Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης (MD, ORL, DDS, PhD), Αικατερίνη Γκέλη (MD, Radiologist)
Η απώλεια της ποιότητας ή/και της πυκνότητας των οστών είναι ένα παραφυσιολογικό φαινόμενο που παρατηρείται κατά την περιεμμηνόπαυση και μετά την εμμηνόπαυση, καθώς και σε άλλες καταστάσεις που αφορούν τη γήρανση, φλεγμονώδη ή/και αυτοάνοσα νοσήματα, χρόνια κατανάλωση φαρμάκων (π.χ. γλυκοκορτικοειδή, χημειοθεραπεία κ.λπ.) ή/και διατροφικές ελλείψεις.
Η οστεοπόρωση που προκαλείται από γλυκοκορτικοειδή εμφανίζεται σε δύο φάσεις: μια ταχεία, πρώιμη φάση κατά την οποία η οστική πυκνότητα μειώνεται, πιθανώς ως αποτέλεσμα της υπερβολικής οστικής απορρόφησης, και μια πιο αργή, προοδευτική φάση στην οποία η οστική πυκνότητα μειώνεται λόγω του μειωμένου σχηματισμού οστών. Αν και οι έμμεσες επιδράσεις των γλυκοκορτικοειδών στα οστά είναι εμφανείς, οι άμεσες επιδράσεις τους στους οστεοβλάστες, τους οστεοκλάστες και τα οστεοκύτταρα είναι κατά κύριο λόγο λειτουργικές στην παθογένεση της οστεοπόρωσης που προκαλείται από γλυκοκορτικοστεροειδή. Η διαχείριση των ασθενών που εκτίθενται σε γλυκοκορτικοειδή περιλαμβάνει γενικά μέτρα υγείας, επαρκή ποσότητα ασβεστίου και βιταμίνης D και μείωση του θεραπευτικού σχήματος στην ελάχιστη αποτελεσματική δόση[1].
Η απώλεια οστικής μάζας που συμβαίνει με τη θεραπεία του καρκίνου είναι πιο γρήγορη και σοβαρή από την μετεμμηνοπαυσιακή απώλεια οστού στις γυναίκες ή τη φυσιολογική οστεοπόρωση που σχετίζεται με την ηλικία στους άνδρες. Τα ποσοστά οστικής απώλειας που συμβαίνει με τη θεραπεία του καρκίνου μπορεί να είναι περισσότερο από επτά φορές υψηλότερα από αυτά της φυσιολογικής γήρανσης[2].
Η απώλεια οστικής μάζας που προκαλείται από τη θεραπεία του καρκίνου (CTBL) σχετίζεται με αντικαρκινικές θεραπείες, συμπεριλαμβανομένων ενδοκρινικών θεραπειών, χημειοθεραπευτικών θεραπειών, ακτινοθεραπείας, γλυκοκορτικοειδών και αναστολέων κινάσης τυροσίνης. Η οστεοπόρωση, που χαρακτηρίζεται από απώλεια οστικής μάζας, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καταγμάτων, οδηγώντας σε θνησιμότητα και μακροχρόνια αναπηρία, ακόμη και μετά την ύφεση του καρκίνου. Ο καρκίνος και η οστεοπόρωση έχουν σημαντικές κλινικές και παθογενετικές ομοιότητες. Και οι δύο έχουν πολυπαραγοντική αιτιολογία, επηρεάζουν τον γηριατρικό πληθυσμό και επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής. Η διαχείριση του τρόπου ζωής, συμπεριλαμβανομένων των συμπληρωμάτων ασβεστίου και βιταμίνης D, συνιστάται, αλλά τα υποστηρικτικά στοιχεία είναι περιορισμένα. Τα από του στόματος και τα ενέσιμα διφωσφονικά είναι αποτελεσματικά για την οστεοπόρωση και την κακοήθη νόσο των οστών[3].
