Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης (MD, ORL, DDS, PhD), Αικατερίνη Γκέλη (MD, Radiologist)
Το αορτικό ανεύρυσμα είναι μια διάταση των τοιχωμάτων της αορτής της οποίας η διάμετρος είναι ≥3,0 cm. Εάν το ανεύρυσμα αφεθεί χωρίς θεραπεία, το τοίχωμα της αορτής συνεχίζει να εξασθενεί και καθίσταται ανίκανο να αντέξει τις δυνάμεις της αρτηριακής πίεσης του αυλού του αγγείου με αποτέλεσμα προοδευτική διάταση και ρήξη του. Αυτό είναι ένα καταστροφικό γεγονός που σχετίζεται με θνησιμότητα σε ποσοστό 50-80%.
Το κάπνισμα και το θετικό οικογενειακό ιστορικό είναι σημαντικοί παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ανευρυσμάτων της κοιλιακής αορτής [abdominal aortic aneurysms(ΑΑΑ)].
Έχουν επίσης εντοπιστεί διάφοροι γενετικοί παράγοντες κινδύνου. Σε ιστολογικό επίπεδο, τα ορατά χαρακτηριστικά της παθογένεσης των ΑΑΑ περιλαμβάνουν την φλεγμονή, απόπτωση των κυττάρων των λείων μυϊκών ινών, αποικοδόμηση της εξωκυτταρικής θεμέλιας ουσίας και το οξειδωτικό στρες[1].
Στο ανεύρυσμα της αορτής δημιουργείται μια διαταραχή της δομής του αορτικού τοιχώματος, η οποία έχει ως αποτέλεσμα το σχηματισμό του αορτικού ανευρύσματος, το οποίο χαρακτηρίζεται από σημαντική διόγκωση στην επιφάνεια του αγγείου που μπορεί να έχει συνέπειες, όπως διάταση και τελικά ρήξη.
Το ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής (ΑΑΑ) είναι μια σημαντική παθολογική κατάσταση επειδή επηρεάζει περίπου το 8% των ηλικιωμένων ανδρών και το 1,5% των ηλικιωμένων γυναικών.
Η παθογένεση του ΑΑΑ περιλαμβάνει πολλαπλούς αλληλοσυνδεόμενους μηχανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της φλεγμονής, της ενεργοποίησης των ανοσοκυττάρων, της αποικοδόμησης των πρωτεϊνών και των κυτταρικών απευθυγραμμίσεων (cellular malalignments).
Η έκφραση φλεγμονωδών παραγόντων, όπως οι κυτοκίνες και οι χημειοκίνες, προκαλεί τη διήθηση φλεγμονωδών κυττάρων στο τοίχωμα της αορτής, συμπεριλαμβανομένων των μακροφάγων, των φυσικών φονικών κυττάρων (ΝΚ κύτταρα) και των Τ και Β λεμφοκυττάρων.
Η πρωτεϊνική αποικοδόμηση συμβαίνει με υψηλή έκφραση όχι μόνο των μεταλλοπρωτεϊνασών της θεμέλιας ουσίας μήτρας [matrix metalloproteinases(MMPs)], αλλά και της λιποκαλίνης που σχετίζεται με τη ζελατινάση των ουδετερόφιλων (NGAL), της ιντερφερόνης γάμμα (IFN-γ) και των χυμασών.
Η απώλεια της εξωκυτταρικής θεμέλιας ουσίας λόγω της κυτταρικής απόπτωσης και της αλλαγής φαινοτύπου μειώνει την πυκνότητα των ιστών και μπορεί να συμβάλει στην εμφάνιση του ΑΑΑ.
Είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη οι βασικοί μηχανισμοί έναρξης και προώθησης του ΑΑΑ για την επίτευξη καλύτερων προληπτικών και θεραπευτικών αποτελεσμάτων[2].
