ως μια κοινωνική αγχώδης διαταραχή που ανήκει στην κατηγορία του δημόσιου φόβου. Διατίθενται πλέον εξατομικευμένες θεραπείες για ασθενείς με κοινωνική αγχώδης διαταραχή. Καινοτόμες στρατηγικές όπως η διαδικτυακή ψυχοθεραπεία και η έκθεση στην εικονική πραγματικότητα είναι χρήσιμες εναλλακτικές λύσεις για τη γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία  και τους αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης-νορεπινεφρίνης, π.χ. Η παροξετίνη ( Paroxetine)[11, 12].

Τα άτομα με κοινωνική αγχώδη διαταραχή αναφέρουν  χαμηλότερη ποιότητα ύπνου συγκριτικά με άτομα χωρίς τη διαταραχή[13].

Ειδική φοβία (Specific Phobia)

Η ειδική φοβία είναι ένας έντονος, παράλογος φόβος για κάτι που ενέχει ελάχιστο ή καθόλου πραγματικό κίνδυνο για το πάσχον άτομο. Παρόλο που οι ενήλικες με φοβίες μπορεί να συνειδητοποιήσουν ότι αυτοί οι φόβοι είναι παράλογοι, ακόμη και το να σκέφτονται να αντιμετωπίσουν το φοβογόνο αντικείμενο ή κατάσταση εμφανίζουν σοβαρά συμπτώματα άγχους.

Η πιο κοινή ειδική φοβία στον γενικό πληθυσμό είναι ο φόβος για τα ζώα – ιδιαίτερα τα σκυλιά, τα φίδια, τα έντομα και τα ποντίκια. Άλλες ειδικές φοβίες είναι ο φόβος για κλειστούς χώρους (κλειστοφοβία) και ο φόβος για τα ύψη (ακροφοβία). Οι περισσότερες απλές φοβίες αναπτύσσονται κατά την παιδική ηλικία και τελικά εξαφανίζονται.

Οι μελέτες δείχνουν ότι η  γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία είναι αποτελεσματική για την ειδική φοβία, οδηγώντας σε μείωση των συμπτωμάτων άγχους που συνοδεύεται από λειτουργικές αλλοιώσεις στον εγκέφαλο. Τα αποτελέσματα των φαρμακολογικών παρεμβάσεων για την ειδική φοβία είναι λιγότερο ομοιόμορφα, αλλά υποδηλώνουν ότι ο μερικός αγωνιστής του υποδοχέα NMDA (N-methyl D-aspartate) DCS (D-cycloserine) μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με τεχνικές ψυχοθεραπείας για την επίτευξη ταχύτερης ανταπόκρισης στη θεραπεία και ότι την  D-cycloserine ρυθμίζει τη λειτουργία των δομών που εμπλέκονται στη νευροβιολογία την ειδική φοβία[14].

Γενικευμένη αγχώδης διαταραχή

Η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή (GAD) ορίζεται ως η υπερβολική ανησυχία και ένταση για καθημερινά γεγονότα και προβλήματα, τις περισσότερες ημέρες, για τουλάχιστον έξι μήνες μέχρι το σημείο που το άτομο βιώνει δυσφορία ή έχει έντονη δυσκολία στην εκτέλεση καθημερινών εργασιών του[15].

Μπορεί να χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα συμπτώματα και σημεία: αυξημένη κινητική ένταση (εύκολη κόπωση, τρόμος, ανησυχία δύσπνοια, γρήγορος καρδιακός ρυθμός, ξηροστομία, κρύα χέρια και κρίσεις ζάλης), αυξημένη εγρήγορση, αυτόνομη υπερκινητικότητα (δύσπνοια, γρήγορος καρδιακός ρυθμός, ξηροστομία, κρύα χέρια και ζάλη),  αυξημένη επαγρύπνηση και σάρωση (νευρικότητα, αυξημένη τάση για τρόμαγμα  και μειωμένη ικανότητα πνευματικής  συγκέντρωσης), αλλά χωρίς κρίσεις πανικού[15].

