Η ωτοσκλήρυνση είναι μια πρωτοπαθής πάθηση του οστέινου λαβυρίνθου, που εντοπίζεται στο λιθοειδές οστό του κροταφικού οστού, και χαρακτηρίζεται από ανώμαλη ανακατασκευή του οστού λόγω διαταραχής της ισορροπίας μεταξύ οστεοκλαστικής και οστεοβλαστικής δραστηριότητας. Η παθοφυσιολογική αυτή διεργασία εμφανίζει σημαντικές ομοιότητες με την οστεοπόρωση, γεγονός που επιτρέπει την ερμηνεία της ωτοσκλήρυνσης ως εντοπισμένη μορφή οστεοπόρωσης του λιθοειδούς οστού [1].
Παθοφυσιολογία και αναλογία της ωτοσκλήρυνσης με την οστεοπόρωση
Και στις δύο παθήσεις, το κύριο παθολογικό στοιχείο είναι η ανώμαλη αναδόμηση του οστού. Στην οστεοπόρωση η διαδικασία είναι γενικευμένη, ενώ στην ωτοσκλήρυνση είναι τοπική, περιοριζόμενη κυρίως γύρω από την ωοειδή θυρίδα και τον κοχλία [2]. Η ενεργοποίηση των οστεοκλαστών οδηγεί σε απώλεια ανόργανων αλάτων, αυξημένη αγγείωση και δημιουργία σπογγώδους απομεταλλωμένου οστού, χαρακτηριστικά κοινά της ωτοσκλήρυνσης με την οστεοπόρωση [3].
Ιστολογικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά
Ιστολογικά, οι εστίες ωτοσκλήρυνσης εμφανίζουν αυξημένο αριθμό οστεοκλαστών, έντονη αγγείωση και χαμηλή οστική πυκνότητα, που είναι στοιχείο οστεοπενίας [3, 4]. Η πάθηση μπορεί να εξελίσσεται, είτε ως ενεργός (ωτοσπογγίωση), είτε ως σκληρυντική φάση, όπου το σπογγώδες οστό αντικαθίσταται από πιο πυκνό αλλά δυσλειτουργικό οστό. Αυτή η εναλλαγή φάσεων απορρόφησης και αναδόμησης προσομοιάζει με τον κύκλο της οστεοπόρωσης [5].
Ορμονικοί και γενετικοί παράγοντες
Η ωτοσκλήρυνση εμφανίζεται συχνότερα σε γυναίκες, με έξαρση των συμπτωμάτων της μετά από εγκυμοσύνη ή ορμονικές μεταβολές, υποδηλώνοντας ορμονική ευαισθησία ανάλογη με την οστεοπόρωση [6]. Επιπλέον, έχουν περιγραφεί γενετικές συσχετίσεις με γονίδια που ρυθμίζουν τον οστικό μεταβολισμό (COL1A1, TGFβ1, OPG/RANKL), εμπλεκόμενα στην παθογένεση, τόσο της οστεοπόρωσης όσο και της ωτοσκλήρυνσης [7, 8].
Απεικονιστικά και βιοχημικά ευρήματα
Στην αξονική τομογραφία, οι εστίες ωτοσκλήρυνσης εμφανίζονται ως περιοχές μειωμένης οστικής πυκνότητας, παρόμοιες με την οστεοπόρωση [9]. Βιοχημικά, ο μεταβολισμός της βιταμίνης D3 και η δραστηριότητα της αλκαλικής φωσφατάσης συχνά παρουσιάζουν πρότυπα αντίστοιχα με αυτά των οστεοπορωτικών ασθενών [10].
Συντηρητική θεραπεία της ωτοσκλήρυνσης με φθοριούχο νάτριο (NaF) και συμπληρώματα Ca, βιταμίνης D3, Mg, βιταμίνης K2 (Florigkel)
Για πολλούς ασθενείς με ωτοσκλήρυνση εφαρμόζεται ως θεραπεία εκλογής η χειρουργική αποκατάσταση (αναβολεκτομή ή αναβολοτομή), η οποία είναι η πιο αποτελεσματική μέθοδος βελτίωσης της ακοής [11], αλλά επειδή δεν μπορεί εφαρμοστεί η χειρουργική θεραπεία σε όλες τις περιπτώσεις ωτοσκλήρυνσης υπάρχει ως εναλλακτική λύση η χορήγηση του συμπληρώματος διατροφής Florigkel.
Επίσης στα άτομα που εφαρμόστηκε επιτυχώς η χειρουργική θεραπεία συνιστάται να παίρνουν μια κάψουλα Florigkel [συνδυασμός φθοριούχου νατρίου (NaF)], ανθρακικού ασβεστίου, βιταμίνης D3, κιτρικού μαγνησίου και βιταμίνης K2) καθημερινά, επί δύο έτη, διότι μπορεί μεν να έχει αποκατασταθεί η λειτουργία της ωοειδούς θυρίδας, αλλά μπορεί να υπάρχουν και ωτοσκλήρυντικές εστίες σε άλλες περιοχές του λιθοειδούς οστού, που δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν χειρουργικά.
Ενδείξεις χορήγησης φθοριούχου νατρίου
Η θεραπεία με φθοριούχο νάτριο ενδείκνυται στις κάτωθι ομάδες ασθενών [12–18]:
- Ασθενείς με επιβεβαιωμένη χειρουργικά ωτοσκλήρυνση, η οποία έχει δείξει προϊούσα νευραισθητήρια βαρηκοΐα, που είναι δυσανάλογη προς την ηλικία του ασθενούς [12, 13].