Τα ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής (ΑΑΑ) αποδίδονται παραδοσιακά στην αθηρωματοσκλήρυνση, αν και υπάρχουν αυξανόμενες επιδημιολογικές, βιοχημικές και γενετικές ενδείξεις ότι η ανευρυσματική αρτηριακή νόσος διαφέρει από την αποφρακτική αθηρωματοσκλήρυνση. Ένα από τα πιο σταθερά βιοχημικά ευρήματα στην ανευρυσματική αορτή είναι η σημαντική μείωση της πρωτεΐνης ελαστίνης. Η αιτία αυτής της μείωσης παραμένει ασαφής. Υπάρχουν in vitro στοιχεία ότι η βιταμίνη D3 (ο μεταβολίτης της 1,25 διυδροχοληκαλσιφερόλη) αναστέλλει την παραγωγή ελαστίνης από τα λεία μυϊκά κύτταρα. Με βάση αυτή την παρατήρηση και την πιθανότητα ότι ορισμένα άτομα μπορεί να εκτεθούν σε περίσσεια βιταμίνης D3 ή να παίρνουν εξαιρετικά μεγάλες δόσεις βιταμίνης D3 για μεγάλο χρονικό διάστημα), αναπτύσσεται η υπόθεση ότι η υπερβιταμίνωση D3 μπορεί να είναι ένας προηγουμένως μη αναγνωρισμένος αιτιολογικός παράγοντας στην παθογένεση του ΑΑΑ[3].
Η σχέση της βιταμίνης D3 με το ανεύρυσμα της αορτής
Η έλλειψη βιταμίνης D3 θεωρείται σημαντικός παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη αθηρωματοσκλήρυνσης και αορτικών ανευρυσμάτων. Η έλλειψη βιταμίνης D3 υποστηρίζεται ότι ενισχύει τον εκφυλισμό και την αναδιαμόρφωση των ινών κολλαγόνου και ελαστίνης στο τοίχωμα της αρτηρίας, οδηγώντας σε εξασθένιση και προοδευτική διάτασή της[3].
Πειραματικές μελέτες υποδεικνύουν ότι τα βέλτιστα επίπεδα βιταμίνης D3 έχουν ευεργετικά αποτελέσματα στην καρδιά και τα αιμοφόρα αγγεία. Ωστόσο, οι υψηλές συγκεντρώσεις βιταμίνης D3 και η μακροχρόνια συμπληρωματική λήψη της σε μεγάλες δόσεις έχουν εμπλακεί στην προώθηση της αγγειακής ασβεστοποίησης και της αρτηριακής ακαμψίας[4]. Παρατηρήσεις από διάφορες κλινικές μελέτες δείχνουν ότι η έλλειψη βιταμίνης D3 έχει συσχετιστεί με μεγαλύτερο κίνδυνο περιφερειακής αρτηριακής νόσου. Επιδημιολογικές μελέτες έχουν συχνά αναφέρει μια αντίστροφη σχέση μεταξύ της κατάστασης της κυκλοφορούσης βιταμίνης D3 που μετριέται ως προς τα επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3 ή [25(OH)D3] και του αυξημένου κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου[4].
Tα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης D3 σχετίζονται με την παρουσία μεγαλύτερου ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής στους ηλικιωμένους άνδρες και υπάρχει μια διαβαθμισμένη αντίστροφη σχέση μεταξύ των συγκεντρώσεων 25(OH)D3 και της διαμέτρου ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής[5].
Σε μελέτες που έγιναν στο παρελθόν φάνηκε ότι τα άτομα με ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής είναι πιο πιθανό να έχουν έλλειψη ή ανεπάρκεια βιταμίνης D3.