 Από γενικευμένη αγχώδη διαταραχή πάσχει ένα άτομο που ανησυχεί συνεχώς για τη δουλειά του, την οικογένειά του, τι θα  συμβεί αν ισχύσει  σενάριο «Χ»,  ή το «Ψ». Πάνω από το 15% όλων των ανθρώπων πάσχουν από αυτή την ψυχολογική νοσολογική οντότητα, η οποία είναι ακόμη πιο επικίνδυνη για τις γυναίκες, καθώς οι υπάρχουσες μελέτες δείχνουν ότι διπλάσιος αριθμός γυναικών  πάσχουν από αγχώδη διαταραχή. Αν και η τάση για την εκδήλωση αγχωδών διαταραχών  φαίνεται οικογενειακή, άλλοι παράγοντες όπως οι περιβαλλοντικές επιρροές μπορούν να παίξουν ρόλο στον κίνδυνο εκδήλωσης γενικευμένης αγχώδους διαταραχής[16].

Τα άτομα με αγχώδεις διαταραχές, περιλαμβανομένης και της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής έχουν μειωμένη ποιότητα ζωής και ψυχοκοινωνικών λειτουργιών, μείωση της ικανοποίησης από τη ζωή τους και κάποια περιορισμένη ικανότητα να εκπληρώσουν τους ρόλους τους στην κοινωνία, να επιτύχουν τους κοινωνικούς στόχους τους ή και τα δύο[17].

 Η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή  προκαλείται από κακές εμπειρίες, κακές αναμνήσεις, απορρίψεις, αποτυχία κάθε μορφής, σύγχυση, αμφιβολίες και για πολλούς άλλους λόγους. Όμως αυτή διαταραχή μπορεί να θεραπευτεί πλήρως. Ένα άτομο που ανησυχεί μη ρεαλιστικά, είναι εύκολο να εκδηλώσει συμπτωματολογία γενικευμένης αγχώδους διαταραχής.

Στη γενικευμένη αγχώδη διαταραχή υπάρχει διάχυτη  και έντονη αρνητική διάθεση και ανησυχία, η οποία είναι παρούσα στο μεγαλύτερο μέρος της ημέρας και της οποίας τα ακριβή αίτια συχνά δεν μπορεί να τα εντοπίσει το πάσχον άτομο. Συνεπεία τούτων,  η οικογενειακή ζωή, η επαγγελματική απόδοση, οι διαπροσωπικές σχέσεις με τον κοινωνικό περίγυρο και η γενική λειτουργικότητα και ευεξία του ατόμου επηρεάζονται αρνητικά[17].

Διαταραχή άγχους αποχωρισμού

Το άγχος αποχωρισμού είναι αυτό που προκαλείται σε ένα μικρό παιδί από τον χωρισμό ή την απειλή χωρισμού από τη μητέρα ή τον κύριο φροντιστή του. Είναι η υποτροπιάζουσα και υπερβολική στενοχώρια και αγωνία της αντιμετώπισης της απουσίας από την κατοικία ή του αποχωρισμού από αγαπημένα πρόσωπα. Είναι η διαρκής  υπερβολική ανησυχία για την απώλεια ενός γονέα ή άλλου αγαπημένου προσώπου από ασθένεια ή καταστροφή, η  ανησυχία ότι κάτι κακό θα συμβεί, όπως απώλεια ή απαγωγή, προκαλώντας χωρισμό από τους γονείς ή άλλα αγαπημένα πρόσωπα.

Ορισμένα άτομα ζουν με την αγωνία ενός πιθανού διαζυγίου ή ότι θα λάβουν είδηση ​​θανάτου οποιουδήποτε μέλους της οικογένειας που αμφιβάλλει για το αν θα ζήσει. Αγωνιούν παρατεταμένα, αν αυτό το προσφιλές τους άτομο πεθάνει, πώς θα συνεχιστεί η ζωή τους και συνεχίζουν να ζουν σκεπτόμενα  αρνητικά για αυτό. Τα άτομα με άγχος αποχωρισμού δεν επιθυμούν  να μένουν μόνα στο σπίτι τους ή μένουν με τον γονέα ή τους γονείς τους στο σπίτι.