- Ασθενείς με ωτοσκλήρυνση με καθαρή νευραισθητήρια βαρηκοΐα, των οποίων το οικογενειακό ιστορικό, η ηλικία έναρξης της βαρηκοΐας, τα ακοομετρία ευρήματα και η καλή ακουστική ευκρίνεια παρέχουν ενδείξεις πιθανής κοχλιακής ωτοσκλήρυνσης [14, 15].
- Ασθενείς στους οποίους έχουν εντοπιστεί ωτοσκλήρυντικές εστίες στις αξονικές και μαγνητικές τομογραφίες ή επιδεικνύονται εμφανείς αλλαγές στον κοχλία [16].
- Ασθενείς με θετικό το σημείο του Schwartze [17].
- Προεγχειρητικά, σε ωτοσκληρυντικούς ασθενείς, όταν πάρχειωτοσκληρυντική εστία που δείχνει δραστηριότητα, όπως μαρτυρείται από την παρουσία θετικού σημείου Schwartze, προϊούσα νευραισθητήρια βαρηκοΐα (που ελέγχεται με ακοομετρία μέσα σε διάστημα 12 μηνών) ή ακτινογραφικές/πολυτομογραφικές ενδείξεις απομεταλλομένης εστίας στην κοχλιακή κάψα [18].
Θεωρητική βάση της θεραπείας
Ο Shambaugh και ο Causse εξέφρασαν τη γνώμη ότι, αν χορηγηθεί φθοριούχο νάτριο στις παραπάνω περιπτώσεις, θα προκληθεί περιορισμός της αγγείωσης και του ανασχηματισμού (remodelling) της ωτοσκληρυντικής εστίας [19]. Γενικά, οι ασθενείς με ωτοσκλήρυνση παρακολουθούνται ακοομετρικά επί ένα ή δύο έτη πριν να εφαρμοστεί η αναβολεκτομή. Αν υπάρχει πρόοδος του κοχλακού στοιχείου της βαρηκοΐας, το φθοριούχο νάτριο χορηγείται πριν από την εγχείρηση [18,19].
Μετεγχειρητική χορήγηση
Μετεγχειρητικά, αν κατά τη διάρκεια της αναβολεκτομής εντοπιστεί ενεργός ωτοσκλήρυντική εστία, το φθοριούχο νάτριο χορηγείται επί δύο συνεχόμενα έτη ή περισσότερο [20].
Χορήγηση στα αρχικά στάδια της ωτοσκλήρυνσης
Στα αρχικά στάδια της ωτοσκλήρυνσης, εάν κάποιος λάβει 2–3 κάψουλες φθοριούχου νατρίου ημερησίως, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα, όχι μόνο να αναστείλει την εξέλιξη της νόσου, αλλά και να την αναστρέψει. Ο γράφων έχει πολλά παραδείγματα επιτυχούς αποκατάστασης της ακουστικής απώλειας σε ασθενείς του με αρχόμενη ωτοσκλήρυνση [21].
Κλινικές μελέτες
Η αποτελεσματικότητα του φθοριούχου νατρίου είχε αμφισβητηθεί στο παρελθόν, καθώς δεν υπήρχαν διπλές τυφλές μελέτες που να επιβεβαιώνουν τα αποτελέσματα των ερευνητών επί χιλιάδων ασθενών. Η πρώτη αξιόπιστη διπλή τυφλή μελέτη δημοσιεύτηκε το 1987 και επιβεβαίωσε την αποτελεσματικότητα του φθοριούχου νατρίου ως συμπληρώματος διατροφής στην αντιμετώπιση της ωτοσκλήρυνσης [22].
Οι Colletti και Fiorino (1991) αξιολόγησαν περαιτέρω την αποτελεσματικότητα της θεραπείας με NaF, παρακολουθώντας τη φυσιολογική πορεία της υποκλινικής ωτοσκλήρυνσης μέσω του αντανακλαστικού του αναβολέα [23]. Η μελέτη διεξήχθη σε 128 συγγενείς ασθενών με χειρουργικά επιβεβαιωμένη ωτοσκλήρυνση της βάσης του αναβολέα. Η διάγνωση βασίστηκε στο αποτέλεσμα «on–off» του αναβολικού αντανακλαστικού. Μία ομάδα ασθενών θεραπεύτηκε με NaF σε δόσεις 6–16 mg ημερησίως, ανάλογα με την ηλικία, για διάρκεια δύο ετών, ενώ μια δεύτερη ομάδα χρησιμοποιήθηκε ως μάρτυρας.
Αξιολογήσεις της μορφολογίας του αντανακλαστικού έγιναν στο 1ο, 2ο και 5ο έτος μετά την έναρξη της θεραπείας. Η έρευνα έδειξε ότι το NaF έχει σταθεροποιητικό αποτέλεσμα επί της ωτοσκλήρυνσης, ανακόπτοντας την εξέλιξη στο >60 % των ασθενών μετά από δύο έτη παρακολούθησης και στο >50 % μετά τον πέμπτο χρόνο από τη διακοπή της θεραπείας. Προτάθηκε, έτσι, ένα πρόγραμμα δευτερογενούς πρόληψης της ωτοσκλήρυνσης με χορήγηση NaF [23].