Στη μελέτη που έκαναν το 2020 η Vianne Nsengiyumva βρέθηκε ότι τα ποντίκια που είχαν έλλειψη βιταμίνης D3 ανέπτυξαν μεγαλύτερα ανευρύσματα που ήταν πιο πιθανό να σπάσουν από τους ελέγχους. Η χορήγηση χοληκαλσιφερόλης (βιταμίνη D3) σε ποντίκια με ήδη σχηματισμένα ανευρύσματα βελτίωσε την κατάσταση της βιταμίνης D3, περιόρισε την προοδευτική αύξηση του μεγέθους του ανευρύσματος και μείωσε τον αριθμό των ρήξεων. Αυτά τα αποτελέσματα φάνηκε να οφείλονται στην ικανότητα της βιταμίνης D3 να τροποποιεί μια σειρά γονιδίων αγγειακών λείων μυϊκών κυττάρων, όπως η σκληροστίνη, που εμπλέκονται στον έλεγχο της αναδιαμόρφωσης της εξωκυτταρικής μήτρας.
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η βελτιστοποίηση των επιπέδων της βιταμίνης D3 θα μπορούσε να περιορίσει την εξέλιξη του αορτικού κοιλιακού ανευρύσματος[6].
Η σχέση της βιταμίνης Κ2 με το ανεύρυσμα της αορτής
Η βιταμίνη Κ2 παίζει σημαντικό ρόλο στην καρδιαγγειακή υγεία μέσω της ρύθμισης της ομοιόστασης του ασβεστίου. Οι επιδράσεις της βιταμίνης Κ2 στο καρδιαγγειακό σύστημα διεκπεραιώνονται μέσω της ενεργοποίησης της αντιασβεστωτικής πρωτεΐνης γνωστής ως πρωτεΐνη της θεμέλιας ουσίας Gla. Στην ανενεργή της μορφή, αυτή η πρωτεΐνη σχετίζεται με διάφορους δείκτες καρδιαγγειακής νόσου, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης αρτηριακής ακαμψίας, της ασβεστοποίησης των αγγείων και των βαλβίδων, της αντίστασης στην ινσουλίνη και των δεικτών καρδιακής ανεπάρκειας που τελικά αυξάνουν την καρδιαγγειακή θνησιμότητα.
Η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης Κ2 έχει συνδεθεί ισχυρά με βελτιωμένα καρδιαγγειακά αποτελέσματα μέσω της τροποποίησης της συστηματικής ασβεστοποίησης και της αρτηριακής ακαμψίας[7].
Αν και οι άμεσες επιδράσεις της βιταμίνης Κ2 στην καθυστέρηση της εξέλιξης της αγγειακής και βαλβιδικής ασβεστοποίησης είναι επί του παρόντος αντικείμενο πολλαπλών τυχαιοποιημένων κλινικών δοκιμών, προηγούμενες αναφορές υποδηλώνουν πιθανή βελτιωμένη επιβίωση μεταξύ των καρδιοπαθών με τη συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης Κ2[8] .
Η αδρανοποίηση της πρωτεΐνης της θεμέλιας ουσίας Gla (MGP), χρησιμοποιώντας ανταγωνιστές της βιταμίνης Κ ή η ανεπάρκεια της βιταμίνης Κ οδηγεί σε αυξημένη αγγειακή ασβεστοποίηση, η οποία έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο παρουσίας συμπτωματικού ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής ή ρήξη ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής (ΑΑΑ). Η ανεπαρκής ενεργοποίηση της MGP οδηγεί σε αυξημένα επίπεδα υποκαρβοξυλιωμένων μορφών της MGP, που μετρώνται ως αποφωσφορυλιωμένη, υποκαρβοξυλιωμένη MGP (dp-ucMGP) στο πλάσμα.
Η παρουσία της dp-ucMGP δεν συσχετίστηκε με την ύπαρξη κινδύνου παρουσίας ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής ή του ρυθμού ανάπτυξής του ή του κινδύνου χειρουργικής επέμβασης. Στα άτομα όμως με κοιλιακό ανεύρυσμα της αορτής η παρουσία της dp-ucMGP συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας στο ένα τρίτο του μελετηθέντος δείγματος των ασθενών. Αυτό το γεγονός θα μπορούσε να υποδηλώνει την ανάγκη λήψης προφυλακτικών μέτρων από τα άτομα που κινδυνεύουν από το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής με τη συμπληρωματική λήψη βιταμίνης Κ2[9].