Το άτομο με άγχος αποχωρισμού επιδεικνύει απροθυμία ή άρνηση να βγαίνει  έξω, όπως να πηγαίνει στο σχολείο ή στη δουλειά, λόγω του άγχους του αποχωρισμού και αρνούνται να μείνουν μόνα στο σπίτι τους ή σε άλλα περιβάλλοντα. Δεν μπορούν να κοιμηθούν αν δεν βρίσκονται κοντά τους τα άτομα, στα οποία είναι προσκολλημένα και αναφέρουν ότι βλέπουν στον ύπνο τους εφιάλτες σχετικά με τον αποχωρισμό.

Τα παιδιά και οι ενήλικες που πάσχουν από άγχος αποχωρισμού συχνά παραπονούνται  για πονοκεφάλους, στομαχόπονους ή άλλα συμπτώματα όταν αναμένεται χωρισμός από έναν γονέα ή άλλο αγαπημένο πρόσωπο

Η διαταραχή άγχους αποχωρισμού μπορεί να σχετίζεται με διαταραχή πανικού και κρίσεις πανικού – επαναλαμβανόμενα επεισόδια ξαφνικών συναισθημάτων έντονου άγχους και φόβου ή τρόμου που κορυφώνονται μέσα σε λίγα λεπτά.

Αν και το άγχος αποχωρισμού είναι ένα φαινόμενο που ταιριάζει κατάλληλα με την ανάπτυξη, η διαταραχή εκδηλώνεται με ακατάλληλη ένταση σε ακατάλληλη ηλικία ή σε ακατάλληλο πλαίσιο. Το Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (DSM), έκδοση 4, περιόρισε τη διάγνωση της διαταραχής του άγχους αποχωρισμού σε παιδιά και εφήβους. Ωστόσο, στο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών, έκδοση 5 (DSM-5), η διάγνωση επεκτάθηκε για να συμπεριλάβει ενήλικες που διαγνώστηκαν για πρώτη φορά με διαταραχή του άγχους αποχωρισμού στην ενήλικη ζωή. Μια διαφορά στα παιδιά που έχουν διαγνωστεί με άγχος αποχωρισμού σε σύγκριση με τους ενήλικες είναι ο τύπος των εικόνων  προσκόλλησης που εμπλέκονται. Στην περίπτωση των παιδιών, τα στοιχεία προσκόλλησης είναι συνήθως ενήλικες, όπως οι γονείς, ενώ οι ενήλικες βιώνουν άγχος λόγω πραγματικού ή αναμενόμενου χωρισμού από παιδιά, συζύγους ή ρομαντικούς συντρόφους[18].

Η διαταραχή άγχους αποχωρισμού έχει επιπολασμό στη διάρκεια της ζωής 4,8% και μπορεί να εμφανιστεί και μετά το 18ο έτος της ηλικίας. Παρά τον υψηλό επιπολασμό, η διαταραχή άγχους αποχωρισμού συχνά υποδιαγιγνώσκεται και στη συνέχεια παραμένει χωρίς θεραπεία[19].

Η διαταραχή άγχους αποχωρισμού συνήθως αντιμετωπίζεται με ψυχοθεραπεία, μερικές φορές μαζί με φαρμακευτική αγωγή. Η ψυχοθεραπεία, που μερικές φορές ονομάζεται θεραπεία ομιλίας ή ψυχολογική συμβουλευτική, περιλαμβάνει τη συνεργασία με έναν θεραπευτή για τη μείωση των συμπτωμάτων του άγχους αποχωρισμού.

Η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία είναι μια αποτελεσματική μορφή ψυχοθεραπείας για τη διαταραχή άγχους αποχωρισμού. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας το παιδί μπορεί να μάθει πώς να αντιμετωπίζει και να διαχειρίζεται τους φόβους του χωρισμού και της αβεβαιότητας. Επιπλέον, οι γονείς μπορούν να μάθουν πώς να παρέχουν αποτελεσματικά συναισθηματική υποστήριξη και να ενθαρρύνουν την ανεξαρτησία του παιδιού ανάλογα με την ηλικία.