Το φθοριούχο νάτριο χορηγείται τα τελευταία 60 χρόνια διεθνώς, στην προσπάθεια καθυστέρησης ή διακοπής της εγκατάστασης νευραισθητήριας βαρηκοΐας σε ασθενείς με ωτοσκλήρυνση του αναβολέα ή μετά από αναβολεκτομή, καθώς επίσης και σε ασθενείς με καθαρή κοχλιακή ωτοσκλήρυνση.
Η εκτεταμένη κλινική εμπειρία σε χιλιάδες ασθενείς που πήραν αυτή τη θεραπεία επέδειξε την αξία του φθοριούχου νατρίου στο να ανακόπτει μια προϊούσα νευραισθητήρια βαρηκοΐα ή και σε πολλές περιπτώσεις, να τη βελτιώνει. Για μακρό χρονικό διάστημα υπήρξαν εκείνοι που αμφισβήτησαν αυτή τη θεραπεία, στηριζόμενοι στο γεγονός ότι δεν είχε αποδειχτεί η αξία της με διπλά τυφλά πειράματα. Παρά τούτο, αρκετοί ερευνητές επιβεβαίωσαν τα θετικά αποτελέσματα της θεραπείας σε μικρές ομάδες, με διπλά τυφλά πειράματα.
Μηχανισμός δράσης του Florigkel
Η ευεργετική δράση του Florigkel οφείλεται αφ΄ενός στο φθοριούχο νάτριο που περιέχει και αφ΄ετέρου στα υπόλοιπα συστατικά του. Το φθοριούχο νάτριο:
- Αναστέλλει τη δραστηριότητα των οστεοκλαστών, μειώνοντας την απορρόφηση του οστού.
- Σταθεροποιεί το οστό, ενισχύοντας τον σχηματισμό φθοριοαπατίτη, πιο σκληρού και ανθεκτικού από τον φυσιολογικό υδροξυαπατίτη [24].
- Μειώνει τη φλεγμονώδη δραστηριότητα στις ενεργές εστίες ωτοσκλήρυνσης.
Τα υπόλοιπα συστατικά του Florigkel (ανθρακικό ασβέστιο, βιταμίνη D3, κιτρικό μαγνήσιο, βιταμίνη K2) ενισχύουν τη σωστή οστική αποκατάσταση, προλαμβάνουν την απομετάλλωση άλλων οστών, μεταξύ των οποίων και του λιθοειδούς οστού και των οσταρίων του μέσου ωτός και βελτιώνουν τη δομική ακεραιότητα των ωτοσκληρυντικών εστιών [25–29]. Η διαθέσιμη βιβλιογραφία δεν υποστηρίζει ξεκάθαρα ότι τα οστάρια «παθαίνουν οστεοπόρωση» με τον ίδιο τρόπο που πάσχουν π.χ. οι σπόνδυλοι ή το ισχίο — αλλά υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι αλλοιώσεις της συστηματικής οστικής υγείας (χαμηλή BMD, διαταραγμένη ορυκτοποίηση) μπορούν να επηρεάσουν την ακοή και πιθανώς τη μικροδομή των οσταρίων[51].
΄Όπως προελέχθηκε η ωτοσκλήρυνση είναι εστιακή νόσος του οστού του λαβυρίνθου (otic capsule), δηλαδή του πυκνού οστού που περιβάλλει το έσω ους [52, 53].
Πρόκειται για παθολογική αναδόμηση (remodelling), όπου φυσιολογικό ώριμο οστό αντικαθίσταται από σπογγώδες (οστεοειδές) και στη συνέχεια σκληρυντικό [52].
Η πιο συχνή εντόπιση είναι η ωοειδής θυρίδα (fissula ante fenestram), όπου αγκυλώνεται ο αναβολέας (stapes) [52]. Το αποτέλεσμα είναι προοδευτική αγκύλωση του αναβολέα, που εμποδίζει τη μετάδοση του ήχου από το μέσο στο έσω ους και η πρόκληση βαρηκοίας αγωγιμότητας[53].
Εμπλοκή των οσταρίων του μέσου ωτός στην ωτοσκλήρυνση
Τα οστάρια του μέσου ωτός (σφύρα, άκμονας, αναβολέας) μπορούν να προσβληθούν από ωτοσκλήρυνση [53, 54]:
Συνήθως προσβάλλεται ο αναβολέας, ειδικά η βάση του (stapes footplate) που εφάπτεται στην ωοειδή θυρίδα.
Σε προχωρημένες ή εκτεταμένες περιπτώσεις, η βλάβη μπορεί να επεκταθεί στον άκμονα (incus) και σπανιότερα στη σφύρα (malleus) [53].
Ο μηχανισμός αφορά τοπική οστεοδυναμική διαταραχή και όχι συστηματική νόσο, όπως η οστεοπόρωση [54].
Υπάρχει κλξρονομική προδιάθεση στα άτομα που εμφανίζουν ωτοσκλήρυνση, η οποία μεταβιβάζεται συνήθως με τον αυτοσωματικό επικρατούντα χαρακτήρα με ατελή διεισδυτικότητα [55].
Εμπλέκονται επίσης ιογενείς παράγοντες (όπως ο ιός της ιλαράς), ενώ ορμονικοί παράγοντες, όπως τα οιστρογόνα και η κύηση, μπορούν να επιδεινώσουν την εξέλιξη [54, 55].