Τα συμπληρώματα ασβεστίου ή/και βιταμίνης D έχουν σημαντικό ρόλο στην πρόληψη της οστεοπενίας και της οστεοπόρωσης σε άτομα με υψηλό κίνδυνο καταγμάτων ευθραυστότητας και στη θεραπεία της μείωσης της οστικής αντοχής που σχετίζεται με αντιαπορροφητικούς και αναβολικούς παράγοντες και είναι το κλειδί για τη διαχείριση της οστεοπόρωσης.
Τα γαλακτοκομικά προϊόντα εμπλουτισμένα με ασβέστιο και βιταμίνη D έχουν ευνοϊκή επίδραση στην οστική πυκνότητα. Ο συνδυασμός συμπληρωμάτων ασβεστίου και βιταμίνης D θα μπορούσε να αποτρέψει το κάταγμα του ισχίου από οστεοπόρωση σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Το ασβέστιο και η βιταμίνη D παίζουν σημαντικό ρόλο στην ομοιόσταση των μετάλλων και στη διατήρηση της σκελετικής υγείας. Τα συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D έχουν χρησιμοποιηθεί ευρέως για την πρόληψη καταγμάτων σε ηλικιωμένους πληθυσμούς.
Πολλές δοκιμές έχουν μελετήσει την αποτελεσματικότητα και την καρδιαγγειακή ασφάλεια των συμπληρωμάτων ασβεστίου και βιταμίνης D, με ανόμοια αποτελέσματα. Έχουν αναφερθεί ασυνεπή αποτελέσματα σχετικά με τις επιδράσεις των συμπληρωμάτων ασβεστίου και βιταμίνης D στα καρδιαγγειακά αποτελέσματα.
Οι περισσότερες τρέχουσες οδηγίες συνιστούν πρόσληψη ασβεστίου έως και 1.200 mg ημερησίως, κατά προτίμηση από τη διατροφή, χωρίς ανησυχία για καρδιαγγειακό κίνδυνο. Οι συστάσεις σχετικά με τη λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D3 ποικίλλουν ευρέως. Υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία από καλά διεξαχθείσες τυχαιοποιημένες δοκιμές ότι, η μέτρια λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D3 είναι ασφαλής, αλλά δεν προσδίδει καρδιαγγειακό όφελος ή καρδιαγγειακή βλάβη[4].
H μετα-ανάλυση τυχαιοποιημένvων ελεγχομένων δοκιμών (RCTs) χορήγησης ασβεστίου και βιταμίνης D3 ή ισοδύναμες άλλες χημικές ενώσεις αυτών των δύο, σε σύγκριση με καμία θεραπεία ή εικονικό φάρμακο, δεν υποστήριξε το πρωτόκολλο ρουτίνας χορήγησης ασβεστίου και βιταμίνης D3, είτε μόνων τους, είτε σε συνδυασμό για τη μείωση του κινδύνου καταγμάτων σε ηλικιωμένο πληθυσμό[5].
Στη διατήρηση της ακεραιότητας των οστών μπορεί επίσης να εμπλέκονται και άλλα θρεπτικά συστατικά, όπως η βιταμίνη Κ2 και το μαγνήσιο. Η βιταμίνη K2 και το μαγνήσιο φαίνεται να εμπλέκονται στον μεταβολισμό των οστών. Τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης K2 μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα των οστών και να μειώσει τον κίνδυνο κατάγματος σε οστεοπορωτικούς ασθενείς, ενισχύοντας δυνητικά την αποτελεσματικότητα του ασβεστίου και της βιταμίνης D3. Η έλλειψη ή η ανεπάρκεια του μαγνησίου θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την υγεία των οστών και των μυών.
Οι ερευνητές συνόψισαν έτσι τα τελευταία δεδομένα σχετικά με το ασβέστιο, τη βιταμίνη D3, τη βιταμίνη Κ2, τα συμπληρώματα μαγνησίου και την οστική πυκνότητα (BMD) που σχετίζεται με την ηλικία, την ποιότητα των οστών, τον κίνδυνο κατάγματος και τη μυϊκή δύναμη.