Μερικές φορές, ο συνδυασμός φαρμάκων με γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία μπορεί να είναι χρήσιμος εάν τα συμπτώματα είναι σοβαρά. Τα αντικαταθλιπτικά που ονομάζονται εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) μπορεί να είναι μια επιλογή για μεγαλύτερα παιδιά και ενήλικες.

Θεραπεία των αγχωδών διαταραχών

Η κύρια θεραπεία των αγχωδών διαταραχών  είναι η φαρμακευτική αγωγή , συνήθως με εκλεκτικούς αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) ή αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης νοραδρεναλίνης(SNRIs), βήτα-αναστολείς, ήπια ηρεμιστικά, ηρεμιστικά  σε συνδυασμό με ψυχοθεραπεία, όπως η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία[20].

Υπάρχει η πιθανότητα οι πάσχοντες να μην ανταποκριθούν ή να ανταποκριθούν μερικώς στη φαρμακευτική αγωγή ή μπορεί τα φάρμακα να προκαλέσουν ανεπιθύμητες παρενέργειες ή μπορεί οι ασθενείς να μην επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν συμβατικά φάρμακα. Σάυτές τις περιπτώσεις θα μπορούσε να χορηγηθεί συμπληρωματικά η L-θεανίνη (Calmagkel), η οποία έχει αντιστρέςς και αγχολυτικές ιδιότητες χωρίς να προκαλεί τις γνωστές παρενέργειες των συμβατικών ηρεμιστικών ή αντικαταθλιπτικών φαρμάκων.

Η L-θεανίνη (Calmagkel) είναι ένα μη πρωτεϊνικό αμινοξύ που προέρχεται από φύλλα τσαγιού (Camellia sinensis), το οποίο μπορεί να είναι ωφέλιμο στη θεραπεία του άγχους και των διαταραχών ύπνου, όπως προτείνεται από τα μέχρι σήμερα υπάρχοντα επιστημονικά δεδομένα[21].

Μελέτες δείχνουν ότι η πρόσληψη  L-θεανίνης μπορεί να μειώσει σημαντικά τα συμπτώματα άγχους. Λειτουργεί ως ήπιο ηρεμιστικό στον εγκέφαλό και  βοηθά στην πρόληψη του εγκεφάλου από το να φτάσει σε αγχώδεις αντιδράσεις, όταν υπάρχουν  στρεσογόνες καταστάσεις.

Μηχανισμός δράσης της  L-θεανίνης (Calmagkel)

Η L-θεανίνη, είναι γνωστό ότι εμποδίζει τη δέσμευση του L-γλουταμινικού οξέος (L-glutamic acid) με τους υποδοχείς γλουταμινικού στον εγκέφαλο και έχει θεωρηθεί ότι προκαλεί αποτελέσματα κατά του στρες αναστέλλοντας τη διέγερση των νευρώνων του φλοιού του εγκεφάλου[22].

Η δομή της L-θεανίνης μοιάζει με τη δομή του L-γλουταμινικού οξέος και δρα μέσω της σύνδεσής της με υποδοχείς του γλουταμινικού. Το γλουταμικό είναι ένας από τους σημαντικότερους νευροδιαβιβαστές στον εγκέφαλο. Η L-θεανίνη μιμείται  το γλουταμινικό  και μπορεί να αλληλεπιδράσει με τους υποδοχείς που συνήθως ενεργοποιούνται από το γλουταμινικό.

Υποστηρίζεται η άποψη  ότι η δραστηριότητα της L-θεανίνης μπορεί να επηρεάσει την έκκριση σεροτονίνης σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου.

Η L-θεανίνη είναι σε θέση να διαπεράσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό του εγκεφάλου των  θηλαστικών, πράγμα που την καθιστά ικανή  να ασκήσει τα αποτελέσματά της στους νευρώνες του εγκεφάλου[23].