Ιστολογικά, στις ωτοσκληρυντικές εστίες παρατηρούνται αυξημένοι οστεοκλάστες και οστεοβλάστες, ανώμαλη ανακατασκευή και αυξημένη αγγείωση [52, 54].
Τα κύρια συμπτώματα περιλαμβάνουν:
Προοδευτική βαρηκοΐα αγωγιμότητας ή μικτού τύπου, αν προσβληθεί και ο κοχλίας [52, 53].
Εμβοές (tinnitus) [53].
Φυσιολογική τυμπανική μεμβράνη και εντομή Carhart (πτώση στα 2000 Hz στο ακοόγραμμα) [53].
Κατάργηση του αντανακλαστικού του αναβολέα [53].
Η θεραπεία με χορήγηση μόνο φθοριούχου νατρίου είναι μακροχρόνια (μήνες έως έτη) και απαιτεί τακτική παρακολούθηση λόγω πιθανών παρενεργειών, όπως γαστρεντερικές διαταραχές, οστικοί πόνοι, φθορίαση ή υπερασβεστιαιμία [22, 25–29].
Η ενίσχυση των θεραπευτικών αποτελεσμάτων του φθοριούχου νατρίου στην ωτοσκλήρυνση με την προσθήκη ανθρακικού ασβεστίου, βιταμίνης D3, κιτρικού μαγνησίου και βιταμίνης K2
Η γνώση ότι η ωτοσκλήρυνση είναι μια μορφή εντοπισμένης οστεοπόρωσης συνέβαλε στη συμπληρωματική θεραπεία της ωτοσκλήρυνσης με φθοριούχο νάτριο, ανθρακικό ασβέστιο, βιταμίνη D3, κιτρικό μαγνήσιο και βιταμίνη K2 (Florigkel). Οι γνώσεις της συμπληρωματικής θεραπείας της οστεοπόρωσης βρίσκουν εφαρμογή στη θεραπεία ωτοσκλήρυνσης.
Συνδυασμός φθοριούχου νατρίου και ανθρακικού ασβεστίου
Η χορήγηση ανθρακικού ασβεστίου μαζί με το φθοριούχο νάτριο έχει λογική βιοχημική βάση (υποστήριξη ασβεστοποίησης, μείωση γαστρικών ενοχλήσεων) και χρησιμοποιείται στην πράξη, αλλά η τεκμηρίωση που αποδεικνύει ξεκάθαρο κλινικό πλεονέκτημα (π.χ. οι τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες ( RCT), που επιδεικνύουν καλύτερη αποκατάσταση της ακουστικής ικανότητας είναι περιορισμένη. Οι ωτορινολαρυγγολόγοι που το προτείνουν το κάνουν συνήθως με σκοπό τη βελτίωση της ανοχής και την υποστήριξη της οστικής ανταπόκρισης, όχι επειδή υπάρχει απόλυτη απόδειξη υπεροχής[56].
Συνδυασμός D3 + K2 + Μαγνησίου στην Οστεοπόρωση και την ωτοσκλήρυνση
Η οστεοπόρωση είναι μία συστηματική νόσος των οστών που χαρακτηρίζεται από μειωμένη οστική πυκνότητα και αλλοιωμένη μικροδομή, με αποτέλεσμα αυξημένο κίνδυνο κατάγματος. Το μεταβολικό υπόβαθρο της νόσου περιλαμβάνει διαταραχές στον μεταβολισμό του ασβεστίου, της βιταμίνης D3, των βιταμινών Κ και του μαγνησίου [30].
Η συνδυασμένη χορήγηση βιταμίνης D3, βιταμίνης K2 και μαγνησίου βελτιώνει την οστική πυκνότητα. Τα τελευταία χρόνια, πολλές μελέτες έδειξαν ότι η συνδυασμένη χορήγηση βιταμινών K2 και D3 μαζί με μαγνήσιο βελτιώνει την οστική πυκνότητα, ενισχύει τη λειτουργία των οστεοβλαστών και μειώνει τον κίνδυνο καταγμάτων σε οστεοπορωτικούς ασθενείς [31–35].
Η βιταμίνη K2 ενεργοποιεί την οστεοκαλσίνη και την MGP [(Matrix Gla Protein) Πρωτεΐνη Gla της θεμέλιας ουσίας — είναι μια μικρή, μη-κολλαγονική πρωτεΐνη του εξωκυτταρικού χώρου, που παίζει κρίσιμο ρόλο στην αναστολή της ασβεστοποίησης των μαλακών ιστών και στη ρύθμιση της εναπόθεσης ασβεστίου στα οστά και στα αγγεία], προωθώντας την οστική εναπόθεση [31, 32]. Το μαγνήσιο ενεργοποιεί τη βιταμίνη D3 συμβάλλει στη σύνθεση των οστών και στη λειτουργία των οστεοβλαστών, ενώ η ανεπάρκειά του συνδέεται με μειωμένη οστική πυκνότητα [33, 34]. Ο συνδυασμός K2, D3 και Mg φαίνεται ιδιαίτερα αποτελεσματικός στην ενίσχυση της οστικής υγείας [35]. Αναλυτικότερα:
Βιταμίνη D3
Η βιταμίνη D3 (cholecalciferol) μετατρέπεται στο ήπαρ σε 25-υδροξυβιταμίνη D3 ή [25(OH)D3] και στη συνέχεια στους νεφρούς (και ενδεχομένως εξω-νεφρικά) στην ενεργό μορφή 1,25-διυδροξυβιταμίνη D3 ή [1,25(OH)2D3], η οποία αυξάνει την εντερική απορρόφηση ασβεστίου και φωσφόρου, και ρυθμίζει την οστική αναδόμηση [36]. Η έλλειψη βιταμίνης D3 είναι συνδεδεμένη με αυξημένο ρυθμό οστικής απώλειας, αυξημένη ενεργοποίηση της PTH (παραθορμόνης) και αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων [37].