Επομένως, η συμπληρωματική χορήγηση ασβεστίου από μόνη της δεν συνιστάται για την πρόληψη καταγμάτων στον γενικό μετεμμηνοπαυσιακό πληθυσμό.
Οι ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο κατάγματος με ανεπαρκή διαιτητική πρόσληψη και απορρόφηση θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τη συμπληρωματική χορήγηση ασβεστίου, αλλά αυτή πρέπει να προσαρμοστεί, λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές παρενέργειες και τον βαθμό συμμόρφωσης των πασχόντων[6].
Στα άτομα με οστεοπενια και οστεοπόρωση θα μπορούσε να περιοριστεί ο κίνδυνος καταγματων, χορηγώντας:
1.Βιταμίνη D3 (D3 Gkelin drops), σε δόση που αποφασίζεται βάσει των επιπέδων της 25 υδροξυβιταμίνης D3. Το De Gkelin drops χορηγείται το μεσημέρι μετά το φαγητό.
2.Μαγνήσιο (Μagnigkel), του οποίου κάθε κάψουλα περιέχει 28,5mg Ταυρικού Μαγνησίου και 143mg Kιτρικού Μαγνησίου, το οποίο χορηγείται σε δόση της μιας κάψουλας πρωί και βράδυ με το φαγητό.
3.Φυσική βιταμίνη Κ2 (Kappagkel). Κάθε κάψουλα του Kappagkel περιέχει 100μg φυσικής βιτανίνης Κ2, σε δόση της μιας κάψουλας πρωί και βράδυ με το φαγητό. Η βιταμίνη D3 και η βιταμίνη Κ2 πρέπει να χορηγούνται ξεχωριστά και όχι την ίδια ώρα της ημέρας, διότι καθώς και οι δύο είναι λιποδιαλυτές βιταμίνες, όταν χορηγούνται ταυτόχρονα, η μια ανταγωνίζεται την άλλη στην απορρόφησή τους από το έντερο. Γιαυτό καλόν είναι να αποφεύγονται τα συμπληρώματα που περιέχουν στην ίδια κάψουλα μαγνήσιο, βιταμίνη Κ2 και βιταμίνη D3.
Bιβλιογραφική Τεκμηρίωση
1.Mazziotti G, Angeli A, Bilezikian JP, Canalis E, Giustina A. Glucocorticoid-induced osteoporosis: an update. Trends Endocrinol Metab. 2006 May-Jun;17(4):144-9.
2.Charles L Shapiro, Catherine Van Poznak, Christina Lacchetti, Jeffrey Kirshner, Richard Eastell, Robert Gagel, Sean Smith, Beatrice J Edwards, Elizabeth Frank, Gary H Lyman, Matthew R Smith, Rahul Mhaskar, Tara Henderson, Joan Neuner. Management of Osteoporosis in Survivors of Adult Cancers With Nonmetastatic Disease: ASCO Clinical Practice Guideline. J Clin Oncol. 2019 Nov 1;37(31):2916-2946.
3.Choi YJ. Cancer treatment-induced bone loss. Korean J Intern Med. 2024 Mar 5.
4.Zarzour F, Didi A, Almohaya M, Kendler D.Cardiovascular Impact of Calcium and Vitamin D Supplements: A Narrative Review. Endocrinol Metab (Seoul). 2023 Feb;38(1):56-68.
5.Khatri K, Kaur M, Dhir T, Kankaria A, Arora H. Role of calcium &/or vitamin D supplementation in preventing osteoporotic fracture in the elderly: A systematic review & meta-analysis. Indian J Med Res. 2023 Jan;158(1):5-16.
6.Capozzi, A., Scambia, G., & Lello, S. (2020). Calcium, vitamin D, vitamin K2, and magnesium supplementation and skeletal health. Maturitas, 140, 55-63.
Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.
Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση, παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.