Η L-θεανίνη αρχίζει να έχει επίδραση στον εγκέφαλο μέσα σε 30 λεπτά και μπορεί να διατηρηθεί στην κυκλοφορία του αίματος για μερικές ώρες.

Η L-θεανίνη έχει αποδειχθεί ότι βοηθά στη δημιουργία κυμάτων άλφα στον εγκέφαλο. Τα εγκεφαλικά κύματα είναι ηλεκτρικές ώσεις στην επιφάνεια του εγκεφάλου που μετρώνται με ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG). Τα ηλεκτρόδια συνδέονται στο τριχωτό της κεφαλής, τα οποία στη συνέχεια μετρούν τις ηλεκτρικές ώσεις στην επιφάνεια του εγκεφάλου.

Υπάρχουν τέσσερις διαφορετικοί τύποι εγκεφαλικών κυμάτων που υποδεικνύουν διαφορετικές καταστάσεις εγκεφαλικής δραστηριότητας, Από αυτά τα κύματα,  τα κύματα άλφα είναι ενδεικτικά μιας χαλαρής, αλλά σε εγρήγορση, κατάστασης. Η L-θεανίνη αυξάνει σημαντικά τη δραστηριότητα στη ζώνη συχνοτήτων άλφα, γεγονός που δείχνει ότι χαλαρώνει το μυαλό χωρίς να προκαλεί υπνηλία[24].

Είναι επίσης πιθανό ότι η L-θεανίνη ρυθμίζει τις φυσιολογικές λειτουργίες, όπως ο καρδιακός ρυθμός και η αρτηριακή πίεση, οι οποίες αυξάνονται κατά τη διάρκεια αγχωτικών καταστάσεων. Η L-θεανίνη μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του στρες. Όμως η μείωση του στρες και η αυξημένη χαλάρωση μπορεί να μειώσει τον καρδιακό ρυθμό. Με τη σειρά του, αυτό μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της αρτηριακής πίεσης.  Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να συμβάλει περαιτέρω στις επιδράσεις του αμινοξέος στη μείωση του στρες.

Η L-θεανίνη έχει αποδειχθεί ότι ασκεί ηρεμιστική δράση και βοηθά στον έλεγχο του άγχους σε πειραματόζωα, σκύλους και γάτες, αλλά υπάρχουν στοιχεία ότι έχει επίδραση στο άγχος στους ανθρώπους. Τα δημοσιευμένα στοιχεία δείχνουν ότι ο L- θεανίνη που χορηγείται σε ημερήσιες δόσεις που κυμαίνονται από 200 έως 400 mg για έως και 8 εβδομάδες είναι ασφαλείς και προκαλούν αγχολυτικές και αντι-στρες επιδράσεις σε οξείες και χρόνιες καταστάσεις άγχους και στρες. Η L -θεανίνη σε δόσεις χαμηλότερες και υψηλότερες από αυτές μπορεί επίσης να δείξει πολλά υποσχόμενες θεραπευτικές δυνατότητες [25, 26].

η L-θεανίνη όχι μόνο μειώνει το άγχος, αλλά και μειώνει την αύξηση της αρτηριακής πίεσης σε ενήλικες με υψηλή απόκριση στο στρες[22].

Η δοσολογία της ξεκινάει από τα 50mg έως 150mg, 40 λεπτά προ του ύπνου. Σε καταστάσεις έντονου στρες η δοσολογία κυμαίνεται από 150mg πρωί μεσημέρι βράδυ μετά το φαγητό. Η μεγίστη ημερήσια δόση που έχει χορηγηθεί είναι τα 2000mg επί δύο μήνες.

Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι η συμπλήρωση 200-400 mg/ημέρα L-θεανίνης  μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του στρες και του άγχους σε άτομα που εκτίθενται σε στρεσογόνες συνθήκες

H συνδυασμένη χορήγηση ενώσεων του μαγνησίου (Magnigkel)οι και L-θεανίνης (Calmagkel) ενισχύουν την επίδραση της L-θεανίνης στον, ύπνο ενισχύοντας τα βραδέα άλφα εγκεφαλικά κύματα, ρυθμίζοντας την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου και αυξάνοντας τα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών και των υποδοχέων GABA [27].