Βιταμίνη K2
Η βιταμίνη K2 (μενακινόνη) συμμετέχει στην γ-καρβοξυλίωση των πρωτεϊνών που εξαρτώνται από την βιταμίνη K2 (όπως η οστεοκαλσίνη και η MGP = matrix Gla-protein). Αυτές οι πρωτεΐνες έχουν ρόλο στην εναπόθεση ασβεστίου στα οστά και στην αποτροπή αγγειακής/μαλακής ιστικής ασβεστοποίησης [38]. Το μαγνήσιο (Mg²⁺) φαίνεται να υποστηρίζει τη δράση της βιταμίνης K2 (menaquinone) στην οστική υγεία, καθώς συμμετέχει σε ένζυμα και οδούς που σχετίζονται με την γ-καρβοξυλίωση των πρωτεϊνών εξαρτώμενων από K2, όπως η οστεοκαλσίνη. Η επάρκεια σε μαγνήσιο ενισχύει τη βιολογική δραστικότητα της βιταμίνης K2, προάγοντας την εναπόθεση ασβεστίου στα οστά και την αποτροπή αγγειακής ασβεστοποίησης. Η έλλειψη μαγνησίου μπορεί να περιορίσει την αποτελεσματικότητα της βιταμίνης K2 [30, 36].
Μελέτες έχουν δείξει ότι οι χαμηλές συγκεντρώσεις βιταμίνης Κ2 σχετίζονται με χαμηλότερη οστική πυκνότητα (BMD) και αυξημένο κίνδυνο ισχιακών καταγμάτων [38].
Μαγνήσιο (Μg)
Το μαγνήσιο αποτελεί βασικό ιχνοστοιχείο στην οστική υγεία. Το μαγνήσιο (Mg²⁺) είναι απαραίτητο ως συν-παράγοντας για τα ένζυμα που μετατρέπουν τη βιταμίνη D3 στην ενεργό της μορφή, 1,25-διυδροξυβιταμίνη D3 (calcitriol). Η έλλειψη μαγνησίου μπορεί να μειώσει την αποτελεσματικότητα της βιταμίνης D3, να προκαλέσει χαμηλά επίπεδα 25(OH)3 και να επηρεάσει αρνητικά την οστική υγεία και την ομοιόσταση ασβεστίου. Συνεπώς, η επάρκεια μαγνησίου είναι κρίσιμη για την πλήρη βιολογική δράση της βιταμίνης D3 [39, 40].
Το μαγνήσιο επηρεάζει τη ρύθμιση της ΡΤΗ (παραθορμόνη), τη μετατροπή της βιταμίνης D3 στην ενεργό μορφή και τη σταθερότητα της μικροδομής του οστού (π.χ. υδροξυσπατίτης, κολλαγόνο) [41]. Κλινικά στοιχεία δείχνουν ότι η ανεπάρκεια μαγνησίου αποτελεί παράγοντα κινδύνου για οστεοπόρωση [41].
Συνέργεια D3 + K2 + Mg
Η θεωρητική και πειραματική βάση δείχνει ότι η βιταμίνη D3 προάγει την παραγωγή των πρωτεϊνών εξαρτώμενων από την βιταμίνη Κ2, αλλά χωρίς επαρκή Κ2 αυτές ενδέχεται να παραμένουν αδρανείς. Επομένως, η συνδυασμένη χορήγηση D3 και K2 φαίνεται πιο αποτελεσματική από τη χορήγηση μόνο της D3 [38]. Επιπλέον, επειδή το μαγνήσιο είναι συν-παράγοντας στην ενεργοποίηση της βιταμίνης D3 και στη ρύθμιση της οστικής μικροδομής, η επάρκειά του μπορεί να ενισχύσει το συνολικό αποτέλεσμα [41].
Ερευνητικά ευρήματα
- Μια ανασκόπηση του 2020 διαπίστωσε ότι η συμπλήρωση με K2 και Mg μπορεί να βελτιώσει την οστική ποιότητα και να μειώσει τον κίνδυνο κατάγματος, αν και τα δεδομένα δεν είναι ομοιόμορφα [30].
- Μετα-ανάλυση 10 RCTs (τυχαιοποιημένων κλινικών μελετών) έδειξε ότι ο συνδυασμός βιταμίνης K2 + ασβεστίου οδήγησε σε μικρή αλλά στατιστικά σημαντική αύξηση της οστικής πυκνότητας (BMD) στη σπονδυλική στήλη (SMD ~0,20) και μείωση των επίπεδων της μη καρβοξυλιωμένης οστεοκαλσίνης (UeOC) [42].
- Μια μελέτη το 2024 για το μαγνήσιο τόνισε ότι η έλλειψή του συμβάλλει στη διαταραχή της αναδόμησης των οστών μέσω του άξονα RANK/RANKL/OPG και ότι η συμπλήρωσή του μπορεί να μετριάσει τα συμπτώματα της οστεοπόρωσης [41].