Δεδομένου του χαμηλού κόστους της βιταμίνης Κ2 και την αποδεδειγμένη ασφάλειά της, κατά την υπηρεσία Διαχείρισης Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ, το συμπλήρωμα βιταμίνης Κ2 είναι μια βιώσιμη και πολλά υποσχόμενη επιλογή για τη βελτίωση των καρδιαγγειακών εκβάσεων.
Οι βιταμίνες D3 και K2 είναι και οι δύο λιποδιαλυτές βιταμίνες και παίζουν κεντρικό ρόλο στο μεταβολισμό του ασβεστίου. Η βιταμίνη D3 προάγει την παραγωγή πρωτεϊνών που εξαρτώνται από τη βιταμίνη Κ2, οι οποίες απαιτούν τη βιταμίνη Κ2 για την καρβοξυλίωσή τους, προκειμένου να λειτουργήσουν σωστά[10].
Η σχέση του μαγνησίου με το ανεύρυσμα της αορτής
Το μαγνήσιο σχετίζεται έμμεσα με το ανεύρυσμα της αορτής διότι, το μαγνήσιο και η βιταμίνη D3 είναι 2 απαραίτητα θρεπτικά συστατικά που είναι απαραίτητα για τις φυσιολογικές λειτουργίες διαφόρων οργάνων. Το μαγνήσιο βοηθά στην ενεργοποίηση της βιταμίνης D3, η οποία βοηθά στη ρύθμιση της ομοιόστασης του ασβεστίου και των φωσφορικών αλάτων και επηρεάζει την ανάπτυξη και τη συντήρηση των οστών.
Όλα τα ένζυμα που συμμετέχουν στο μεταβολισμό της βιταμίνης D3 φαίνεται να απαιτούν μαγνήσιο για τη δράση τους, το οποίο δρα ως συμπαράγοντας στις ενζυματικές αντιδράσεις στο ήπαρ και τα νεφρά. Η ανεπάρκεια σε οποιοδήποτε από αυτά τα δύο θρεπτικά συστατικά αναφέρεται ότι σχετίζεται με διάφορες διαταραχές, όπως σκελετικές παραμορφώσεις, καρδιαγγειακές παθήσεις και μεταβολικό σύνδρομο. Επομένως, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί λήψη της απαραίτητης συνιστώμενης ποσότητας μαγνησίου, για να ληφθούν τα βέλτιστα οφέλη της βιταμίνης D3[11].
Βάσει των ανωτέρω συνιστάται η μέτρηση των επιπέδων της 25 υδροξυβιταμίνης D3 στο τέλος του χειμώνα και στην αρχή του Φθινοπώρου. Τα ιδανικά επίπεδα της 25 υδροξυβιταμίνης D3 πρέπει να είναι 70-80ng/ml . Στις περιπτώσεις έλλειψης ή ανεπάρκειας βιταμίνης D3 συνιστάται η καθημερινή λήψη φυσικής και όχι συνθετικής βιταμίνης D3 που φέρεται μέσα σε βιολογικό εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο (D3 Gkelin drops). Συνήθως στους ενηλίκους αρκούν 4 σταγόνες (4000 ΙU) D3 Gkelin drops ημερησίως που λαμβάνονται το μεσημέρι μετά το φαγητό.
Συνιστάται η λήψη και μιας κάψουλας Magnigkel, πρωί και βράδυ με το φαγητό, η οποία περιέχει 28,5 mg Tαυρικού Μαγνησίου και 146mg Κιτρικού Μαγνησίου και μιας κάψουλας Kappagkel, η οποία περιέχει 100μg φυσικής και όχι συνθετικής βιταμίνης K2, πρωί και βράδυ με το φαγητό.