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση

1.American Psychiatric Association. Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders. 5th ed. Arlington, VA: American Psychiatric Publishing; 2013 [Google Scholar]

2.Skapinakis P, Bellos S, Koupidis S, Grammatikopoulos I, Theodorakis PN, Mavreas V. Prevalence and sociodemographic associations of common mental disorders in a nationally representative sample of the general population of Greece. BMC Psychiatry. 2013 Jun 4;13:163.

3.Andreas Ströhle 1Jochen GensichenKatharina Domschke. The Diagnosis and Treatment of Anxiety Disorders. Dtsch Arztebl Int. 2018 Sep 14;155(37):611-620.

4.Gosselin P, Laberge B. [Etiological factors of generalized anxiety disorder]. Encephale. 2003 Jul-Aug;29(4 Pt 1):351-61.

5.M Abbar.  [Panic disorder and panic attack].Encephale. 1996 Dec;22 Spec No 5:13-8.

6.E A Korabelnikova. [Sleep disturbances in panic disorders]. Zh Nevrol Psikhiatr Im S S Korsakova. 2018;118(4. Vyp. 2):99-106.

7.Lydiard RB. Increased prevalence of functional gastrointestinal disorders in panic disorder: clinical and theoretical implications. CNS Spectr. 2005 Nov;10(11):899-908.

8.Soh KC, Lee C.Panic attack and its correlation with acute coronary syndrome – more than just a diagnosis of exclusion.Ann Acad Med Singap. 2010 Mar;39(3):197-202.

9.Cosci F, Knuts IJ, Abrams K, Griez EJ, Schruers KR.Cigarette smoking and panic: a critical review of the literature. J Clin Psychiatry. 2010 May;71(5):606-15.

10.Damsa C, Lazignac C, Iancu R, Niquille M, Miller N, Mihai A, Virgillito S, Adam E.Panic disorders: differential diagnosis and care in emergencies]. Rev Med Suisse. 2008 Feb 13;4(144):404-6, 408-9.

11.Antoine Pelissolo 1Sandra Abou KassmLauriane Delhay. Therapeutic strategies for social anxiety disorder: where are we now? Expert Rev Neurother. 2019 Dec;19(12):1179-1189.

12.Williams T, McCaul M, Schwarzer G, Cipriani A, Stein DJ, Ipser J. Pharmacological treatments for social anxiety disorder in adults: a systematic review and network meta-analysis. Acta Neuropsychiatr. 2020 Aug;32(4):169-176

13.Horenstein A, Morrison AS, Goldin P, Ten Brink M, Gross JJ, Heimberg RG.Sleep quality and treatment of social anxiety disorder. Anxiety Stress Coping. 2019 Jul;32(4):387-398.

14.Linares IM, Chags MH, Machado-de-Sousa JP, Crippa JA, Hallak JE.Neuroimaging correlates of pharmacological and psychological treatments for specific phobia. CNS Neurol Disord Drug Targets. 2014;13(6):1021-5.

15.Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders Fifth Edition Text Revision DSM-5-TR.  American Psychiatric Association2022

16.Shelton CI. Diagnosis and management of anxiety disorders. J Am Osteopath Assoc. 2004 Mar;104(3 Suppl 1):S2-5.

17Mendlowicz MV, Stein MB. Quality of life in individuals with anxiety disorders. Am J Psychiatry. 2000;157:669-82.

18.Feriante J, Torrico TJ, Bernstein B. Separation Anxiety Disorder. 2023 Feb 26. In: StatPearls [Internet]. Treasure Island (FL): StatPearls Publishing; 2023 Jan–.PMID: 32809628

19.Schiele MA, Domschke K.Nervenarzt. [Separation anxiety disorder]. 2021 May;92(5):426-432.