Κλινικές εφαρμογές & δόσεις (ενδεικτικά)
Η πρακτική εφαρμογή περιλαμβάνει:
- Επαρκή πρόσληψη βιταμίνης D3 ώστε τα επίπεδα 25(OH)D να είναι > 30 ng/mL (ήτοι ~20–50 μg/ημέρα = 800–2000 IU).
- Συμπλήρωση βιταμίνης K2 (π.χ. MK-4 15-45 mg/ημέρα ή MK-7 ~100-200 μg/ημέρα) στις περισσότερες μελέτες Ιαπωνίας/Ευρώπης [38];
- Μαζί με μαγνήσιο ~250-400 mg/ημέρα μέσω διατροφής ή συμπληρώματος καθώς η έλλειψη μπορεί να περιορίσει την αποτελεσματικότητα της D3 [41].
Προφυλάξεις
- Η πλειονότητα των ερευνών δείχνει ότι η βιταμίνη Κ₂ (μεναξινόνη) δεν ανταγωνίζεται σημαντικά τη δράση της βαρφαρίνης (αντιπηκτικό) με τον ίδιο τρόπο που το κάνει η βιταμίνη Κ₁, καθώς έχει διαφορετική φαρμακοκινητική και μικρότερη συγγένεια για το ένζυμο VKOR[57]. Παρα τουτο αν η βιταμίνη Κ2 χορηγείται για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ο ασθενής πρεπει να τυγχανει ιατρικής παρακολούθησης [38].
- Πρέπει να ελέγχονται τα επίπεδα ασβεστίου, μαγνησίου, 25(OH)D3, καθώς και η νεφρική λειτουργία πριν και κατά τη διάρκεια της χορήγησης.
- Η χορήγηση θεωρείται συμπληρωματική, όχι υποκατάστατο της βασικής θεραπείας της οστεοπόρωσης (π.χ. διφωσφονικά, αναλόγων PTH).
Συμπέρασμα
Η συνδυασμένη χορήγηση βιταμίνης D3 + K2 + μαγνησίου στα άτομα με ωτοσκλήρυνση έχει βιοχημική λογική και υποστηρίζεται από σειρά πειραματικών και κλινικών δεδομένων ως υποστηρικτική στρατηγική στην αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Αν και οι αποδείξεις δεν είναι παγιωμένες για χρήση ως μονοθεραπεία, η προσέγγιση αυτή μπορεί να αυξήσει την αποτελεσματικότητα των παραδοσιακών θεραπειών και να βελτιώσει την οστική υγεία σε άτομα με χαμηλή πρόσληψη ή διατροφική ανεπάρκεια.
Εναλλακτικές φαρμακευτικές προσεγγίσεις της ωτοσκλήρυνσης
Φάρμακα, όπως τα διφωσφονικά (ετιδρονάτη, αλενδρονάτη, ρισεδρονάτη, ζολεδρονικό οξύ), που έχουν χορηγηθεί στην θεραπεία της οστεοπόρωσης δοκιμάζονται και στην ωτοσκλήρυνση, όμως η χορήγησή τους μπορεί να συνοδευτεί από ανεπιθύμητες ενέργειες, συγκεκριμένα:
Συνοπτική περιγραφή παρενεργειών διφωσφονικών
- Ετιδρονάτη (Etidronate)
- Συνηθισμένες: Διάρροια, ναυτία, πόνος στο στομάχι, μυοσκελετικοί πόνοι, ήπια πορετική αντίδραση σε σπάνιες ενέσιμες μορφές [43].
- Σημαντικά σπάνια: Οστεονέκρωση γνάθου, υπασβεστιαιμία [44].
- Αλενδρονάτη (Alendronate)
- Συνηθισμένες: Δυσπειγία, καούρα, κοιλιακό άλγος, ναυτία,οστικός/μυϊκός πόνος [45].
- Σημαντικά σπάνια: Οστεονέκρωση γνάθου, οισοφαγική έλκη, σπάνιακαταγμάτων μηριαίου [44].
- Ρισεδρονάτη (Risedronate)
- Συνηθισμένες: Ναυτία, κοιλιακό άλγος, δυσπειγία, οστικός/μυϊκόςπόνος [46].
- Σημαντικά σπάνια: Οστεονέκρωση γνάθου, σπάνια κατάγματα μηριαίου, υπασβεστιαιμία [44].
- Zολεδρονικό οξύ (Zoledronic acid)
- Συνηθισμένες: Οξεία φάση αντίδρασης (πυρετός, ρίγη, μυαλγίες) κατά την πρώτη έγχυση, ναυτία, κεφαλαλγία [47].
- Σημαντικά σπάνια: Οστεονέκρωση γνάθου, αρτηριακή/νεφρική δυσλειτουργία, υπασβεστιαιμία [44].
Σημείωση: Οξεία φάση αντίδρασης είναι πιο συχνή στα ενδοφλέβια διφωσφονικά (Zολεδρονικό οξύ), ενώ τα γαστρεντερικά ενοχλήματα είναι πιο συχνά στα από του στόματος (Αλενδρονάτη, Ρισεδρονάτη).
Τα διφωσφονικά μπορεί να σταθεροποιήσουν την προοδευτικά εξελισσόμενη ναυραισθητήρια βαρηκοία ορισμένων ατόμων με ωτοσκλήρωνοη [48–50].