Δεν συνιστάται η ταυτόχρονη λήψη της βιταμίνης D3 και της βιταμίνης K2, διότι καθώς και οι δύο βιταμίνες είναι λιποδιαλυτές, η μία εμποδίζει την απορρόφηση της άλλης στο έντερο. Η λήψη των παραπάνω συμπληρωμάτων διατροφής πρέπει να είναι μακροχρόνια.
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση
1.P E Norman, S J Wysocki, M D Lamawansa. The role of vitamin D3 in the aetiology of abdominal aortic aneurysms. Med Hypotheses. 1995 Jul;45(1):17-20.
2.Cellular, Molecular and Clinical Aspects of Aortic Aneurysm-Vascular Physiology and Pathophysiology.Domagała D, Data K, Szyller H, Farzaneh M, Mozdziak P, Woźniak S, Zabel M, Dzięgiel P, Kempisty B.Cells. 2024 Feb 1;13(3):274.
3.Dagmara Adamska-Tomaszewska, Piotr Kocełak, Aleksander J Owczarek, Magdalena Olszanecka-Glinianowicz, Jerzy Chudek.. Factors affecting vitamin D status in outpatients with abdominal aortic aneurysm and peripheral artery disease- a single centre study. Nutr Metab Cardiovasc Dis. 2021 Oct 28;31(11):3161-3166.
4.Smriti Murali Krishna . Vitamin D as A Protector of Arterial Health: Potential Role in Peripheral Arterial Disease Formation. Int J Mol Sci . 2019 Oct 3;20(19):4907.
5.Y Y E Wong, L Flicker, B B Yeap, K A McCaul, G J Hankey, P E Norman. Is hypovitaminosis D associated with abdominal aortic aneurysm, and is there a dose-response relationship? Eur J Vasc Endovasc Surg. 2013 Jun;45(6):657-64.
6.Vianne Nsengiyumva, Smriti M. Krishna, Corey S. Moran, Joseph V. Moxon, Susan K. Morton, Michael W. Clarke, Sai-Wang Seto, and Jonathan Golledge. Vitamin D deficiency promotes large rupture-prone abdominal aortic aneurysms and cholecalciferol supplementation limits progression of aneurysms in a mouse model. Clin Sci (Lond). 2020 Sep; 134(18): 2521–2534.
7.Katarzyna Maresz. Growing Evidence of a Proven Mechanism Shows Vitamin K2 Can Impact Health Conditions Beyond Bone and Cardiovascular. Integr Med (Encinitas). 2021 Aug; 20(4): 34–38.
8.Essa Hariri, Nicholas Kassis, Jean-Pierre Iskandar, Leon J Schurgers, Anas Saad, Omar Abdelfattah, Agam Bansal, Toshiaki Isogai, Serge C Harb, Samir Kapadia. Vitamin K2-a neglected player in cardiovascular health: a narrative review. Open Heart. 2021 Nov;8(2):e001715.
9.Joachim S S Kristensen, Lars Melholt, Katrine L Kristensen, Marie Dahl, Jes S Lindholt. Vitamin K2 Dependent Matrix Gla Protein Relating to Abdominal Aortic Aneurysm and Overall Mortality: A Combined Case Control and Cohort Study. Eur J Vasc Endovasc Surg.. 2021 Aug;62(2):267-274.
10.Adriana J. van Ballegooijen, Stefan Pilz, Andreas Tomaschitz, Martin R. Grübler, and Nicolas Verheyen The Synergistic Interplay between Vitamins D and K for Bone and Cardiovascular Health: A Narrative Review. Int J Endocrinol. 2017; 2017: 7454376.
11.Anne Marie Uwitonze, Mohammed S Razzaque. Role of Magnesium in Vitamin D Activation and Function. J Am Osteopath Assoc. 2018 Mar 1;118(3):181-189.
Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.
Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση, παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.