20.Chand, S. P., & Marwaha, R. (2022). Anxiety. In StatPearls. StatPearls Publishing. Available from: https://www.ncbi.nlm.nih.gov/books/NBK470361/

21.Sarris J, Byrne GJ, Cribb L, Oliver G, Murphy J, Macdonald P, Nazareth S, Karamacoska D, Galea S, Short A, Ee C, Birling Y, Menon R, Ng CH. L-theanine in the adjunctive treatment of generalized anxiety disorder: A double-blind, randomised, placebo-controlled trial. J Psychiatr Res. 2019 Mar;110:31-37.

22.Yoto A, Motoki M, Murao S, Yokogoshi H. Effects of L-theanine or caffeine intake on changes in blood pressure under physical and psychological stresses. J Physiol Anthropol. 2012 Oct 29;31(1):28.

23.Jamwal S, Kumar P. L-theanine, a Component of Green Tea Prevents 3-Nitropropionic Acid (3-NP)-Induced Striatal Toxicity by Modulating Nitric Oxide Pathway. Mol Neurobiol. 2017 Apr;54(3):2327-2337.

24.Anna C Nobre 1Anling RaoGail N Owen. L-theanine, a natural constituent in tea, and its effect on mental state. Asia Pac J Clin Nutr. 2008;17 Suppl 1:167-8.

25.Williams JL, Everett JM, D’Cunha NM, Sergi D, Georgousopoulou EN, Keegan RJ, McKune AJ, Mellor DD, Anstice N, Naumovski N. The Effects of Green Tea Amino Acid L-Theanine Consumption on the Ability to Manage Stress and Anxiety Levels: a Systematic Review. Plant Foods Hum Nutr. 2020 Mar;75(1):12-23.

26.Lopes Sakamoto F, Metzker Pereira Ribeiro R, Amador Bueno A, Oliveira Santos H. Psychotropic effects of L-theanine and its clinical properties: From the management of anxiety and stress to a potential use in schizophrenia. Pharmacol Res. 2019 Sep;147:104395.

27.Dasdelen MF, Er S, Kaplan B, Celik S, Beker MC, Orhan C, Tuzcu M, Sahin N, Mamedova H, Sylla S, Komorowski J, Ojalvo SP, Sahin K, Kilic E. A Novel Theanine Complex, Mg-L-Theanine Improves Sleep Quality via Regulating Brain Electrochemical Activity. Front Nutr. 2022 Apr 5;9:874254.

28.Bartlett AA, Singh R, Hunter RG. Anxiety and Epigenetics. Adv Exp Med Biol. 2017;978:145-166.

Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης

Δρ.Δημήτριος Ν. Γκέλης
Iατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος

Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιατρικός Συγγραφέας, Ιατρικός Ερευνητής 

ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ: Ιατρική Έρευνα, Συμπληρωματική Ιατρική

Διεύθυνση: ΦΛΑΜΠΟΥΡΟ ΛΟΥΤΡΑΚΙΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ
Τηλ: 6944280764, Email: pharmage@otenet.gr
www.gelis.gr, www.pharmagel.gr , www.orlpedia.gr , www.allergopedia.gr, d3gkelin.gr, www.vitaminb12.gr, www.zinc.gr, www.curcumin.gr

Αικατερίνη Γκέλη
Αικατερίνη Γκέλη
Ιατρός, Ακτινοδιαγνώστρια
 Άσσος, Κορίνθου.
Εχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη διαγνωστική με υπερήχους, κλασσική ακτινολογία παίδων και ενηλίκων, γναθοπροσωπική ακτινολογία, περιβαλλοντική ιατρική, ιατρική διατροφολογία, συμπληρωματική ιατρική.


Σημείωση: Το παρόν επιστημονικό άρθρο γράφτηκε για λόγους ενημέρωσης των ιατρών και των λοιπών επιστημόνων υγείας και δεν αποτελεί  μέσο διάγνωσης ή αντιμετώπισης ή πρόληψης ασθενειών, ούτε αποτελεί ιατρική συμβουλή για ασθενείς, από τον συγγραφέα ή τους συγγραφείς του άρθρου.

Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.
Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από  τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση,  παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας 


Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.