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση
- Causse JB, Causse JR, Bretlau P, Uriel J. Medical treatment of otospongiosis (otosclerosis) with sodium fluoride. Am J Otol. 1988;9(6):478-81.
- Menger DJ, Tange RA. The aetiology of otosclerosis: A review of the literature. Clin Otolaryngol. 2003;28(2):112-20.
- Declau F, Van Spaendonck M, Timmermans JP, et al. Prevalence of histologic otosclerosis: An unbiased temporal bone study in Caucasians. Adv Otorhinolaryngol. 2007;65:6-16.
- de Oliveira CA, Canedo DM, da Costa SS. Cochlear otosclerosis: clinical and radiological correlations. Otol Neurotol. 2004;25(5):781-9.
- Quaranta N, Bartoli R, Quaranta A, et al. High-resolution computed tomography findings in otosclerosis. Acta Otolaryngol. 2004;124(6):593-7.
- Schuknecht HF. Pathology of the Ear. 2nd ed. Philadelphia: Lea & Febiger; 1993.
- Brett P, Siraj A, Markham A. Genetics of otosclerosis. J Laryngol Otol. 2006;120(12):1043-9.
- Thys M, Van Camp G. Genetics of otosclerosis. Otol Neurotol. 2009;30(8):1021-32.
- Grayeli AB, Yrieix CS, Imauchi Y, et al. Temporal bone density measurements using CT in otosclerosis. Acta Otolaryngol. 2004;124(10):1136-40.
- Lippy WH, Berenholz LP, Burkey JM. Otosclerosis in the 1990s and beyond. Am J Otol. 1995;16(5):674-6.
- House HP, Hansen MR, Al Dakhail AA, House JW. Stapedectomy versus stapedotomy: comparison of results with long-term follow-up. 2002;112(11):2046-50.
- Causse JB, Causse JR. Sodium fluoride treatment of otospongiosis (otosclerosis). A 20-year assessment. Ann Otol Rhinol Laryngol. 1984;93(6 Pt 1):537-41.
- Bretlau P, Causse J, Causse JB, Hansen HJ, Johnsen NJ, Salomon G. Otospongiosis and sodium fluoride. A blind experimental and clinical evaluation of the effect of sodium fluoride treatment in patients with otospongiosis. Ann Otol Rhinol Laryngol. 1985;94(2 Pt 1):103-7.
- Shambaugh GE Jr. The diagnosis and medical treatment of otosclerosis. Acta Otolaryngol. 1985;99(5-6):555-9.
- Shambaugh GE Jr, Causse JB. Ten years experience with fluoride in otosclerotic (otospongiotic) patients. Ann Otol Rhinol Laryngol. 1974;83(5):635-42.
- Ramsay HA, Linthicum FH Jr. The effect of sodium fluoride on otosclerotic activity as determined by histopathology. Ann Otol Rhinol Laryngol. 1994;103(12):931-4.
- Schuknecht HF, Kirchner JC. Cochlear otosclerosis: fact or fantasy. 1974;84(5):766-82.
- Causse JB, Causse JR. Otospongiosis as a genetic disease. Early detection, medical management, and prevention. Am J Otol. 1984;5(3):211-23.
- Shambaugh GE Jr, Causse JB. Sodium fluoride for otospongiosis (otosclerosis). A 15-year preliminary report. Arch Otolaryngol. 1971;94(5):443-7.
- Causse JB, Causse JR, Uriel J, Berges J. Sodium fluoride therapy. Am J Otol. 1993;14(5):482-90.
- Linthicum FH Jr. Histological confirmation of otosclerosis. In: Linthicum FH Jr, ed. Boston: Little, Brown and Company; 1991. p. 23-30.
- Bretlau P, Causse J, Causse JB, Hansen HJ, Johnsen NJ, Salomon G. Otospongiosis and sodium fluoride. A blind experimental and clinical evaluation of the effect of sodium fluoride treatment in patients with otospongiosis. Ann Otol Rhinol Laryngol. 1985;94(2 Pt 1):103-7.
- Colletti V, Fiorino FG. Effect of sodium fluoride on early stages of otosclerosis. Am J Otol. 1991;12(3):195-8.
- Farley JR, Wergedal JE, Baylink DJ. Fluoride directly stimulates proliferation and alkaline phosphatase activity of bone-forming cells. 1983;222(4621):330-2.
- Riggs BL, Hodgson SF, O’Fallon WM, et al. Effect of fluoride treatment on the fracture rate in postmenopausal women with osteoporosis. N Engl J Med. 1990;322(12):802-9.
- Pak CY, Sakhaee K, Adams-Huet B, Piziak V, Peterson RD, Poindexter JR. Treatment of postmenopausal osteoporosis with slow-release sodium fluoride. Final report of a randomized controlled trial. Ann Intern Med. 1995;123(6):401-8.
- Haguenauer D, Welch V, Shea B, Tugwell P, Adachi JD, Wells G. Fluoride for the treatment of postmenopausal osteoporotic fractures: a meta-analysis. Osteoporos Int. 2000;11(9):727-38.
- Sözen T, Özışık L, Başaran NÇ. An overview and management of osteoporosis. Eur J Rheumatol. 2017;4(1):46-56.
- Rizzoli R, Biver E, Brennan-Speranza TC. Nutritional intake and bone health. Lancet Diabetes Endocrinol. 2021;9(9):606-21.
- Rondanelli M, Faliva MA, Tartara A, et al. An update on magnesium and bone health. 2021;34(4):715-36.
