Oι άνθρωποι εφοδιάζονται τη βιταμίνη D μέσω της φωτοσύνθεσης στο δέρμα τους και δια της προσλήψεως ορισμένων τροφών.
Οι δραστικοί μεταβολίτες της βιταμίνης D δημιουργούνται με δύο υδοξυλιώσεις. Η πρώτη υδροξυλίωση παράγει την 25-υδροξυβιταμίνη D [25(OH)D] και η δεύτερη την 1,25-διυδρόξυβιταμίνη D [1,25(OH)2D][1].
Τα επίπεδα της βιταμίνης D3 στον ορό υπολογίζονται μετρώντας στο εργαστήριο τα επίπεδα του κύριου μεταβολίτη της βιταμίνης D3, ο οποίος είναι η 25 υδρόξυβιταμίνη D3 ή 25(ΟΗ)D3 [2]. Βλέπε: ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ D© ,ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ D3©
Προς το παρόν δεν υπάρχει ομοφωνία που καθορίζει το όριο του φυσιολογικού επιπέδου της 25(OH)D του ορού. Σε πολλά εργαστήρια , που χρησιμοποιούν αντιδραστήρια του εμπορίου, αναφέρουν ως τυπικές
φυσιολογικές τιμές της 25(ΟΗ)D3, που ξεκινούν από τα 25–37.5 nmol/L (10–15 ng/mL) και φτάνουν έως τα 137.5–162.5 nmol/L (55–65 ng/mL). Αυτές οι τιμές όμως δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, διότι δεν επιδεικνύουν, αν ο ασθενής βρίσκεται σε έλλειψη ανεπάρκεια ή επάρκεια ή δηλητηρίαση από βιταμίνη D.
Οι πλείστες μελέτες δηλώνουν ότι τα επίπεδα της παραθορμόνης (ΡTH) βρίσκονται στην ιδανική φυσιολογική τους συγκέντρωση, όταν τα επίπεδα του ορού της 25(OH)D βρίσκεται πάνω από τα 80 nmol/L (32 ng/mL) [3, 4, 5].
Οι μετρήσεις της 1,25(OH)2D δεν παρέχουν πληροφορίες για την κατάσταση των επιπέδων της βιταμίνης Η δηλητηρίαση από βιταμίνη D, που περιλαμβάνει την υπερασβεστιαιμία, τυπικά δεν παρατηρείται παρά μόνον όταν τα επίπεδα της 25(Ο/Η)D φτάσουν τουλάχιστον τα 375 nmol/L (150 ng/mL) [6].
D ενός ατόμου και γιαυτό δεν μετρώνται στην καθημερινή κλινική πράξη, ως εργαστηριακή εξέταση ρουτίνας. Τα επίπεδά της 1,25(OH)2D συχνά βρίσκονται φυσιολογικά ή περιπτωσιακά μπορεί να βρεθούν ανεβασμένα σε άτομα με έλλειψη βιταμίνης D. O λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό είναι ότι τα επίπεδα της 1,25(OH)2D είναι 1000 φορές χαμηλότερα από τα επίπεδα της 25(OH)D και διότι ο δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός αυξάνει τη νεφρική παραγωγή της 1,25(OH)2D [7].
Επιδημιολογικές, πειραματικές και κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι υπάρχει σχέση των χαμηλών επιπέδων της βιταμίνης D και της ελάττωσης της μακροβιότητας. Αν και μερικά αποτελέσματα αυτών των μελετών είναι αμφιλεγόμενα, εν τούτοις τα
χαμηλά επίπεδα της 25(OH)D στον ορό έχουν συνδεθεί με τη γενική θνησιμότητα του πληθυσμού και τη θνησιμότητα από καρδιοκυκλοφορική νόσο, καρκίνο, και λοιμώξεις.
Κατά τη διάρκεια του βίου τους μια πολύ σημαντική μερίδα του πληθυσμού των ανθρώπων επιδεικνύουν ανεπαρκή (20-30 ng/mL) ή ελλιπή (
Οι κατάλληλες τροποποιήσεις του τρόπου ζωής, όπως η καθημερινή έκθεση του γυμνού σώματος στην ηλιακή ακτινοβολία για 10-15 λεπτά στο μέσο της ημέρας (11.00πμ.-2.00μμ) τους καλοκαιρινούς μήνες και η πλούσια διατροφή με τροφές που περιέχουν βιταμίνη D δεν είναι πάντοτε κατορθωτά από τους περισσότερους ανθρώπους.Βλέπε:Βιταμίνη D ή η βιταμίνη του ηλιόφωτος©
Οι υπάρχουσες μελέτες των παρελθόντων ετών που αφορούν τη συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D3 έχουν μεθοδολογικούς περιορισμούς ή έχουν βασιστεί στη χορήγηση χαμηλών δόσεων [1].
Γιαυτό το λόγο η δοσολογία που χρησιμοποιείται σήμερα είναι υψηλότερη από αυτήν που χρησιμοποιείτο στο παρελθόν. H καθημερινή χορήγηση βιταμίνης D3 από τα τέλη Σεπτεμβρίου μέχρι το τέλος Μαρτίου σε δόση 2000-4000 IU [2-4 σταγόνες D3-Gkelin] συνήθως αρκούν για την επίτευξη συγκεντρώσεων 32ng/ml της 25-υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό. Όμως, τα αποδεκτά σήμερα, νοσοπροστατευτικά επίπεδα της 25 υδροξυβιταμίνης D3 είναι τα 60-80ng/ml
Το D3-Gkelin drops περιέχει φυσική και όχι συνθετική βιταμίνη D3, που φέρεται μέσα σε βιολογικό εξαιρετικό παρθένο, πράγμα που ευνοεί την απορρόφηση της βιταμίνης D3 από το έντερο, αφού η βιταμίνη D3 είναι λιποδιαλυτή βιταμίνη.
Βιβλιογραφία
1. Pérez-López FR, Fernández-Alonso AM, Mannella P, Chedraui P. Vitamin D, sunlight and longevity. Minerva Endocrinol. 2011 Sep;36(3):257-66.
2. Holick MF. Resurrection of vitamin D deficiency and rickets. J Clin Invest. 2006 Aug;116(8):2062-72.
3. Chapuy MC, Preziosi P, Maamer M, Arnaud S, Galan P, Hercberg S, Meunier PJ. Prevalence of vitamin D insufficiency in an adult normal population. Osteoporos Int. 1997;7(5):439-43.
4. Thomas MK, Lloyd-Jones DM, Thadhani RI, Shaw AC, Deraska DJ, Kitch BT, Vamvakas EC, Dick IM, Prince RL,Finkelstein JS. Hypovitaminosis D in medical inpatients. N Engl J Med. 1998 Mar 19;338(12):777-83.
5. Tangpricha V, Pearce EN, Chen TC, Holick MF. Vitamin D insufficiency among free-living healthy young adults.Am J Med. 2002 Jun 1;112(8):659-62.
6. Koutkia P, Chen TC, Holick MF. Vitamin D intoxication associated with an over-the-counter supplement. N Engl J Med. 2001 Jul 5;345(1):66-7.
7. Holick MF. Vitamin D: the underappreciated D-lightful hormone that is important for skeletal and cellular health. Curr Opin Endocrinol Diabetes. 2002;9:87-98.
Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.
Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση, παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.