- Iwamoto J, Takeda T, Sato Y. Role of vitamin K2 in the treatment of postmenopausal osteoporosis. Curr Drug Saf. 2006;1(1):87-97.
- Shea MK, Holden RM. Vitamin K status and vascular calcification: evidence from observational and clinical studies. Adv Nutr. 2012;3(2):158-65.
- Castiglioni S, Cazzaniga A, Albisetti W, Maier JA. Magnesium and osteoporosis: current state of knowledge and future research directions. 2013;5(8):3022-33.
- Farsinejad-Marj M, Saneei P, Esmaillzadeh A. Dietary magnesium intake, bone mineral density and risk of fracture: a systematic review and meta-analysis. Osteoporos Int. 2016;27(4):1389-99.
- Rondanelli M, Faliva MA, Tartara A, et al. An update on the role of vitamin K2 (menaquinones) in bone health. Expert Rev Endocrinol Metab. 2021;16(6):289-300.
- Holick MF. Vitamin D deficiency. N Engl J Med. 2007;357(3):266-81.
- Lips P. Vitamin D physiology. Prog Biophys Mol Biol. 2006;92(1):4-8.
- Palermo A, Tuccinardi D, D’Onofrio L, et al. Vitamin K and osteoporosis: Myth or reality? 2017;70:57-71.
- Razzaque MS. Role of magnesium in vitamin D activation and function. J Am Osteopath Assoc. 2018;118(3):181-9.
- Uwitonze AM, Razzaque MS. Hypomagnesaemia: a potential underlooked cause of persistent vitamin D deficiency in chronic kidney disease. Clin Kidney J. 2023;16(11):1776-86.
- Gröber U, Schmidt J, Kisters K. Magnesium in Prevention and Therapy. 2015;7(9):8199-226.
- Huang ZB, Wan SL, Lu YJ, Ning L, Liu C, Fan SW. Does vitamin K2 play a role in the prevention and treatment of osteoporosis for postmenopausal women: a meta-analysis of randomized controlled trials. Osteoporos Int. 2015;26(3):1175-86.
- Fleisch H. Bisphosphonates: mechanisms of action. Endocr Rev. 1998;19(1):80-100.
- Khan AA, Morrison A, Hanley DA, et al. Diagnosis and management of osteonecrosis of the jaw: a systematic review and international consensus. J Bone Miner Res. 2015;30(1):3-23.
- Liberman UA, Weiss SR, Bröll J, et al. Effect of oral alendronate on bone mineral density and the incidence of fractures in postmenopausal osteoporosis. N Engl J Med. 1995;333(22):1437-43.
- Harris ST, Watts NB, Genant HK, et al. Effects of risedronate treatment on vertebral and nonvertebral fractures in women with postmenopausal osteoporosis: a randomized controlled trial. 1999;282(14):1344-52.
- Black DM, Delmas PD, Eastell R, et al. Once-yearly zoledronic acid for treatment of postmenopausal osteoporosis. N Engl J Med. 2007;356(18):1809-22.
- Brookler K. Medical treatment of otosclerosis: rationale for use of bisphosphonates. Int Tinnitus J. 2008;14(2):92-6.
- Quesnel AM, Seton M, Merchant SN, Halpin C, McKenna MJ. Third-generation bisphosphonates for treatment of sensorineural hearing loss in otosclerosis. Otol Neurotol. 2012;33(8):1308-14.
- Karosi T, Kónya J, Petkó M, Szabó LZ, Pytel J. Antiresorptive therapy for otosclerosis: an alternative to sodium fluoride? 2004;114(7):1295-302.
- Sikarin Upala, Pattara Rattanawong, Wasawat Vutthikraivit, Anawin Sanguankeo. Significant association between osteoporosis and hearing loss: a systematic review and meta-analysis. Braz J Otorhinolaryngol . 2017 Nov-Dec;83(6):646-652. doi: 10.1016/j.bjorl.2016.08.012. Epub 2016 Sep 12
- Declau F, Van Spaendonck M, Timmermans JP, Michaels L, Liang J, Qiu JP, Van de Heyning P. Prevalence of histologic otosclerosis: an unbiased temporal bone study in Caucasians. Otol Neurotol. 2001;22(5):596–602. doi:10.1097/00129492-200109000-00005.
- Quesnel AM, Ishai R, McKenna MJ. Otosclerosis: temporal bone pathology. Otolaryngol Clin North Am. 2018;51(2):291–303. doi:10.1016/j.otc.2017.11.007
- Niedermeyer HP, Arnold W. The biology of otosclerosis and its relation to osteogenesis. Acta Otolaryngol Suppl. 1995;519:1–35. doi:10.3109/00016489509125212.
- Schrauwen I, Van Camp G. The genetics of otosclerosis. Clin Genet. 2010;77(5):401–412. doi:10.1111/j.1399-0004.2009.01351.x.
- Cruise AS, Singh A, Quiney RE. Sodium fluoride in otosclerosis treatment: review. J Laryngol Otol. 2010;124(6):583–586. doi:10.1017/S0022215110000241.
- Schurgers LJ, Teunissen KJF, Hamulyák K, Knapen MHJ, Vik H, Vermeer C. Vitamin K-containing dietary supplements: comparison of synthetic vitamin K1 and natto-derived menaquinone-7. Blood. 2007;109(8):3279-3283. doi:10.1182/blood-2006-08-040709
Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.
Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση, παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.